Κατά τη διάρκεια της εφηβείας του ξεσπά στην Ελλάδα ο Πελοποννησιακός Πόλεμος (431-404 π.Χ.). Για τον Αριστοφάνη αφορμή του πολέμου αποτέλεσε το «μεγαρίτικο ψήφισμα». «Η αγανάκτηση του νεαρού λογοτέχνη για τον ιμπεριαλισμό του Περικλή δεν έχει όρια41». Πιστεύει πως ο Αθηναίος πολιτικός θα έπρεπε να εξοριστεί, όπως είχαν προτείνει οι Λακεδαιμόνιοι. Έχοντας βιώσει τον Πελοποννησιακό Πόλεμο και τις ολέθριες συνέπειες του, παρουσιάζει στους θεατές τα δεινά που επέφερε ο πόλεμος, την εξαχρείωση των ηθών, την οικονομική καταστροφή και το θάνατο πολλών ανθρώπων. Ψέγει τους πολεμοκάπηλους που είναι υπεύθυνοι για τη συνέχεια του πολέμου και την καταστροφή των αγροτών. Στον αντίποδα, εξυμνεί τα οφέλη της ειρήνης και της απλής ζωής κοντά στην ύπαιθρο. Την εποχή του ποιητή, η αθηναϊκή κοινωνία αλλάζει και μετατρέπεται από αγροτική σε αστική, γεγονός που επιφέρει σημαντικές μεταβολές στην οικονομία, όπου πλέον κυριαρχούν οι εμπορικές συναλλαγές και όχι η εκμετάλλευση της γης. Οι αλλαγές αυτές δεν βρίσκουν σύμφωνο τον συντηρητικό Αριστοφάνη, που εναντιώνεται σε κάθε νεωτερισμό και υποστηρίζει πως οι συμπολίτες του πρέπει να επιστρέψουν στην καλλιέργεια των αγρών.
Εκτός από τη θέση του στα κοινωνικά και πολίτικα προβλήματα ο ποιητής περιγράφει και την ομορφιά της απλής ζωής. «Οι χαρές της ζωής με ειρήνη έξω από το άστυ, με όλους τους καρπούς και τα προϊόντα που έχει να δείξει η ελληνική γη είναι το προσφιλές θέμα του». «Ο κωμωδιογράφος υμνεί τις παλαιές παραδόσεις και την αρχαία παιδεία ·εγκωμιάζει τον απλό αγρότη και τις φυσικές χαρές της ζωής». Την εποχή που συντάσσει τις κωμωδίες του, οι αγρότες της Αττικής αποτελούν μια μερίδα πολιτών που έχουν πληγεί ανεπανόρθωτα από τον πόλεμο χάνοντας τις καλλιέργειες τους. Με την αρχή του εμφύλιου πολέμου και έπειτα, από την πρώτη εχθρική εισβολή των Λακεδαιμονίων στην Αττική το 431 π.Χ. οι αγρότες αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τη γη τους και να μεταβούν στην πόλη της Αθήνας. «Ο Αριστοφάνης περιγράφει στις κωμωδίες του την άθλια κατάσταση που βίωναν κλεισμένοι στα τείχη της Αθήνας». Οι Πελοποννήσιοι φτάνοντας στην Αττική βρίσκουν τη γη εγκαταλελειμμένη, κλέβουν τις σοδειές και καταστρέφουν τα αμπέλια και τα μποστάνια. Οι αγρότες ζητούν μάταια από τον Περικλή να τους αφήσει να βγουν έξω από τα τείχη, θα αναγκαστούν να παραμείνουν κλεισμένοι στην Αθήνα. Η αστικοποίηση, όπως είναι εύλογο, επιφέρει μεγάλες κοινωνικές και πολιτικές μεταβολές, καθώς δεν είχαν δημιουργηθεί οι κατάλληλες συνθήκες για την ένταξη των αγροτικών οικογενειών.
Σ' όλα τα έργα του ο κωμικός ποιητής μας παρουσιάζει τόσο τους αγρότες που επιθυμούν την ειρήνη, όσο και εκείνους που χάνοντας τα κτήματα τους χειραγωγήθηκαν από τους δημαγωγούς και πίστεψαν πως ο πόλεμος πρέπει να συνεχιστεί μέχρι την τελική εξολόθρευση του αντιπάλου. Θεωρεί πως ο αγροτικός πληθυσμός πρέπει να αντιληφθεί τα πολιτικά παιχνίδια εις βάρος του και να αγωνιστεί για την επικράτηση της ειρήνης. Οι αγρότες εξαιτίας της δουλειάς τους και της απόστασης της υπαίθρου από την πόλη της Αθήνας, δεν συμμετείχαν πριν τον πόλεμο συχνά στις συνελεύσεις, συνεπώς η έλλειψη εμπειρίας στην πολιτική ζωή τους καθιστούσε εύκολα θύματα στα χέρια των δημαγωγών. Όταν κυριαρχήσει και πάλι η ειρήνη και επιστρέψουν οι αγρότες στην ύπαιθρο και τη φιλήσυχη ζωή τους θα κατανοήσουν τι τους στέρησαν τόσο καιρό οι δημαγωγοί και οι υπεύθυνοι του πολέμου. «Η μερίδα αυτή του αθηναϊκού λαού έλπιζε να πάρουν τέλος οι ταλαιπωρίες της και να ξαναχαρεί τη ζωή στην αττική ύπαιθρο, είτε με την επίτευξη ειρήνης, είτε με την επιμονή ως τη συντριβή των αντιπάλων». Η επιθυμία των αγροτών για σύναψη ειρήνης ή έστω εκεχειρίας με τους Λακεδαιμόνιους όξυνε ακόμη περισσότερο τη δύσκολη κατάσταση στην οποία βρισκόταν η Αθήνα, δημιουργώντας πολιτική αναταραχή. «Ο Αριστοφάνης προσέγγισε με ιδιαίτερη συμπάθεια τα αιτήματα του αγροτικού πληθυσμού και ανέδειξε επανειλημμένως στα έργα του τα σοβαρότατα προβλήματα που αντιμετώπιζε εξαιτίας της παρατεταμένης πολεμικής σύγκρουσης». Ο ποιητής θα παρουσιάσει τα προβλήματα τους και θα χαρακτηριστεί ως «εκπρόσωπος των δημοκρατικών αγροτών που αντιτίθεται στους ολιγαρχικούς. Σε πολλές κωμωδίες του Αριστοφάνη οι ήρωες είναι αγρότες, όπως στα έργα Ἀχαρνῆς, Εἰρήνη, Νεφέλαι, Πλοῦτος, ενώ σε άλλες κωμωδίες ο ποιητής δίνει ονόματα παρμένα από τη φύση και το ζωικό βασίλειο, όπως στους Βατράχους, στους Σφῆκες, στους Ὄρνιθες,. Πέρα από τις γνωστές κωμωδίες που έχουν σωθεί ο Αριστοφάνης έγραψε και άλλες δυο κωμωδίες με τίτλους Γῆρας και Ἀνάγυρος , όπου επικρατεί και πάλι η αγροτική ζωή. Στις κωμωδίες αυτές η Αθήνα παρακμάζει, τα χωράφια δεν είναι πλεον καρποφόρα και οι σοδειές τους δεν καθιστούν τον πληθυσμό αυτάρκη. Ωστόσο, δεν έχουμε επαρκείς πληροφορίες γι’ αυτά τα δυο έργα που δεν σώζονται σήμερα. Τέλος, ένα ακόμη έργο του ποιητή που δεν σώζεται έχει τον τίτλο Γεωργοί.
Αναντίρρητα, η φύση επιδρά στη βιολογική και πνευματική ζωή των ανθρώπων. Στις κωμωδίες του Αριστοφάνη, οι θεατές επιστρέφουν νοητά στη φύση για όσο διαρκεί η θεατρική παράσταση. Με την τεχνική αυτήν, γνωρίζουν τους ίδιους τους εαυτούς τους, αποκτούν την αυτοκυριαρχία τους και βρίσκουν την ψυχική τους γαλήνη και αρμονία. Η φύση έχει ζωτική σημασία για το ανθρώπινο είδος, γιατί εκεί ο άνθρωπος γεννιέται, αναπτύσσεται, ζει και πεθαίνει σ’ έναν κύκλο δημιουργίας και συνέχειας. Στις περισσότερες κωμωδίες του κωμικού ποιητή, όπως προαναφέρθηκε, οι πρωταγωνιστές στο τέλος επιστρέφουν στο φυσικό περιβάλλον ευτυχισμένοι. Στους Σφῆκες ο κεντρικός ήρωας ο Φιλοκλέωνας αφού περάσει πολλές περιπέτειες για να ικανοποιήσει τη δικομάνια του και τις άλλες σαθρές πολιτικές εκδηλώσεις της Αθήνας του 5ου αιώνα, στο τέλος της κωμωδίας θα κατορθώσει να απαλλαχθεί από την αγάπη του για τα δικαστήρια και θα επιστρέψει στην απλή, αγροτική ζωή χορεύοντας χαρούμενος. Τότε θα ζήσει ευτυχισμένος, απαλλαγμένος από τους νόμους της πόλης και θεραπευμένος από την προγενέστερη δικομανία του‧ θα είναι έτοιμος να απολαύσει τις χαρές της ζωής στην ύπαιθρο. Η κωμωδία θα κλείσει με τον ήρωα να χορεύει μεθυσμένος με τους τρεις γιους του κωμωδιογράφου Καρκίνου, μεταμφιεσμένους σε καβούρια. Η ευημερία για να επιτευχθεί απαιτεί μια απλή ζωή, μακριά από τους θεσμούς της πόλης που αλλοτριώνουν τις ηθικές αξίες του ανθρώπου. Εν αντιθέσει οι άνθρωποι στην ύπαιθρο φαίνεται να ζουν ευτυχισμένοι και χωρίς να είναι επιβαρυμένοι από τις αστικές πολιτικές σκοτούρες. Στις Νεφέλες ο ποιητής δίνει την αξία της ζωής κοντά στη φύση από τους πρώτους κιολας στίχους. Μέσα από τα λόγια του ο κεντρικός ήρωας, ένας πρώην αγρότης, ο Στρεψιάδης παραθέτει τα θετικά της αγροτικής ζωής συγκρίνοντας τη με την αστική. Ο Στρεψιάδης, όπως και ο Δικαιόπολις από τους Ἀχαρνῆς νοσταλγούν τη ζωή τους κοντά στη φύση, όπου δούλευαν στα χωράφια τους και απολάμβαναν την καρποφορία της γης.
Οι αγρότες αγαπούσαν ιδιαιτέρως τα χωράφια τους και η αδυναμία τους προς τη γη γινόταν ευδιάκριτη πρωτίστως, όταν ερχόταν σε σύγκριση με την αστική ζωή. Ο Αριστοφάνης συνεπώς, μας παρουσιάζει το πόσο αυτάρκεις και ευδαίμονες είναι οι άνθρωποι που ζουν κοντά στη φύση. Η υπεροχή της ζωής στην ύπαιθρο έναντι της αστικής φαίνεται ακόμη μέσα και από τον επιρρηματικό αγώνα του Δικαίου και του Άδικου λόγου στη συγκεκριμένη κωμωδία. «Ο Δίκαιος λόγος υποστηρίζει την υγιή ζωή της υπαίθρου, την καλή υγεία και τη φυσική ρώμη που αποκτά κανείς με την καλλιέργεια της γης, ενώ όλα αυτά χτίζουν μια ηθική παλιού τύπου που περιλαμβάνει πίστη στους θεούς, στις αρετές στην παραδοσιακή μουσική και ποίηση168». Κοντά στη φύση οι άνθρωποι ζουν με σεμνότητα, σεβασμό στους μεγαλύτερους, γαλήνη, ηρεμία και ξεγνοιασιά. Στον αντίποδα μέσω του Άδικου λόγου αποδοκιμάζει την αστική ζωή. Οι αστοί έχουν ως κύριο μέλημα τους τις σαρκικές ηδονές, την ανηθικότητα, την οκνηρία, επιδίδονται σε ανούσιους συλλογισμούς και έχουν καχεκτική εμφάνιση. Στους Ἀχαρνῆς οι αγρότες μέσα στην πόλη της Αθήνας, εγκλωβισμένοι στα Μακρά τείχη είναι δυστυχισμένοι, πέφτουν θύματα των δημαγωγών και γίνονται θύματα των αστών. Η επιστροφή τους στην ύπαιθρο θα σηματοδοτήσει την έναρξη της χαρούμενης και μακάριας ζωής, γεμάτης από απολαύσεις.
Οι Ὄρνιθες αποτελούν μια ακόμη κωμωδία που ο άνθρωπος έρχεται κοντά στη φύση και σε άμεση επαφή με τα ζώα. Στο έργο αυτό ο Αριστοφάνης μας παρουσιάζει μια νέα αρχή των ανθρώπων σε μια ειδυλλιακή τοποθεσία. Ο τόπος των πουλιών, κοντά στον ουρανό και στη φύση είναι ένας ουτοπικός κόσμος μακριά από τις έγνοιες, τα προβλήματα των ανθρώπων και τη δικομανία των Αθηναίων. Η αλληλένδετη σχέση ζώων και ανθρώπων, ανθρώπων και φύσης είναι ορατή. Οι άνθρωποι δεν αντέχουν άλλο την παραμονή τους στην πόλη· προκειμένου να επιβιώσουν θα αναζητήσουν μια νέα οικία κοντά στα πουλιά. Μόνο τα πουλιά σύμφωνα με τους χρησμούς του μαντείου θα τους επιδείξουν το σημείο ίδρυσης της νέας πόλης τους. Τα πουλιά με τη σειρά τους χρειάζονται τη συνδρομή των ανθρώπων (του Πισθέταιρου και του Ευελπίδη) για να αποκαταστήσουν την τιμή τους και να πάρουν πάλι την εξουσία τους πίσω, καθώς εξαιτίας της ανευθυνότητας τους την έχασαν. Τα πτηνά διατηρώντας κάποια κατάλοιπα εξουσίας και σε συνεργασία με τους ανθρώπους, θα έρθουν αντιμέτωπα με τους Ολύμπιους θεούς και θα σώσουν το ανθρώπινο είδος. Θα προσφέρουν πολλά αγαθά στους ανθρώπους (στχ 588-610). Η στενή σχέση μεταξύ ανθρώπων και πτηνών στη συγκεκριμένη κωμωδία, αποδεικνύεται και από τις μεταξύ τους ομοιότητες. Τα πουλιά διαθέτουν ανθρώπινα χαρακτηριστικά, καθώς έχουν ήθη, έθιμα (στχ 471), νόμους (στχ 1345), όρκους (στχ 331) και στρατιωτική οργάνωση (στχ 448) όπως ακριβώς και οι άνθρωποι.
Η σημασία όμως της φύσης και της χρήσης του φανταστικού στοιχείου στους Ὄρνιθες είναι βαθύτερη. «Η Νεφελοκοκκυγία αποτελεί τον παράδεισο της ειρήνης στο μυαλό του ποιητή, εφόσον το μέρος της παράβασης (685-702), το οποίο σχετίζεται με τη θεογονία, λειτουργεί προς υποβάθμιση των πολεμικών συρράξεων μεταξύ των δύο συμμαχιών, προβάλλοντας το ανούσιο στοιχείο του πολέμου, εν συγκρίσει με τη θεϊκή φύση των πτηνών και των θεών». Από την άλλη πλευρά ο φανταστικός κόσμος των πουλιών, η Νεφελοκοκκυγία μπορεί να ταυτιστεί με την αλαζονεία του αθηναϊκού ιμπεριαλισμού. «Ένα κράτος με φτερά, μετέωρο στον αέρα και θεμελιωμένο στο κενό, σαν σύμβολο της ασίγαστης πλεονεξίας και της θαυμαστής τρέλας των Αθηναίων, που μασκαρεύονται μόνο ελαφρά κάτω από το ονειρικό πέπλο του παραμυθιού». Οι ήρωες μάταια πιστεύουν πως αν φύγουν από την πόλη και ζήσουν κοντά στη φύση θα βρουν την απολυτή ευδαιμονία, καθώς η επαφή μόνο με τη φύση δεν εξασφαλίζει κάτι τέτοιο. Πρώτα οι ίδιοι οι άνθρωποι θα πρέπει να αναλάβουν τις προσωπικές ευθύνες τους και να αφήσουν τα ατομικά μικροσυμφέροντα. Η σύνδεση της φύσης με τα έργα του Αριστοφάνη αποδεικνύεται και στους Βατράχους. Η συγκεκριμένη κωμωδία συνδέεται άμεσα με τα Ελευσίνα Μυστήρια, αλλά και με τα Μικρά Μυστήρια των Αγρών. Κύριο στοιχείο αποτελεί η διεξαγωγή του έργου σ΄ ένα λιβάδι. Τα λιβάδια ήταν οι κατεξοχήν χώροι, όπου λάμβαναν χώρα τέτοιου είδους μυστήρια. Συνεπώς, και στην κωμωδία αυτή ο Διόνυσος καλείται να επιστρέψει στον τόπο του, δηλαδή στην ύπαιθρο. Μαζί με το θεό καλούνται και όλοι οι θεατές να μεταβούν σ’ εκείνο το λιβάδι. Όλες οι διονυσιακές τελετές αποδεικνύουν την ενδόμυχη ανάγκη του ανθρώπου να ενωθεί ψυχικά με το ζωικό βασίλειο και τη φύση. Κύριος στόχος η επιστροφή του ανθρώπου στον πατροπαράδοτο τρόπο ζωής με τις παλιές ηθικές αξίες, την αγάπη για την ύπαιθρο και μακριά από τις αστικές φιλοπόλεμες διαθέσεις.
Συμπερασματικά, ο Αριστοφάνης με φιλειρηνική διάθεση εξυμνεί τη φύση, την απλή αγροτική ζωή, σε μια εποχή όπου κυριαρχεί μια φιλοπόλεμη διάθεση και οι ηθικές αξίες έχουν υποστεί διάβρωση. Η ζωή στην πόλη, μακριά από τη φύση, από τις πατρογονικές αξίες οδηγεί στη διαφθορά, στην εκμετάλλευση των αδυνάτων, στο κυνήγι του “εύκολου” χρήματος, στον ατομικισμό, στην αμαύρωση της πολιτικής ζωής. Από την άλλη πλευρά, η ζωή στην ύπαιθρο ταυτίζεται με την ειρήνη, με την απόλαυση των υλικών αγαθών, με την σεξουαλική ικανοποίηση, τη χαρούμενη και ανέμελη ζωή των ανθρώπων που δεν χάνουν την ευκαιρία για να γλεντοκοπήσουν και να τραγουδήσουν για χάρη της.
Πηγή : ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΤΜΗΜΑ ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ
«ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ: ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ»
ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
«Η ύπαιθρος, η φύση και η αγροτική ζωή στις κωμωδίες του Αριστοφάνη»
Ζγκούρα Ανδρομάχη