Κήπος και αγρόκτημα στην Ελλάδα

Κήπος και αγρόκτημα στην Ελλάδα
Κήπος και αγρόκτημα στην Ελλάδα

Τετάρτη 30 Απριλίου 2025

Πλίνιος ο Πρεσβύτερος : Φυσική Ιστορία (Μέρος Β)

Στην «Φυσική Ιστορία» στο κεφάλαιο ο Άνθρωπος (Naturalis Historia VII liber)
«Έδωσα μια περιγραφή του κόσμου και των χωρών, των ειδών, των θαλασσών, των σημαντικών ποταμών, νησιών και πόλεων που αυτός περιέχει. Υπάρχουν κι άλλα πολλά που δεν είπα αφού ο ανθρώπινος νους δεν είναι αρκετά ικανός για να εξερευνήσει όλα τα πεδία.
» Απ’ όλα τα ζώα του κόσμου, η πρώτη θέση πρέπει δικαιωματικά να δοθεί στον Άνθρωπο, για χάρη του οποίου η Φύση φαίνεται να έχει δημιουργήσει όλα τα άλλα πράγματα – αν και ζητά σκληρό αντίτιμο για όλα τα πλούσια δώρα της, κάνοντας το σχεδόν αδύνατο να κρίνεις αν ήταν ένας καλός γονέας για τον Άνθρωπο ή αν ήταν μια ανελέητη μητριά.
»Πρώτα απ’ όλα, τον άνθρωπο μονάχα, απ’ όλα τα ζώα, τον καλύπτει με δανεικά υλικά. Όλα τα υπόλοιπα όντα, σε όλη τους την απειράριθμη ποικιλία, σοφά τα ντύνει με σκεπάσματα – κελύφη, φλοιούς, λέπια, φτερά, θώρακες, πανοπλίες, ακόμη και τους κορμούς των δέντρων, τους έχει προστατέψει από το κρύο και την ζέστη με σκληρό και παχύ φλοιό, συχνά διπλό και τριπλό, αλλά μόνο τον άνθρωπο, από την ημέρα της γέννησης του, τον ξεβράζει στον κόσμο γυμνό, πάνω στο αφιλόξενο γυμνό έδαφος, για να ξεσπάσει αμέσως σε θρήνο και κλάμα.
» Κανένα άλλο από όλα τα έμβια όντα δεν ρέπει τόσο πολύ προς τα δάκρυα και το κλάμα, κι αυτό αμέσως στο ίδιο το ξεκίνημα της ζωής. Ακόμη και εκείνο το πολυσυζητημένο χαμόγελο της βρεφικής ηλικίας, δεν σχηματίζεται στα χείλη κανενός παιδιού μικρότερου από έξι εβδομάδες.
» Αυτή η μύηση στο φως, αφού εγκαταλείψει ο άνθρωπος το σκοτάδι της μήτρα του, ακολουθείται από μια μεγάλη περίοδο δεσμών και εξάρτησης, τέτοια εμπόδια κανένα άλλο όν δεν τα συναντά -ούτε ακόμη κι εκείνα τα ζώα που ανατρέφονται ανάμεσα μας- κανένα από τα άκρα του δεν λειτουργεί για πάρα πολύ καιρό, σαν να είναι δεμένα από αόρατα δεσμά και περιορισμένα κι έτσι, μόλις καταφέρει να γεννηθεί, κείτεται με χέρια και πόδια αλυσοδεμένα, κλαίγοντας απαρηγόρητα.
»Το ζώο που θα γίνει κύριος όλων των άλλων, μυείται στην ζωή, με τιμωρία, εξαιτίας ενός και μόνου λάθους, του παραπτώματος της γέννησης του. Αλίμονο, τι τρέλα για εκείνους που σκέφτονται ότι με ένα τέτοιο ξεκίνημα θα ανατραφούν σε περήφανη θέση.
»Η πρώτη υπόσχεση δύναμης και το πρώτο δάνειο χρόνου που του δίδεται, τον μετατρέπει σε ένα τετράποδο ζώο, κυλιέται στα τέσσερα. Πότε αρχίζει ο άνθρωπος να περπατά; Πότε αρχίζει να μιλά; Πότε το στόμα του είναι αρκετά σκληρό για να μπορεί να δεχθεί κανονική τροφή; Πόσο καιρό κάνει για να συμπυκνωθεί και να δέσει το κρανίο του, ένα σημάδι ότι είναι το πιο αδύναμο από όλα τα όντα. Κανένα άλλο ζώο δεν είναι τόσο ανήμπορο μετά την γέννηση του και για τόσο πολύ καιρό, ευάλωτο από τα πάντα και κανένα άλλο ζώο δεν είναι εξαρτημένο τόσο απόλυτα από τους γονείς του για τόσα πολλά χρόνια, ανίκανο, σε πλήρη άγνοια, παραδομένο στην μοίρα. Ύστερα, μετά την γέννηση, έρχονται οι αρρώστιες του και όλες εκείνες οι θεραπείες ενάντια στις αρρώστιες του που με την σειρά τους θα ηττηθούν από νέες αρρώστιες.
» Το γεγονός ότι όλα τα άλλα ζώα, έχουν συνείδηση της φύσης τους, κάποια χρησιμοποιούν την ταχύτητα, άλλα το ικανό τους πέταγμα, άλλα κολυμπούν, ενώ απ’ όλα τα ζώα της φύσης, ο άνθρωπος δεν γνωρίζει τίποτε απολύτως -εκτός κι αν το διδαχθεί- δεν γνωρίζει ούτε να μιλά και να επικοινωνεί, ούτε να περπατά, ούτε καν να τρώει. Με λίγα λόγια, το μοναδικό πράγμα που μπορεί να κάνει από ένστικτο, είναι να κλαίει. Αναπόφευκτα υπήρξαν πολλοί που πίστεψαν ότι καλύτερα θα ήταν να μην είχε γεννηθεί, ή ότι θα πρέπει να τελειώνει το συντομότερο δυνατόν. Στον άνθρωπο μονάχα, απ’ όλα τα ζώα του κόσμου, δίνεται η θλίψη, μονάχα αυτός την νοιώθει κι επίσης μόνο σε αυτόν δίδεται η πολυτέλεια -κι αυτή σε αμέτρητες μορφές- αγγίζοντας κάθε ξεχωριστό τμήμα της οντότητας του, απ’ όλα τα όντα, μονάχα αυτός έχει φιλοδοξία, πλεονεξία, απύθμενη επιθυμία, όρεξη και πόθο για ζωή, μόνο αυτός έχει προσδοκία, δεισιδαιμονία, αγωνία για τον θάνατο και την ταφή κι ακόμη την αναρώτηση για το τι θα γίνει αφότου δεν θα υπάρχει πια.
»Κανενός όντος η ζωή δεν είναι τόσο επισφαλής και αβέβαιη όσο του ανθρώπου, κανένα ζώο δεν έχει τόσο μεγάλη λαχτάρα για όλες τις ηδονές και τις ευχαριστήσεις, κανένα δεν έχει τόσο συγχυσμένη δειλία ή πιο άγρια οργή. Στην φυσική τους κατάσταση, όλα τα άλλα όντα περνούν τον χρόνο τους άξια ανάμεσα στα όμοια του είδους τους. Τα βλέπουμε να συγκεντρώνονται σε συντροφικά κοπάδια, να στέκουν όλα μαζί ενάντια σε άλλα είδη ζώων· ακόμη και τα πιο άγρια λιοντάρια δεν πολεμούν μεταξύ τους, το δάγκωμα του φιδιού δεν επιτίθεται στα άλλα φίδια, ακόμη και τα τέρατα της θάλασσας και τα ψάρια δείχνουν την σκληρότητα τους μόνο ενάντια σε άλλα είδη διαφορετικά από τα ίδια. Ενώ ο άνθρωπος, τα’ ορκίζομαι, μονάχα σ’ αυτόν συμβαίνει, όλα του τα κακά τα παθαίνει από τους συνανθρώπους του».
Αυτά ο φιλόσοφος τα γράφει το 60 μ.κ.ε. κι όπως βλέπουμε πάνω από δύο χιλιάδες χρόνια μετά, την εποχή της ταχύτητας και της τεχνητής νοημοσύνης, τίποτε δεν έχει αλλάξει για το ανθρώπινο ζώο. Εξακολουθεί να κλαίει, να ουρλιάζει και να διαλαλεί στα πέρατα του γαλαξία, την ανικανότητα του. Αυτό και μόνο το απόσπασμα του Πλίνιου δείχνει ξεκάθαρα ότι ο άνθρωπος είναι ένα ον φτιαγμένο σε εργαστήριο κι όχι από κάποια φυσική εξέλιξη ή ό,τι είναι ένα ον που πετάχτηκε εδωνά από κάπου αλλού και ουδεμία σχέση με την φυσική εξέλιξη του πλανήτη γη. Ακόμη κι ο πίθηκος ο μακρινός του «πρόγονος» κατά την ελλιπέστατη κι αφελή ομώνυμη θεωρεία, διαθέτει όπλα κι ένστικτο εν τη γενέσει του. Ο άνθρωπος αν δεν διδαχθεί δεν διαθέτει τίποτε απολύτως.
Πηγή : https://terrapapers.com/plinios-o-presvyteros/

Πλίνιος ο Πρεσβύτερος : Φυσική Ιστορία (Μέρος Α)

Ο Γάιος Πλίνιος Σεκούνδος, ο επιλεγόμενος Πρεσβύτερος, γεννήθηκε το 23 ή 24 μ.Χ. στο Κόμο της Βόρειας Ιταλίας και πέθανε στις 24 Αυγούστου του 79 μ.Χ. πνιγμένος από τους δηλητηριώδεις ατμούς της έκρηξης του Βεζουβίου που κατέστρεψε την Πομπηία. Στρατιωτικός ψηλά στην ιεραρχία και διοικητής επαρχίας, υπηρέτησε από την Ισπανία μέχρι τη Συρία. Ιστορικός και εγκυκλοπαιδιστής, υπήρξε πολυγραφότατος και πολυσχιδής συγγραφέας. Ολοκλήρωσε τα 37 βιβλία της Φυσικής Ιστορίας το 77 μ.Χ. Στο 35ο βιβλίο, όπου εξετάζονται τα διάφορα είδη γαιών, βασικής πρώτης ύλης για τις χρωστικές ουσίες του καιρού του, παραθέτει μια Ιστορία της ζωγραφικής και απαριθμεί τους κυριότερους εκπροσώπους της από τον 6ο π.Χ. μέχρι τον 1ο μ.Χ. αι. Στο ίδιο βιβλίο περιλαμβάνεται και μία σύντομη ιστορία της πλαστικής.
Στην λατινική γραμματολογία, ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος καταλαμβάνει την υψηλότερη θέση, δίπλα στον Κικέρωνα και τον Βιργίλιο. Το μόνο έργο του που έχει σωθεί είναι η Φυσική Ιστορία, ένα πλήρες εγκυκλοπαιδικό σύγγραμμα φιλοσοφίας (ιδιαιτέρως φυσικής φιλοσοφίας) το οποίο συνόψιζε όλη την γνώση της εποχής του, ανθολογημένη από διάσπαρτα προγενέστερα ελληνικά και λατινικά συγγράμματα, στους τομείς της μεταφυσικής, της αστρονομίας, των μαθηματικών, της γεωγραφίας, της εθνογραφίας, της ανθρωπολογίας, της ζωολογίας, της βοτανολογίας, της φαρμακολογίας, της ηφαιστειολογίας, της ορυκτολογίας, αλλά και της τέχνης της γλυπτικής, της ζωγραφικής, της αρχιτεκτονικής και ορισμένων συναφών τεχνολογικών κλάδων όπως η εξόρυξη, η μεταλλουργία κλπ.
Στην περιγραφή των φυτών, ο Πλίνιος μπόρεσε να συλλέξει πάμπολλες θεραπείες με βότανα. Στο τέλος του έργου, ως ο μοναδικός Ρωμαίος πλην του Λουκρητίου που είχε ποτέ για θέμα του ολόκληρο το βασίλειο της Φύσεως, προσεύχεται για τις ευλογίες της παγκόσμιας μητέρας.
Κατά τους αιώνες που ακολούθησαν η Φυσική Ιστορία χρησιμοποιήθηκε ως έγκυρη πηγή από αναρίθμητους σοφούς, τόσο σε θέματα φυσικής φιλοσοφίας όσο και ιατρικής. Ο Πλίνιος εμφανίζει οξύ ενδιαφέρον για την φύση και την μελετά με τρόπο καινοφανή ως τότε στην Ρώμη, ενώ η μικρή υπόληψη της οποίας έχαιραν μελέτες αυτού του είδους δεν τον αποθαρρύνει από την προσπάθειά του.
Η Ιστορία του δεν υπολείπεται σε τίποτα από μία εγκυκλοπαίδεια για την φύση, αλλά και την τέχνη, όταν η τελευταία συνδέεται με την φύση ή εμπνέεται από αυτήν. Μελέτησε τις αρχικές πηγές σε κάθε αντικείμενο: οι indices auctorum του είναι οι πηγές του από πρώτο ή δεύτερο χέρι. Η επιστημονική του περιέργεια εξάλλου οδήγησε μάλλον στον θάνατό του κατά την έκρηξη του Βεζούβιου. Το ύφος του προδίδει την επίδραση του Σενέκα του Νεότερου. Στοχεύει λιγότερο στην καθαρότητα και στην ζωντάνια και περισσότερο στην επιγραμματική παράθεση. Αγαπά τα αντιθετικά σχήματα, όσο και τις ερωτήσεις ή τον θαυμασμό για κάτι. Η καλλιέπεια των προτάσεων θυσιάζεται στο πάθος για έμφαση, ενώ η δομή τους είναι χαλαρή.
Πλίνιος ο Πρεσβύτερος Περί της Αρχαίας Ελληνικής Ζωγραφικής 35ο ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ «ΦΥΣΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ»
Στο 35ο βιβλίο, εξετάζονται τα διάφορα είδη γαιών, βασικής πρώτης ύλης για τις χρωστικές ουσίες του καιρού του, παραθέτει μια Ιστορία της ζωγραφικής και απαριθμεί τους κυριότερους εκπροσώπους της από τον 6ο π.κ.ε. μέχρι τον 1ο μ.κ.ε. αι. Στο ίδιο βιβλίο περιλαμβάνεται και μία σύντομη ιστορία της πλαστικής.
Τα περί τέχνης κεφάλαια του Πλίνιου είναι πολύτιμα και αναντικατάστατα γιατί συμπληρώνουν και εντάσσουν σ’ ένα σύνολο τις σκόρπιες πληροφορίες που έχουμε από άλλες ποικίλες πηγές και ακόμα γιατί μας κάνουν γνωστά τα ονόματα και τα έργα εκατοντάδων αρχαίων γλυπτών, ζωγράφων και ψηφοθετών άγνωστων από άλλες πηγές. Είναι το εκτενέστερο και πληρέστερα διαρθρωμένο αρχείο της ελληνικής τέχνης που έχουμε από την αρχαιότητα.
Η παρούσα έκδοση (εκδόσεις ΑΓΡΑ /Απρίλιος 2009) είναι η πρώτη απόπειρα να εκδοθεί πλήρες και σχολιασμένο το κείμενο του Πλίνιου στα ελληνικά. Σ’ ένα εκτενέστατο σώμα σημειώσεων του ζωγράφου Αλέκου Λεβίδη, παρατίθενται τα αποσπάσματα όλων των σημαντικών συγγραφέων και σχολιαστών της Αρχαιότητας, απ’ τον Λουκιανό, τον Αιλιανό, τον Πλούταρχο, τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, τον Θεόφραστο, τον Φιλόστρατο, τον Ξενοκράτη, τον Διογένη τον Λαέρτιο, τον Κικέρωνα κ.ά., που αναφέρονται στα θέματα που θίγει ο Πλίνιος, καθώς και οι σημαντικότερες απόψεις των παλαιότερων και σύγχρονων σχολιαστών γύρω από τα θέματα ιστορίας, τέχνης, τεχνικής και ορολογίας που θέτει το κείμενο. Η έκδοση συνοδεύεται από ένα ένθετο 64 σελίδων με φωτογραφίες έργων της αρχαιότητας που φωτίζουν το κείμενο, καθώς και εκτενές Επίμετρο με κείμενο του ζωγράφου Γιάννη Τσαρούχη για την αρχαία ελληνική ζωγραφική και του V. J. Bruno για τα υλικά της κλασικής ζωγραφικής, και επίσης τις επιστολές του Πλίνιου του Νεότερου για την σταδιοδρομία και για τον θάνατο του Πλίνιου του Πρεσβύτερου.
Για τους καλλιτέχνες και για τους πνευματικούς ανθρώπους της Αναγέννησης, η αρχαία τέχνη αποτελούσε το ιδανικό πρότυπο, το μέτρο σύγκρισης, το σημείο αναφοράς. Τα μεγάλα κέντρα της Ιταλίας είχαν το καθένα ξεχωριστά μια ειδική σχέση και έναν έντονο προσανατολισμό προς την Αρχαιότητα. Η Φλωρεντία είχε τον πλούτο, τους Μεδίκους και τους λόγιους, η Βενετία μια πιο άμεση επαφή με την Ανατολή και την Ελλάδα και η Ρώμη τον συγκεντρωτισμό, τη δύναμη των παπών και τα ρωμαϊκά ερείπια. Είναι αλήθεια ότι η γνώση της αρχαίας τέχνης στην Αναγέννηση ήταν αρχικά στην ουσία της φιλολογική. 
Τα κλασικά αριστουργήματα της γλυπτικής (5ος-4ος αιώνας π.κ.ε.) μετά την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, όταν κατέρρευσε εντελώς ο αρχαίος κόσμος, καταστράφηκαν, χάθηκαν και ξεχάστηκαν.
Συγγραφείς όπως ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος στο έργο του Φυσική ιστορία (περ. 70 μ.κ.ε.) ή ο Παυσανίας στο έργο του Ελλάδος περιήγησις (2ος αιώνας μ.κ.ε.) κατέγραψαν καταλόγους έργων καλλιτεχνών, τα οποία στη δική τους εποχή, δηλαδή 4-5 αιώνες μετά τη δημιουργία των πρωτοτύπων, αντιγράφονταν σε ειδικά εργαστήρια. Η επιλογή των έργων που αντιγράφονταν, κυρίως τα αντίγραφα των κλασικών έργων, καθοριζόταν από το γούστο της ρωμαϊκής εποχής. Οι Ρωμαίοι αντέγραφαν ορισμένα έργα, συχνά σε πάρα πολλές επαναλήψεις, τα οποία σε νέα συμφραζόμενα πλέον προορίζονταν να διακοσμήσουν κήπους, θέρμες, βιβλιοθήκες, ανάκτορα των Ρωμαίων κ.ά. Έτσι, το μεγαλύτερο μέρος του έργου μεγάλων καλλιτεχνών της κλασικής εποχής, του Φειδία, του Πολυκλείτου, του Πραξιτέλη κ.ά., το γνωρίζουμε κυρίως χάρη στα ρωμαϊκά αντίγραφα. Και μολονότι η τέχνη καθαυτή των μεγάλων καλλιτεχνών της κλασικής εποχής ήταν άγνωστη στην Δύση, αφού δεν μπορούσε να δει κανείς τα έργα τους, παρέμενε η ανάμνηση, η φήμη τους μέσω των κειμένων.
Πλίνιος ο Πρεσβύτερος
«Μεταξύ αυτών των πραγμάτων, ένα μοιάζει βέβαιο: ότι καμιά βεβαιότητα δεν υπάρχει και ότι δεν υπάρχει τίποτα το πιο αξιολύπητο ή πιο θρασύ από τον άνθρωπο.»
«Εξαιτίας μιας περίεργης αρρώστιας του ανθρώπινου μυαλού, μας ευχαριστεί να απαθανατίζουμε στην Ιστορία καταγραφές σφαγών και αιματοχυσιών, έτσι ώστε οι αγνοούντες τα γεγονότα του κόσμου να κάνουν τη γνωριμία τους με τα εγκλήματα της ανθρωπότητας.»
«Υπάρχουν άνθρωποι ακέφαλοι που ‘χουν τα μάτια τους στην πλάτη, άνθρωποι με κεφάλι σκύλου που επικοινωνούν μεταξύ τους γαβγίζοντας, φίδια που πετάγονται με ένα σάλτο από το έδαφος και πιάνουν πετούμενα πουλιά, καθώς και ένα είδος ερπετού της Αφρικής που κομματιάζει βράχους μόνο με την ανάσα του και που είναι τόσο δηλητηριώδες, ώστε όταν κάποια μέρα ένας άνθρωπος σκότωσε κάποιο που βρισκόταν στην πλάτη του αλόγου του, το δηλητήριο απλώθηκε στην λόγχη του άντρα με αποτέλεσμα να πεθάνει τόσο ο ίδιος, όσο και το άλογο.»
Πηγή : https://terrapapers.com/plinios-o-presvyteros/
https://www.politeianet.gr/books/9789603251231-pliny-the-elder-gaius-plinius-secundus-agra-peri-tis-archaias-ellinikis-zografikis-198032

Λουκρήτιος: Περί της φύσης των πραγμάτων (Μέρος Β)

Απόσπασμα από την εισαγωγή του 2ου Βιβλίου (ΙΙ,14)
Τίποτε δε είναι τόσο γλυκό, όπως το να κρατείς τα ατάραχα κάστρα,
που των σοφών οι διδαχές τα χουν καλοαρματώσει
κι από κει τους άλλους να μπορείς να βλέπεις ένα γύρω.
Θα τους κοιτάς (τους ανθρώπους) να ναι πλανούμενοι και θα τους αγναντεύεις,
πως σκορπισμένοι αναζητούν τον δρόμο της ζωής
και πως για εξυπνάδα μάχονται και για ευγένειες φιλονικούν.
Θα τους κοιτάς πως στα υψηλά αξιώματα με τρανούς κόπους,
μέρα νύχτα πασκίζουν ν΄ ανεβούν και όλα να τ΄ αφεντέψουν.
Άτυχα ανθρώπινα μυαλά και τυφλωμένα στήθη.
Σε τι ζωή τρισκόταδη και σε κινδύνους πόσους,
αυτός ο λίγος ο καιρός της ζήσης σας διαβαίνει.
Δε βλέπετε που αληθινά δε λαχταρά άλλο πράγμα
η φύση εκείνου που από αυτόν ο πόνος έχει λείψει,
παρά το νου ανοιχτόκαρδα με δίχως φόβους κι έννοιες να χαίρεται;
Γι αυτό λοιπόν θωρούμε πως η φύση του σώματος
χρειάζεται πράγματα τέλεια λίγα, που κάθε πόνο αφαιρούν...
Λουκρήτιος, De Rerum Na tura (Περί φύσεως), Βιβλίο Δεύτερο, μετάφραση Κωνσταντίνου Θεοτόκη
Και πρώτο: απ’ όλες τες μεριές, δεξιά, ζερβά, από πάνου
Και προς το βάθος, τέρμονες για μας δεν έχει ο κόσμος,
Καθώς εγώ σου εδίδαξα, και το φωνάζουν τα ίδια
Τα πράματα, και του άπατου του τόπου η φύση δείχνει,
Γι’ αυτό δεν πρέπει βολετό να στοχαστείς καθόλου
Πως, όντως άδειο κι άπειρο το διάστημα απ’ ολούθε
Κι αρίφνητα τα σπέρματα που πέτονται στον τόπο
Τον άπατο πολύτροπα, γιατί τα συνταράζει
Ένα αναιώνιο κίνημα, μονάχα η σφαίρα τούτη
Της γης και τούτος ο ουρανός πλαστήκαν, και της ύλης
Τ’ άλλα τα τόσα σώματα παρέξω δεν δουλεύουν.
Και μάλιστα αφού εσύστησαν τούτον τον κόσμο η φύση
Και των πραμάτων οι σπορές αυτόματα, της τύχης,
Γιατί σε τρόπους διάφορους εκρούονταν κι’ εσμίξαν
Χωρίς αιτία, χωρίς σκοπό, χωρίς κανένα λόγο,
Και τέλος άξαφνα ένωσαν εκείνα τα στοιχεία
Που των πραμάτων των τρανών αρχές για πάντα θά’ταν:
Της γης, του πέλαου, τ’ ουρανού και κάθε ζώου που υπάρχει.
Λοιπόν γι’ αυτό θ’ αναγκαστείς να ομολογήσεις, λέγω,
Πως βέβαια βρίσκεται κι αλλού τέτοια της ύλης σμίξη,
Όμοια μ’ αυτήν που αχόρταγα την αγκαλιάζει ο αιθέρας.
Κι απέκει αφού είνε πρόχειρο μεγάλο πλήθος ύλης
Και υπάρχει τόπος αδεινός και δεν υπάρχει κι όλας
Κανένα πράμα, ούτε αφορμή καμία που να μποδίζουν,
Πράματα θένα πλάθονται και θα γεννιώνται βέβαια.
Και τώρα, αν τόσο αρίφνητα τα πρώτα σπέρματα είνε,
Που να μη φτάνει ολάκερη των ζωντανών η ζήση
Να τα μετρήσει, κ’ επειδή θά ‘χουν εκείνα πάντα
Την ίδια φύση, που γι’ αυτό θε να μπορούν αντάμα
Να συνταχτούν τα σπέρματα τα πρώτα, σ’ όμοιον τρόπο
Καθώς κ’ εδώ συνάχτηκαν, πρέπει να ομολογήσεις
Πως σφαίρες κι άλλες γήινες υπάρχουν σ’ άλλα μέρη,
Και γένη ανθρώπινα πολλά και άλλων λογιών θηρία.
Και σμίξε πως μονάκριβο στον κόσμο δεν υπάρχει
Τίποτα που να γίνηκε μονό και που ν’ αξαίνει
Μονάχο, αφού το κάθε τι σε μια σειρά γεννιέται,
Και στο ίδιο γένος άπειρα παρόμοια πάντα υπάρχουν.
Και πρώτο απ’ όλα θε να βρεις, ω ξακουστέ μου Μέμμιε,
Τέτοιο το γένος των θεριών, που κατοικούν στα όρη,
Ανάμεσα στα ζωντανά, και τέτοιο των ανθρώπων
Το σόι, και τέτοια τα βουβά κοπάδια πώχουν λέπια,
Και τέλος των πετούμεων τα σώματα. Για τούτο
Πρέπει να ομολογήσουμε πως ακριβά δεν είνε,
Στον ίδιο τρόπο η θάλασσα, κ’ η γη, και το φεγγάρι,
Κι ο ήλιος και τα επίλοιπα που βρίσκονται στον κόσμο,
Μα πως αντίς αμέτρητα στον αριθμό τους είνε,
Αφού ένας τέρμονας βαθιά μπηγμένος σημαδεύει
Ως και γι΄αυτά τον τελειωμό της ζήσης τους κι αφού είναι
Και το κορμί τους γεννητό καθώς του κάθε γένους
Πού ‘νε στης γης φυλή φυλή άφτονο στα άτομά του.
Απόσπασμα από την εισαγωγή του 3ου Βιβλίου (ΙΙI,1)(Εγκώμιο Επίκουρου)
"Ω, εσύ που πρώτος μπόρεσες από το τόσο σκότος
να βγάλεις τέτοια ξάστερη φεγγοβολή, της ζήσης την ευτυχία φωτίζοντας,
του γένους των Ελλήνων στολίδι, εσένα ακολουθώ και τα πατήματά μου
τώρα πιθώνω σταθερά στα χνάρια των ποδιών σου".
Lucretius Titus Carus, «De rerum natura» (για την φύση των πραγμάτων)
μετάφραση, σχόλια Ελευθερία Μπέλμπα Βιβλίο ΙΙΙ (στ. 136-176)
Τώρα το πνεύμα και η ψυχή λέγω ότι συνδέονται τρυφερά
μεταξύ τους και μία φύση προκύπτει από αυτά,
αλλά η σύνεση είναι και σαν να κυριαρχεί σε όλο το σώμα
και στο στήθος αυτό που εμείς ονομάζουμε ψυχή και νου.
Και από εδώ προέρχεται ο τρόμος και η αγωνία και η χαρά
της ευφροσύνης.
Γιατί εδώ υπάρχει το πνεύμα και η λογική.
Σε ολόκληρο το κορμί διαμοιράζεται ένα μέρος της ψυχής,
κατευθύνεται προς το νου και το όνομα.
Μόνος του ο νους σκέφτεται τον εαυτό του και ευφραίνεται,
όταν κανένα πράγμα δε μετακινεί την ψυχή και το σώμα.
Και όπως, όταν το κεφάλι ή το μάτι ο πόνος
κεντρίζει, δεν ταλαιπωρείται όλο το κορμί,
έτσι υποφέρει η ψυχή ή λάμπει από χαρά,
όταν το υπόλοιπο μέρος της ψυχής
μέσα στα σωματικά μέλη δεν κινείται
από καμιά καινούρια αίσθηση˙
όμως, όταν το μυαλό κλονίζεται αρκετά από φόβο,
βλέπουμε όλη η ψυχή μέσα στα μέλη του σώματος
να τον συμμερίζεται
και έπειτα χλωμάδα και ιδρώτας απλωμένα παντού,
η γλώσσα τραυλίζει και χάνεται η φωνή
τα μάτια θολώνουν τα αυτιά βουίζουν,
παραλύουν τα μέλη και τελικά βλέπουμε
συχνά ανθρώπους να καταρρέουν από την αγωνία του νου
συχνά˙ εύκολα από αυτό μπορεί να γνωρίζει κάποιος
ότι συνδέεται η ψυχή με το νου, όταν συνυφαίνεται
με το νου που μεταφέρει το χτύπημα
της ψυχής στο σώμα και το κινεί.
Η ίδια σκέψη, η φύση του πνεύματος και της ψυχής
δείχνει ότι είναι υλική˙ γιατί, όταν φαίνεται να ωθεί
τα μέλη, να σηκώνει το σώμα από τον ύπνο
το πρόσωπο να μεταβάλλει
και ολόκληρο τον άνθρωπο να κατευθύνει και να στρέφει
και από αυτά τίποτα δε βλέπουμε ότι δεν μπορεί
να γίνεται χωρίς επαφή
ούτε υπάρχει επαφή χωρίς σώμα, δεν πρέπει
να παραδεχτούμε ότι είναι σωματική
η φύση της ψυχής;
Επιπλέον μπορείς να δεις ότι μαζί με το κορμί συμπάσχει
η σκέψη.
Αν η λόγχη μπηχτεί φοβερή ορμητικά μέσα μας
χωρίς τη ζωή να αφαιρεί,
μίσος συνθλίβει οστά και νεύρα,
ακολουθεί η εξάντληση και η λιγοψυχία,
και όταν στη γη επάνω πέσουμε, το πνεύμα
ταράσσεται, τακτικά επιζητούμε να σηκωθούμε.
Συνεπώς η φύση του νου είναι υλική αναγκαστικά,
επειδή υλικά είναι οι λόγχες και τα χτυπήματα
που τον βασανίζουν.
Πηγή : https://physicsgg.me/2020/02/23/%CF%80%CE%B5%CF%81%CE%AF-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CF%86%CF%8D%CF%83%CE%B5%CF%89%CF%82-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CF%80%CF%81%CE%B1%CE%B3%CE%BC%CE%AC%CF%84%CF%89%CE%BD/
https://www.epicuros.gr/keimena/K_Loukritios.htm
https://tovivlio.net/lucretius-titus-carus-de-rerum-natura/

Λουκρήτιος: Περί της φύσης των πραγμάτων (Μέρος Α)

Το μνημειώδες έπος του Λουκρήτιου "Για την Φύση των Πραγμάτων", προάγγελος και μοναδικός αρχαίος πρόγονος της σύγχρονης επιστήμης, είναι η ποιητική εκδοχή του χαμένου ελληνικού έργου Περί Φύσεως του Επίκουρου, της λαμπρότερης έκφανσης της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας: ένας αριστουργηματικός ύμνος στην ελευθερία από τα δεσμά της θρησκείας, του φόβου, των παθών, της άγνοιας. Είναι ο αρχαίος καταστατικός χάρτης της ελεύθερης βούλησης η τίμια φωνή που έρχεται από τα βάθη των αιώνων να θερμάνει τις καρδιές εκείνων που στέκονται αλύγιστοι μπρος στο θάνατο, με μόνο όπλο την πνευματική εντιμότητα. Λίγοι αρχαίοι συγγραφείς εμπνέουν τον σεβασμό που έχει κερδίσει με το De rerum natura ο Λουκρήτιος. Επιστήμονας, ποιητής, Επικούρειος φιλόσοφος, έγραψε ένα έργο βαθιά διαποτισμένο από το παράδοξο: έγραψε ποίηση πατώντας πάνω στο θάνατο της ποίησης - του έρωτα, του φόβου, της επιθυμίας, του μύθου και της ψευδαίσθησης, του λάθους, της παράδοσης, της θρησκείας. Το μόνο που τον εκστασιάζει είναι το μυστήριο που αποκάλυψε η επικούρεια φιλοσοφία. Και τούτο το μυστήριο είναι πως δεν υπάρχει κανένα μυστήριο μοναχά κάτι αραχνοφωλιές μες στον ανθρώπινο νου...
Το De rerum natura γράφτηκε με κόπο, όπως δηλώνει ο συγγραφέας του, αλλά και με κατάδηλο ενθουσιασμό. Ο Λουκρήτιος επισημαίνει πόσο δύσκολο του ήταν να μεταφέρει σε λατινικό στίχο "τις ανακαλύψεις των Ελλήνων που τις τυλίγει σκοτάδι", στην προσπάθειά του να καταστήσει ελκυστική για τον αναγνώστη του την επικούρεια φυσική αλλά, όπως γράφει, "υπομένω κάθε κόπο και ξάγρυπνος περνώ νύχτες ατάραχες, ψάχνοντας τις λέξεις και τους στίχους που θα μου δώσουν τη δύναμη ν' ανοίξω το δρόμο για το πνεύμα σου ρίχνοντας φως λαμπρό για να μπορέσεις να δεις σ' όλο τους το βάθος τα κρυμμένα μυστικά"... Κατόρθωσε έτσι να συγγράψει ένα από τα σπουδαιότερα έργα όλων των εποχών, όχι απλώς χάρη στις λογοτεχνικές αρετές του αλλά, όπως επισημαίνει ο ίδιος, "γιατί μιλώ για πράγματα σπουδαία και μεγάλα, κι αγωνίζομαι να λευτερώσω το νου από τα δεσμά της θρησκείας κι ακόμη, γιατί πλάθω στίχους φωτεινούς για θέματα σκοτεινά, αγγίζοντάς τα όλα με τη χάρη των Μουσών".
Αν αναλογιστεί κανείς ότι το έργο -επί αιώνες θαμμένο στα άδυτα ενός μοναστηριού της νότιας Γερμανίας, ώσπου ήρθε στο φως το 1417- σήμερα κυκλοφορεί στα αγγλικά σε είκοσι πέντε διαφορετικές εκδόσεις, αντιλαμβάνεται ότι η πρώτη πλήρης έκδοση της "Φύσης των πραγμάτων" στα ελληνικά έρχεται να καλύψει ένα σημαντικό κενό της ελληνικής βιβλιογραφίας.
Το De Rerum Natura του Λουκρήτιου αποτελείται από περίπου 7.400 στίχους —γραμμένους σε δακτυλικό εξάμετρο, στα λατινικά και σε υψηλό ποιητικό ύφος— και χωρίζεται σε έξι βιβλία. Ανήκει στην κατηγορία του λεγόμενου διδακτικού έπους. Ο Λουκρήτιος χρωστάει την ιδέα της συγγραφής του φιλοσοφικού του ποιήματος στον Εμπεδοκλή, συγγραφέα του ομότιτλου ποιήματος του 5ου π.Χ. αιώνα. Στις επιρροές του Λουκρήτιου περιλαμβάνονται, επίσης, ο Όμηρος, ο Ησίοδος και, ακόμη περισσότερο, ο Ρωμαίος ποιητής Έννιος —ο οποίος στα Annales, σε αντίθεση με τους προγενέστερούς του Ρωμαίους επικούς ποιητές, επιστρέφει στον ομηρικό δακτυλικό εξάμετρο. Πλέον του είδους του στίχου, ο Λουκρήτιος θα πάρει από το ποιητικό ύφος του Έννιου την παρήχηση, τα λεκτικά παιχνίδια και τη χρήση σύνθετων και αρχαϊκών λατινικών λέξεων. Δεν θα αμελήσει να μνημονεύσει τον Εμπεδοκλή, παρόλο που δεν αποδέχεται την εμπεδόκλεια θεωρία των τεσσάρων στοιχείων, και τον Έννιο, ως τον ποιητή «που πρώτος έφερε από τον εξαίσιο Ελικώνα στεφάνι από άνθη αμάραντα» και τον οποίο «δόξασαν όλα τα γένη των Ιταλών», παρόλο που για τον Λουκρήτιο τόσο ο Έννιος όσο και ο «δάσκαλός του» Όμηρος μίλησαν λανθασμένα για τη «φύση των πραγμάτων». 
Ο τρόπος γραφής του Λουκρήτιου δεν μπορεί να χαρακτηριστεί παράξενος, βάσει των δεδομένων της εποχής του. Η φιλοσοφία ήταν για τον Ρωμαίο ένα προσωπικό πνευματικό ενδιαφέρον, με το οποίο θα μπορούσε να ασχοληθεί στον ελεύθερό του χρόνο —η διδακτική ποίηση, ανεξάρτητα από το περιεχόμενό της, δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί ευχάριστη ενασχόληση. Ο Λουκρήτιος θέλει να παρουσιάσει και να εξηγήσει την αλήθεια στο λατινόφωνο κοινό και επιλέγει να συγγράψει ποίημα, ίσως γιατί αυτό το είδος φαντάζει πιο ενδιαφέρον ή και διασκεδαστικό, εύπεπτο ακόμα και για κοινό χωρίς φιλοσοφικό υπόβαθρο. Όσον αφορά τη γλώσσα που χρησιμοποιεί, όπως και ο ίδιος δηλώνει, είναι δύσκολη η μεταφορά των εννοιών του Επίκουρου στα λατινικά. Προσπαθεί σε κάποια σημεία να βρει αντιστοιχίες σε ελληνικούς και λατινικούς όρους, ενώ σε άλλα παραθέτει αυτούσια την ελληνική λέξη με μία όσο πιο απλή και κατανοητή περιφραστική ερμηνεία μπορεί. Εδώ, αξίζει να σημειώσουμε ότι για τον όρο «άτομο» δεν θα χρησιμοποιήσει σε κανένα σημείο του έργου του το λατινοποιημένο «atom», σε αντίθεση με τον Κικέρωνα, αλλά ένα πλήθος λατινικών λέξεων και εκφράσεων που αποδίδουν το νόημα που τον εξυπηρετεί ανά περίπτωση.
Ο Λουκρήτιος απευθύνει το έργο του στον Μέμιο, που ίσως ταυτίζεται με τον Γάιο Μέμιο, Ρωμαίο ευγενή. Το πρώτο βιβλίο του De Rerum Natura αρχίζει με μία επίκληση στην Αφροδίτη, συνεχίζει υμνώντας τον Επίκουρο ως τον Έλληνα που «περπάτησε το απέραντο Σύμπαν με λογισμό και πνεύμα» και αναφέρεται στη θρησκεία «που τόσες και τόσες φορές έγινε αιτία για εγκληματικές και ανόσιες πράξεις», δίνοντας το παράδειγμα της Ιφιγένειας. Το εγχείρημα του Λουκρήτιου, όπως ο ίδιος δηλώνει, δεν είναι εύκολο, καθώς θα πρέπει σε λατινικό στίχο να αποδώσει «τις ανακαλύψεις των Ελλήνων» και να σκαρφιστεί «καινούριες λέξεις, αφού και το θέμα είναι καινούργιο και η (λατινική) γλώσσα […] φτωχή». Βασικές αρχές της φυσικής του φιλοσοφίας είναι ότι «τίποτε δεν δημιουργείται ποτέ από το τίποτε, με θεϊκή βούληση», τα πάντα πεθαίνουν και διαλύονται στα συστατικά τους στοιχεία, τα στοιχεία αυτά —τα άτομα— είναι αθάνατα, τα πάντα αποτελούνται από άτομα και κενό και, πέρα από αυτά τα άτομα και το κενό, δεν υπάρχει καμία άλλου είδους ύπαρξη. Ο Λουκρήτιος ασκεί κριτική στη θεωρία του Ηράκλειτου (τον οποίο κατονομάζει) και άλλων προσωκρατικών (ανώνυμα όμως —από τις θεωρίες που αναφέρει αναγνωρίζουμε τον Αναξιμένη, τον Θαλή, τον Φερεκύδη και τον Ξενοφάνη). Αν και ο θαυμασμός του για τον Εμπεδοκλή είναι εμφανής και ξεκάθαρος, ο Λουκρήτιος καταγράφει τα λάθη της θεωρίας του. Κλείνει την κριτική του για τις παλαιότερες φυσικές θεωρίες, μιλώντας για την «ὁμοιομέρεια» του Αναξαγόρα. Στο δεύτερο βιβλίο, ο Λουκρήτιος ασχολείται με τα άτομα, τις κινήσεις, τη μορφή τους, την απειρότητα και την αιωνιότητά τους. Ονομάζει πατέρα όλων μας τον ουρανό και μητέρα μας τη γη, ενώ, όπως δηλώνει, ο κόσμος αυτός που ζούμε δεν είναι μοναδικός, «υπάρχουν κι άλλοι κόσμοι κάπου στο σύμπαν, και διαφορετικές φυλές ανθρώπων και θηρίων». Το τρίτο βιβλίο, το οποίο, ομοίως με το πρώτο, ξεκινά με έναν ύμνο στον Επίκουρο, ασχολείται —κατά κύριο λόγο— με τη φύση του νου και της ψυχής, την υλικότητά τους, το σημείο εντός του ανθρώπινου σώματος στο οποίο εδρεύουν (εδώ παρατηρείται σύμπνοια με τους κατά τα άλλα αντίπαλους στωικούς), την ανωτερότητα του νου έναντι της ψυχής, τη δύναμη των αισθήσεων, τη θνητότητα και της ψυχής και του νου, την απόρριψη της μετεμψύχωσης, την απόρριψη όλων των μύθων. Το τέταρτο βιβλίο επανέρχεται στο θέμα των αισθήσεων και των αισθητών, τονίζοντας ότι οι αισθήσεις δεν εξαπατώνται ποτέ, σε αντίθεση με τον νου. 
Σημαντική θεωρώ πως είναι η άποψη του Λουκρήτιου ότι «τίποτε στο σώμα μας δεν δημιουργήθηκε ώστε να μπορούμε να το χρησιμοποιούμε· το ίδιο το όργανο είναι που γεννά τη χρήση» (για παράδειγμα δεν υπήρχε η όραση πριν τα μάτια ή η ομιλία πριν τη γλώσσα), μία άποψη που στέκεται απέναντι στην τελεολογική αντίληψη. Μέσα στην ανάλυση των αισθήσεων, ο Λουκρήτιος θα συμπεριλάβει και το θέμα του έρωτα. Στην εισαγωγή του πέμπτου βιβλίου, ο Λουκρήτιος εξισώνει τον Επίκουρο με τους θεούς, αφού «πρώτος εκείνος βρήκε το νόημα της ζωής», κατάφερε «με τον λόγο του κι όχι με όπλα» να νικήσει όλες τις συμφορές (τον φόβο, τις έγνοιες, την αλαζονεία, τη βρωμιά, την ιταμότητα, την πολυτέλεια), «δίδασκε με τρόπο θεϊκό» και «έφερνε στο φως τη φύση των πραγμάτων». Στη συνέχεια, ο Λουκρήτιος αναπτύσσει την κοσμολογική θεωρία του. Είναι λάθος να ταυτίζονται οι θεοί με τα ουράνια σώματα ή να θεωρούμε ότι ο κόσμος είναι θείο δημιούργημα. Ο κόσμος που ζούμε, ο οποίος σχηματίστηκε από συσσώρευση ύλης, κάποια στιγμή θα καταστραφεί. Στο πέμπτο βιβλίο βρίσκουμε όλες τις θεωρίες του Λουκρήτιου για την κίνηση και το μέγεθος των άστρων, το σχήμα της γης, το πώς δημιουργούνται η μέρα, η νύχτα και οι εκλείψεις, πώς ξεκίνησε η ζωή πάνω στη γη, πώς δημιουργήθηκε και πώς εξελίχθηκε ο άνθρωπος, από πού προέρχεται η έννοια του δικαίου και της θρησκείας. Κλείνοντας το πέμπτο αυτό βιβλίο, ο Λουκρήτιος γράφει: « […] το ανθρώπινο γένος μοχθεί πάντα μάταια και άσκοπα, ξοδεύει τα χρόνια του σε ανώφελες έγνοιες. Γιατί οι άνθρωποι δεν κατάλαβαν πως η ιδιοκτησία έχει το όριό της κι ότι η απόλαυσή της φτάνει μέχρις ενός σημείου. Κι η άγνοια αυτή σιγά σιγά μας παρέσυρε στ’ ανοιχτά και ξεσήκωσε από το βυθό τα μεγάλα κύματα του πολέμου». Ο Λουκρήτιος θα τελειώσει το έργο του με το έκτο βιβλίο, στο οποίο, μετά την αναφορά σε όσα έχει προσφέρει στους ανθρώπους ο Επίκουρος, θα μιλήσει κατά της λαϊκής θρησκείας και των δοξασιών της, θα εξηγήσει πώς προκαλούνται οι βροντές, οι κεραυνοί, οι ανεμοστρόβιλοι, οι εκρήξεις της Αίτνας, οι πλημμύρες του Νείλου, οι αρρώστιες και οι επιδημίες, και θα προσπαθήσει να δώσει λογικές εξηγήσεις σε φαινόμενα που αποδίδονται στη θεϊκή δύναμη και τιμωρία. Το έργο κλείνει με μία περιγραφή του λοιμού της Αθήνας, βασισμένη σε χωρίο του Θουκυδίδη.
Πηγή : Λουκρήτιος, Για τη φύση των πραγμάτων – Ο επικουρισμός στη Ρώμη του 1ου αιώνα π.Χ. Άννα Κεφαλίδου https://epublishing.ekt.gr | e-Εκδότης: EKT | Πρόσβαση: 19/09/2024 16:34:22
Κεφαλίδου Ά. (2022). Λουκρήτιος, Για τη φύση των πραγμάτων – Ο επικουρισμός στη Ρώμη του 1ου αιώνα π.Χ. Ηθική. Περιοδικό φιλοσοφίας, (15), 123–135. https://doi.org/10.12681/ethiki.30741
https://www.politeianet.gr/books/9789608097247-lucretius-thurathen-loukritios-gia-ti-fusi-ton-pragmaton-194348

Τρίτη 29 Απριλίου 2025

Τα Γεωργικά του Βιργιλίου : Η αγροτική ζωή στην πρώιμη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία

Ο Πόπλιος Βεργίλιος Μάρων (Publius Vergilius Maro, 15 Οκτωβρίου 70 π.Χ. - 21 Σεπτεμβρίου 19 π.Χ.), ο οποίος αποκαλείται συνήθως Βιργίλιος, ήταν αρχαίος Ρωμαίος ποιητής της περιόδου του Οκταβιανού Αύγουστου. Έγραψε τρία τεράστια ποιήματα στη Λατινική λογοτεχνία: Βουκολικά, Γεωργικά και την Αινειάδα που θεωρείται το σπουδαιότερο Έπος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Στον Βιργίλιο χρεώνεται επιπλέον μια μεγάλη συλλογή από μικρότερα ποιήματα αλλά η αυθεντικότητά τους αμφισβητείται. Ο Βιργίλιος είχε σημαντικό ρόλο στην Δυτική Ευρωπαική λογοτεχνία, αυτό φαίνεται καθαρά στην Θεία Κωμωδία του Δάντη, εμφανίζεται σαν οδηγός του συγγραφέα στην Κόλαση και το Καθαρτήριο. Τα βιογραφικά στοιχεία που σχετίζονται με τον Βιργίλιο στηρίζονται στο έργο που έγραψε ο φίλος του Ρωμαίος ποιητής Βάριος Ρούφος σχετικά με τη ζωή του. Η βιογραφία αυτή ενσωματώθηκε στο έργο που έγραψε ο Σουητώνιος καθώς επίσης και στα Σχόλια που έγραψαν οι μετέπειτα Ρωμαίοι ποιητές Μαύρος Σέρβιος Ονοράτος και Δονάτος. Μερικά από τα Σχόλια είναι αλληγορικά και στηρίζονται μόνο στις ιστορίες από τα έργα του, για αυτό η εγκυρότητα των βιογραφικών του στοιχείων παραμένει πάντοτε προβληματική. Ο Βιργίλιος γεννήθηκε στο χωριό Andes (σημερινό Βιρτζίλιο (Virgilio)), κοντά στην πόλη Μάντοβα της βόρειας Ιταλίας στην Εντεύθεν των Άλπεων Γαλατία. Το όνομα του δείχνει ότι καταγόταν πιθανότατα από Ρωμαίους εποίκους στην περιοχή. Οι γονείς του ήταν ταπεινής καταγωγής, χωρικοί, ωστόσο φρόντισαν να λάβει την καλύτερη δυνατή μόρφωση. Ο ίδιος ο Βιργίλιος ωστόσο ισχυριζόταν ότι καταγόταν από οικογένεια γαιοκτημόνων που είχε τις κατάλληλες οικονομικές δυνατότητες. Μέχρι την ηλικία των δεκαέξι ετών εκπαιδεύεται στην Κρεμόνα και αργότερα στέλνεται στο Μιλάνο για ευρύτερες σπουδές. Την εποχή αυτή δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ελληνική και λατινική φιλολογία, αλλά σύντομα έστρεψε το ενδιαφέρον του στην ποίηση.
Σε ηλικία 18 ετών βρίσκεται στη Ρώμη όπου σκόπευε αρχικά να σπουδάσει ρητορική, ιατρική και αστρονομία. Σύντομα το ενδιαφέρον του επικεντρώνεται στη φιλοσοφία και για τον λόγο αυτό επισκέπτεται τη Νάπολη όπου γίνεται μαθητής του επικούρειου φιλοσόφου Σείρωνα. Παράλληλα διδάσκεται και ελληνικά. Την ίδια εποχή ο Βιργίλιος ξεκινά να γράφει τα πρώτα του ποιήματα και σταδιακά αφοσιώνεται ολοένα και περισσότερο στην ποίηση. Επιστρέφοντας στη Ρώμη, ο Βιργίλιος συνδέεται φιλικά με τον Μαικήνα (Gaius Maecenas), πλούσιο Ρωμαίο, ευεργέτη των καλλιτεχνών και υπεύθυνο για την πολιτιστική προπαγάνδα υπέρ του νέου, αυτοκρατορικού καθεστώτος του Οκταβιανού. Από το 39 π.Χ. ο Βιργίλιος ανήκε στον κύκλο ποιητών του Μαικήνα και διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τον Αύγουστο.
Στα σημαντικότερα πρώιμα έργα του Βιργίλιου, ανήκουν οι Εκλογές (Eclogae), μια συλλογή ποιημάτων βουκολικού περιεχομένου, γραμμένα την περίοδο 42-39 π.Χ. Μετά την ολοκλήρωση των Εκλογών, στο διάστημα 39-29 π.Χ., έγραψε τα Γεωργικά (Georgica), ένα αγροτικό ποίημα συνολικά τεσσάρων τόμων, αφιερωμένο στον Μαικήνα και στο οποίο περιγράφονται η ζωή και η εργασία των αγροτών της εποχής.
Τα Γεωργικά είναι διδακτικό ποίημα του Βιργιλίου γραμμένο μεταξύ 37 π.Χ. και 30 π.Χ. στην Καμπανία της Ιταλίας σε τέσσερα βιβλία εξάμετρων. Το πρώτο βιβλίο ασχολείται με την καλλιέργεια και τον καιρό, το δεύτερο με τη δενδροκομία, κυρίως τη φροντίδα με τις ελιές και τ΄ αμπέλια, το τρίτο με την κτηνοτροφία και το τέταρτο με τη μελισσοκομία.
Για την συγγραφή αυτού του ποιήματος τον είχε προτρέψει ο Μαικήνας (Gaius Maecanas) που του φέρθηκε με πολλή γενναιότητα εξασφαλίζοντας ακόμα και την αγρέπαυλη που του παραχώρησε ο Οκταβιανός Αύγουστος. Ο ίδιος ο Οκταβιανός είχε δείξει ενδιαφέρον γιατί αντιμετώπιζε το πρόβλημα της εγκατάστασης των παλαιμάχων στη γη ώστε να τους καθησυχάσει, να διαθρέψει τις πόλεις και να διασώσει το κράτος με το αγροτικό μόχθο.
Ο Βιργίλιος προσδίδει στο διδακτικό περιεχόμενο των Γεωργικών του μεγάλη ποιητική χάρη, τονίζοντας το θέμα της μάχης του ανθρώπου με τα στοιχεία της φύσης, παρέχοντας ένα είδος προσωπικής ζωής στις φυσικές διαδικασίες, δείχνοντας αγάπη στα και προσθέτοντας μυθολογικές και άλλες παραπομπές.Ομιλεί για τις ασθένειες τω ζώων και της θεραπείας τους. Περιγράφει τα κοινά κατοικίδιοι ζώα με κατανόηση και συμπάθεια. Δεν παύει να θαυμάζει την απλότητα των ενστίκτων τους, τη δύναμη των παθών τους, την τελειότητα της μορφής τους. Εξιδανικεύει την αγροτική ζωή, αλλά δεν αγνοεί τις κακουχίες και τις περιπέτειες, το καταπονητικό μόχθο, την αδιάκοπη πάλη εναντίον των εντόμων, την τυραννική αγωνία της ξηρασίας και των καταιγίδων. Παρά ταύτα, labor omnia vincit (ο μόχθος νικά τα πάντα).
Ο Βιργίλιος δανείζεται από τον Ησίοδο (Έργα και Ημέραι), τον Άρατο τον Κώο, τον Κάτωνα τον Πρεσβύτερo (De Agricultura), τον Ουάρρωνα (Marcus Terentius), αλλά μεταμορφώνει την τραχεία τους πεζογραφία και τις ασταθείς τους γραμμές σε λεπτότατους σμιλευμένους στίχους. Καλύπτει τους διάφορους κλάδους της γεωργίας, την ποικιλία και την περιποίηση των εδαφών, τις εποχές για την σπορά και την ωρίμανση, την καλλιέργεια της ελιάς και της αμπέλου, την κτηνοτροφία και τη μελισσοκομία.
Ο Βιργίλιος στο ποίημά του Γεωργικά πραγματεύεται σε 2184 εξάμετρους στίχους το θέμα της καλλιέργειας της γης και συνθέτει ταυτόχρονα ένα έπαινο για την αγροτική ζωή (laus ruris), αλλά και για τη σημασία του μόχθου (labor) στη ζωή του ανθρώπου. Το διδακτικό αυτό ποίημα, το οποίο ο ποιητής αφιερώνει στο φίλο και προστάτη του Μαικήνα, αποτελείται από τέσσερα βιβλία, στα οποία ο ποιητής αναπτύσσει τα θέματα της καλλιέργειας του αγρού (πρώτο βιβλίο), της δενδροκαλλιέργειας και της αμπελουργίας (δεύτερο βιβλίο), της κτηνοτροφίας (τρίτο βιβλίο) και της μελισσοκομίας (τέταρτο βιβλίο). Για περισσότερες από δυο δεκαετίες το θέμα που είχε τεθεί στο κέντρο της φιλολογικής έρευνας, αφορούσε τον πολιτικό προσανατολισμό του ποιήματος. Οι μελετητές επιχειρούσαν να δώσουν απάντηση σε ερωτήματα που αφορούσαν την στάση του Βιργιλίου απέναντι στην ηγεμονία του Αυγούστου και στο κατά πόσον αυτή ήταν θετική ή αρνητική (υποστηρικτική ή ανατρεπτική). Η προσέγγιση αυτή ώθησε τους μελετητές στο να επιχειρούν να ανακαλύψουν το «κρυμμένο» μήνυμα που μεταφέρει το ποίημα στον αναγνώστη. Εκκινώντας από τον διδακτικό χαρακτήρα του ποιήματος, ορισμένες αναγνώσεις έθεσαν στο προσκήνιο τα διδακτικά πρότυπα των Γεωργικών με τα οποία επιχειρούν να καταδείξουν κοινά ή διαχωριστικά σημεία. Είναι αποδεκτό ότι στο ποίημα συναντάται ένας μεγάλος αριθμός υπαινικτικών αναφορών στον Ησίοδο, στον οποίο ο ποιητής μεταξύ άλλων, οφείλει την επιλογή της διδακτικής μορφής του ποιήματός του. Το άλλο μεγάλο διδακτικό πρότυπο των Γεωργικών είναι το De Rerum Natura που είχε δημοσιευθεί λίγο νωρίτερα στη Ρώμη από τον Λουκρήτιο. Αρκετές μελέτες δημοσιεύθηκαν από τότε εστιάζοντας στο να «φωτίσουν» τη σχέση των Γεωργικών με τα ποιήματα, με τα οποία βρίσκεται σε ένα συνεχή, γόνιμο διάλογο6. Το ενδιαφέρον της φιλολογικής έρευνας, και ειδικότερα των υποστηρικτών της πεσιμιστικής θεωρίας, στράφηκε προς την ερμηνεία του αποσπάσματος της Θεοδικίας, στην οποία παρατίθεται ο πιο πολυσχολιασμένος στίχος του ποιήματος «labor omnia vincit | improbus». Στο επίκεντρο των μελετητών για την ερμηνεία του αποσπάσματος τέθηκε ο όρος labor, που αν και αναμφίβολα αποτελεί στον κόσμο των Γεωργικών μια αρετή, εντούτοις χρησιμοποιείται ορισμένες φορές σε ένα πλαίσιο μάλλον πεσιμιστικό, όπως συμβαίνει στο απόσπασμα της Θεοδικίας. 
Στα "Γεωργικά" του Βεργιλίου προσφέρεται μια αλληγορική και ποιητική περιγραφή της ιδανικής πολιτείας με πρότυπο τον κόσμο των μελισσών. Επικαλούμενος ο ποιητής τις γνωστές "αρετές" του κόσμου των μελισσών, της κοινωνίας μεταξύ τους, κοινωνίας η οποία στο έργο παραλληλίζεται με εκείνη των θεών, μας προσφέρει όντως ένα ιδιότυπο κοινωνικό ιδανικό το οποίο συνοψίζεται στο αξίωμα, θα λέγαμε, κατά το οποίο η συλλογικότητα προηγείται της ατομικότητας. Αντίποδας στην ιδιοτελή προσπάθεια απόκτησης αγαθών η ποιητική αλληγορία του Βεργιλίου στηρίζεται στον κόσμο της φιλαλληλίας, ορθώνεται σε απαράμιλλη τέχνη και είναι ιδιαίτερα επίκαιρη, παρά την αρχαιότητά της. Αυτόν ακριβώς τον κόσμο, μιας αλληλέγγυας και δίκαιης κοινωνίας, ο ποιητής τον οραματίζεται και τον εντοπίζει ως συμβολική ένδειξη στην κοινωνία των μελισσών, παρά το ότι η θεματική του βιβλίου δεν περιορίζεται μόνο στις μέλισσες. Αγκαλιάζει το γεωργικό και το κτηνοτροφικό σύμπαν της εποχής του ποιητή και δίνει πνοή σε ό,τι με την πρώτη ματιά θεωρείται άψυχο και άσχετο με την ποιητική έμπνευση. Ίσως το έργο γράφηκε με την παραίνεση του γνωστού Μαικήνα για να στρέψει την προσοχή του κοινού στα πολύτιμα αγαθά της γεωργίας και της κτηνοτροφίας. 
Πηγή : ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ Α’ ΚΎΚΛΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ   
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΝΤΡΗ «Ο labor στα Γεωργικά του Βιργιλίου» 
Εξεταστική επιτροπή: Β. Φυντίκογλου (επόπτης) Δ. Τσιτσικλή Θ. Αντωνιάδης ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2016 
https://www.politeianet.gr/books/9789606941641-vergilius-dromon-ta-georgika-229920
https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%92%CE%B9%CF%81%CE%B3%CE%AF%CE%BB%CE%B9%CE%BF%CF%82
https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%93%CE%B5%CF%89%CF%81%CE%B3%CE%B9%CE%BA%CE%AC

Τα Γεωργικά του Βιργιλίου : Ο έπαινος της αγροτικής ζωής από έναν Ρωμαίο συγγραφέα

Η αντιδιαστολή μεταξύ υπαίθρου και άστεως αποτελεί έναν από τους κεντρικούς άξονες που διέπουν τα Γεωργικά και ειδικότερα το δεύτερο βιβλίο. Αυτή η αντιπαλότητα συνδέεται άμεσα με τον όρο που εξετάζει η παρούσα εργασία γι’ αυτό το λόγο αποτελεί θέμα συζήτησης στο παρόν κεφάλαιο. Αυτό συμβαίνει διότι η αντίστιξη υπαίθρου-άστεως οδηγεί σε μια «laus ruris» και στην οποία διαφαίνεται ένας έμμεσος έπαινος στην ίδια την αγροτική εργασία και στον ενάρετο μόχθο. To δεύτερο βιβλίο των Γεωργικών ολοκληρώνεται με έναν μακροσκελή έπαινο της αγροτικής ζωής που αποτελεί συνέχεια του επαίνου της Ιταλίας, της οποίας η γεωγραφική καταλληλότητα συμβάλλει στην προέκταση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Ο Βιργίλιος, αμέσως μετά την ολοκλήρωση των οδηγιών που αφορούν την καλλιέργεια των καρποφόρων δέντρων και τη φροντίδα του αμπελιού, πλέκει το εγκώμιο της αγροτικής ζωής και περιγράφει την ήρεμη και γαλήνια ζωή που διάγει ο αγρότης στη φύση. Κατά τον ποιητή, ευτυχισμένος άνθρωπος είναι εκείνος που καλλιεργεί τη γη και γνωρίζει τα αγαθά της. Εκείνος τον οποίο συντηρεί η ίδια η φύση, η δικαιότατη. Ο άνθρωπος που μένει μακριά από τα «διχόγνωμα» όπλα, δεν θαμπώνεται από τα πλούτη, ούτε φθονεί τον πλούσιο και ζει σε ένα περιβάλλον ευφροσύνης και ολιγάρκειας. Η αντίθεση μεταξύ άστεως και υπαίθρου διαφαίνεται ήδη από την αφετηρία του αποσπάσματος και πιο συγκεκριμένα στους στίχους 461-66 και 469-71 στους οποίους αντιπαραβάλλεται η επιβλητική κατοικία του Ρωμαίου πολιτικού προς το ταπεινό ενδιαίτημα στο οποίο διαμένει ο αγρότης: (…) foribus domus alta superbis … pulchra testudine postis ≈ speluncae uiuique lacus, at frigida tempe | mugitusque boum mollesque sub arbore somni. Η ύπαιθρος ταυτίζεται με την ειδυλλιακή ηρεμία, σε αντίθεση με την ζωή που διάγει κανείς στην πόλη, η οποία χαρακτηρίζεται από διαμάχες. Η αντίθεση μεταξύ αστέως και υπαίθρου, έτσι όπως αναπτύσσεται στην παράγραφο, ανακαλεί στη μνήμη του αναγνώστη τη βουκολική ποίηση των Εκλογών, ενώ η παρουσία του otium σε συνδυασμό με τη secura quies, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το μοντέλο ζωής που προτείνεται στο ποίημα, ορίζει ο δημόσιος βίος να είναι απαλλαγμένος από την ενασχόληση με μάταιες και κενές δραστηριότητες.
H επικριτική στάση που τηρεί ο ποιητής απέναντι στον αστικό τρόπο ζωής και την πολυτέλεια διαφαίνεται επίσης και σε ένα άλλο σημείου του ποιήματος, στους στίχους 2.493-499, κατά τους οποίους οι εφήμερες και μάταιες επιδιώξεις του άστεως αντιπαραβάλλονται με την «αιωνιότητα» που επαγγέλλεται η ζωή της υπαίθρου.
Οι εν άστει επιδιώξεις περιγράφονται στο απόσπασμα ως εφήμερες ενώ επικρίνεται εσκεμμένα από τον ποιητή η ματαιότητα της προσπάθειας των ανθρώπων της εποχής του για απόκτηση πλούτου και δύναμης. Αντιθέτως ο αγρότης και η γη αποτελούν άφθαρτες «αξίες» και οντότητες, ενώ η πίστη των αγροτών στους αγροτικούς θεούς, τους εξασφαλίζει μια τρόπον τινά προστασία από τα δεινά της εν άστει διαβίωσης, τα οποία συνοψίζονται στον στίχο 498 με τη φράση res Romanae perituraque regna. Η ζωή στην ύπαιθρο εξασφαλίζει επιπλέον μια μορφή ισονομίας ανάμεσα στους κατοίκους της, καθότι τα αγαθά παρέχονται σε όλους ανεξαιρέτως από τη «δικαιότατη» φύση, καθιστώντας έτσι αχρείαστη και περιττή τη δημιουργία εντάσεων και φθόνου. Η ζωή του fortunatus agricola, έτσι όπως περιγράφεται από τον Βιργίλιο στο τέλος του δευτέρου βιβλίου, ανακαλεί στη μνήμη μας τον επικούρειο τρόπο ζωής που περιγράφεται από το Λουκρήτιο στο DRN. Ειδικότερα, οι στίχοι 2.493-99 των Γεωργικών εστιάζουν -κατά τον λουκρητιανό τρόπο- στο να καταδείξουν ότι η ενασχόληση με τις μάταιες και υπέρμετρες επιδιώξεις αποσπά εν τέλει το άτομο από το πραγματικό νόημα της ζωής, που είναι κατά τον Λουκρήτιο η ανακάλυψη της επικούρειας αλήθειας και η επίτευξη της «αταραξίας».
Κατά τον Hardie, η συνετή, αυτάρκης και ολιγαρκής διαβίωση στην ύπαιθρο σε συνδυασμό με την αποφυγή πολιτικών διενέξεων απηχεί τις επικούρειες προτροπές για αποχή από τον δημόσιο βίο και αποκαλύπτει τις επιδράσεις που δέχτηκε ο Βιργίλιος από τον επικουρισμό και ειδικότερα από το De Rerum Natura. Μέχρι αυτό το σημείο, το χωρίο των Γεωργικών, όπως προαναφέρθηκε, δομείται βάσει της τυπικής ρωμαϊκής παραδοσιακής αντίληψης για την ύπαιθρο, σύμφωνα με την οποία το άστυ αντιπροσωπεύει το επίμοχθο και το αγωνιώδες, ενώ η ύπαιθρος το ειδυλλιακό και άνευ μόχθου τοπίο. Υπάρχει ωστόσο μια μορφή αντίφασης που εντοπίζεται στο μοντέλο ζωής, πάνω στο οποίο δομείται η περιγραφή του Βιργίλιου και συγκεκριμένα στο κατά πόσον ο ποιητής προτείνει στην πραγματικότητα ένα πρότυπο ζωής απαλλαγμένο από κάθε είδους μόχθο ή το αντίθετο. Η αντίφαση αυτή εντοπίζεται ήδη από το στίχο 472. Η φράση «et patiens operum exiguoque adsueta iuventus» περιγράφει μια πραγματικότητα που απέχει πολύ από την εικόνα της ειδυλλιακής, άνετης ζωής που παρουσιάστηκε ως τώρα. Πρόκειται για την πρώτη αναφορά στον labor: το operum εδώ είναι σαφώς συνώνυμο του laborum και οι νέοι που περιγράφονται να έχουν μεγαλώσει με αυτάρκεια και ολιγάρκεια, είναι οι σκληρά εργαζόμενοι της υπαίθρου. Υπό αυτές τις συνθήκες, η εικόνα της iustissima tellus δείχνει μάλλον εξιδανικευμένη και το βουκολικό ιδανικό της αταραξίας και της μη ενασχόλησης με τον γεωργικό τομέα, συγκρούεται με την εικόνα του εργαζόμενου Ρωμαίου αγρότη. Αυτή η ρεαλιστική πραγματικότητα αποτελεί κατά κάποιο τρόπο ένα είδος πλήγματος στην εξιδανικευμένη ρωμαϊκή ύπαιθρο.
Επιπρόσθετα το exiguo adsueta iuventus σε συνδυασμό με το latis…fundis του στίχου 468 αποτελεί ουσιαστικά ένα προσδιορισμό της σύγχρονης αγροτικής Ιταλίας, όπου οι coloni είναι ελάχιστοι και οι δουλοπάροικοι στα latifundia η πλειονότητα. Η αντιδιαστολή της παρούσας κατάστασης με την κατάσταση που επικρατούσε στην πριν από την εισαγωγή του μόχθου περίοδο εντοπίζεται στην αντιπαραβολή του αποσπάσματος με το χωρίο της αιτιολογίας του μόχθου στο πρώτο βιβλίο των Γεωργικών, στο οποίο ο ποιητής υπαινίσσεται ότι πριν από την εισαγωγή του μόχθου και την επιβολή της θέλησης του Δία, οι γεωργοί δεν ασχολούνταν με την καλλιέργεια της γης.
Η εργασία αποτελεί πλέον το «χαρακτηριστικό γνώρισμα» της αγροτικής ζωής της υπαίθρου όπως φαίνεται επίσης και στους στίχους 513-522. Η διαδικασία του οργώματος και του μόχθου που εμπεριέχεται σε αυτό παρουσιάζεται εδώ ως απαραίτητη προϋπόθεση για την εξασφάλιση της ευημερίας και της επιτυχίας στον γεωργικό τομέα. Οι στίχοι ανακαλούν μια παρόμοια εικόνα από το De Rerum Natura, όπου ο αγροτικός μόχθος προβάλλεται ως αναγκαία συνθήκη για την επιβίωση, καθότι η φύση δεν είναι σχεδιασμένη σύμφωνα με τη θεϊκή πρόνοια για να εξυπηρετεί τις ανάγκες της ανθρώπινης επιβίωσης.
Το χωρίο εντάσσεται στα ευρύτερα συμφραζόμενα του πέμπτου βιβλίου, όπου ο Λουκρήτιος απομυθοποιεί την αγροτική ζωή, αποδεικνύοντας πως η ωμή πραγματικότητα του φυσικού κόσμου δεν είναι σχεδιασμένη από τη θεία πρόνοια για την άνετη διαβίωση του ανθρώπινου είδους. Ειδικότερα στους στίχους 206-212 η εικόνα του αρότρου και του οργώματος συμπυκνώνει την ουσία του labor σε ένα περιβάλλον πεσιμισμού και απαισιοδοξίας. Ο Βιργίλιος φαίνεται να έχει υπόψη του την εν λόγω εικόνα όταν γράφει τον στίχο 513 διότι εισάγει, συνειδητά ή μη, την περιγραφή ενός εξοντωτικού και καθόλου ειδυλλιακού μόχθου. Η σκληρή πραγματικότητα που προϋποθέτει την ενασχόληση με τη γεωργική δραστηριότητα εμφανίζεται σχεδόν ως αποτέλεσμα αναγκαστικού συνειρμού, ο οποίος μπορεί να οφείλεται στο διακείμενο του Λουκρήτιου. Στον στίχο 516 ακολουθεί η επανάληψη του ίδιου νοήματος στη φράση «nec requies», με την οποία υπονομεύεται η εικόνα του otium, στην οποία είχε αναφερθεί έμμεσα ο ποιητής σε προηγούμενο στίχο. Αυτό που γίνεται κατανοητό είναι ότι με την εισαγωγή του μόχθου στην ειδυλλιακή ζωή της υπαίθρου, τα μέχρι πρότινος διακριτά όρια μεταξύ αστικού negotium και βουκολικού otium «θολώνουν» εξαιτίας του labor. 
Ο Farrell διαπιστώνει, ωστόσο, ότι στα Γεωργικά δεν υφίσταται μια πραγματική αντιπαλότητα μεταξύ άστεως-υπαίθρου, negotium-otium, αλλά μια «συνθετική» απόπειρα αντίστιξης των δυο, η οποία καταλήγει ουσιαστικά στην προβολή και εξιδανίκευση ενός είδους «ενάρετου μόχθου». Αυτό σημαίνει ότι ο ποιητής αποπειράται να προτείνει ένα πρότυπο ζωής που στηρίζεται όχι στον διεφθαρμένο, ιδιοτελή και άπληστο πλούτο του άστεως, αλλά αντίθετα στον ενάρετο μόχθο ως βασικό συστατικό για την επιτυχία στο γεωργικό τομέα. Σε αυτό συμβάλλει η σύνδεση της αγροτικής ζωής της αρχέγονης Ρώμης, και του αγροτικού labor της Κρόνιας εποχής, με την γεωργική ζωή της εποχής του ποιητή.
Η «πρωτόγονη» σαβινική Ρώμη αποτελεί σήμα κατατεθέν της αγροτικής ζωής, όπως την έχει περιγράψει ως τώρα ο Βιργίλιος: ενσαρκώνει την εικόνα ενός γεωργικούβουκολικού παρελθόντος ειδυλλιακής αθωότητας, εντιμότητας, ολιγάρκειας και ευσέβειας, η οποία βρίσκεται σε αντίθεση με τη σύγχρονη ιστορική πραγματικότητα αστικοποίησης και προϊούσας φθοράς του παλαιού ήθους. Οι στίχοι 532-5 αποτελούν μάλιστα ένα είδος συμπύκνωσης της ιστορικής διαδρομής από το αρχέγονο, αγροτικό παρελθόν στη σύγχρονη κοσμοκράτειρα Ρώμη και η εξύμνηση των ταπεινών, αγροτικών καταβολών της απηχεί σαφώς το οικονομικό και πολιτικό πρόγραμμα του Οκταβιανού για επιστροφή στον rus και στις ιδεολογικές, κοινωνικές και ηθικολογικές του προεκτάσεις: η antiqua Roma του rus και του mos maiorum αποτέλεσε το λίκνο, μέσα από το οποίο αναδύθηκε η pulcherrima Roma της πολιτικής και στρατιωτικής ισχύος, ενώ οι αρετές της υπαίθρου αποτελούν βασική προϋπόθεση του ρωμαϊκού imperium. Επομένως γίνεται αντιληπτό στον αναγνώστη ότι η αντίθεση μεταξύ άστεως- υπαίθρου στο βιργιλιανό κείμενο δεν υφίσταται στην πραγματικότητα και δεν ακολουθεί πιστά τις παραδοσιακές ρωμαϊκές συμβάσεις για δυο λόγους: ο πρώτος είναι διότι επιθυμεί να δημιουργήσει ένα είδος ιστορικής συνέχειας από την αρχέγονη Ρώμη στη σημερινή κοσμοκράτειρα Ρώμη, που είναι ουσιαστικά το ανάπτυγμα μιας αγροτικής κώμης στηριζόμενης στον labor. Ο δεύτερος λόγος είναι διότι προσπαθεί να προβάλλει ορισμένες ηθικές αρετές της υπαίθρου ως βασική προϋπόθεση του ρωμαϊκού imperium. Επιστρέφοντας στο θέμα των επιρροών από το De Rerum Natura, διαπιστώνουμε πως η παρουσία του Λουκρήτιου στα Γεωργικά, και ειδικότερα στο συγκεκριμένο τμήμα, είναι ιδιαίτερα σημαντική. Ο απαισιόδοξος Λουκρήτιος δεν καταβάλλει καμία προσπάθεια εξιδανίκευσης της αγροτικής ζωής. 
Αν μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι κάτι εξιδανικεύει ο Λουκρήτιος, αυτό είναι το ζωικό βασίλειο, το οποίο δεν έχει ανάγκη όσα έχει ο μίζερος άνθρωπος , ενώ σε άλλο σημείο του βιβλίου εξιδανικεύει τη ζωή των πρωτόγονων, η οποία παρουσιάζει ομοιότητες με αυτή των ζώων. Βεβαίως ως επικούρειος, ο Λουκρήτιος απορρίπτει τον δημόσιο βίο και την ενασχόληση με τα κοινά. Από την άποψη αυτή, ο Βιργίλιος φαίνεται να ακολουθεί τη διαλεκτική του Λουκρήτιου, αλλά ενώ ο τελευταίος αναφέρεται στον αγροτικό μόχθο με ένα είδος αμετάκλητου πεσιμισμού, αντίθετα ο Βιργίλιος επιχειρεί να εξευγενίσει, και να καταστήσει τον μόχθο της υπαίθρου συστατικό στοιχείο μιας ιστορικής αλληλουχίας, η οποία καταλήγει στην ιστορική Ρώμη. Για τον λόγο αυτόν, η ποιητική του κατεύθυνσή του στρέφεται προς την παρουσίαση ενός ενάρετου μόχθου. Αυτό συμβαίνει διότι τα Γεωργικά βρίσκονται σε πλήρη συντονισμό με το αυγούστειο ηθικό και ιδεολογικό πρόγραμμα. Η αμφίσημη στάση του Βιργιλίου απέναντι στον Λουκρήτιο διαφαίνεται επίσης στους στίχους 475-494, όπου ο ποιητής, σε μια εκδήλωση αυτοσυνειδησίας, προσδιορίζει την ταυτότητα του έργου του και διακηρύσσει τον «ταπεινό» χαρακτήρα της ποίησής του.
Η ποιητολογική και ειδολογική διάσταση των στίχων είναι εμφανής: ο Βιργίλιος υπαινίσσεται σε αυτούς τους στίχους το φιλοσοφικό έπος του Λουκρητίου (felix qui potuit rerum cognoscere causas111). Αν ωστόσο ο ίδιος δεν κατορθώσει να πράξει το ίδιο, να αναζητήσει δηλαδή τις «αιτίες των πραγμάτων» θα είναι ευτυχής με τα rura του στίχου 485. Η λέξη rura, καθώς και ολόκληρο το περιεχόμενο του στίχου αποκαλύπτει το «ποιητικό πρόγραμμα» του Βιργιλίου και αποτυπώνει την ποιητική φυσιογνωμία του έργου του. Πρόκειται για ένα άλλο είδος έπους, αφού δεν πραγματεύεται rerum causas αλλά rura και amnes. Σε αυτό συμβάλλει και η σκηνογραφική «παρέμβαση» του ποιητή, η οποία τον τοποθετεί σε τόπους της μυθολογημένης ελληνικής υπαίθρου (Spercheos, Taygeta, Haemus), οι οποίοι λειτουργούν ως πηγή έμπνευσης. Ωστόσο, παρά τη διαφορετικής υφής ποιητική, το έπος της υπαίθρου που συνθέτει ο Βιργίλιος παραμένει έπος και εν τέλει, αν μπορεί να θεωρηθεί «felix qui potuit rerum cognoscere causas», είναι fortunatus και εκείνος, ο οποίος ζει εναρμονισμένα με την ύπαιθρο και τους deos agrestes. Συνοψίζοντας, η αντίθεση «άστυ- ύπαιθρος», που εντοπίζεται κυρίως στο δεύτερο βιβλίο των Γεωργικών, παρουσιάζει ορισμένες αντιφάσεις, οι οποίες ενθαρρύνουν την αποδομητική ανάγνωσή της: η ύπαιθρος έχει καταβολές ελληνικές, ποιητικές, μυθολογικές. Ο ποιητής καταφεύγει στην εξιδανίκευσή της προκειμένου να προβάλει ορισμένες ηθικές αρετές, οι οποίες απουσιάζουν ή βρίσκονται σε αχρηστία στην εποχή του. Προκειμένου να το πετύχει αυτό, ο Βιργίλιος πρώτιστα επιχειρεί να δημιουργήσει ένα είδος «ενάρετου μόχθου» και κατά δεύτερον προβαίνει σε μια τρόπον τινά «υπόμνηση» του αγροτικού ρωμαϊκού παρελθόντος, όπως διαφαίνεται στους στίχους 532-3. Την διαδικασία εξιδανίκευσης της αγροτικής Ρώμης της εποχής του ποιητή έρχονται ωστόσο να θέσουν υπό αμφισβήτηση τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά δεδομένα της ιταλικής υπαίθρου, στο ειδυλλιακά εικονιζόμενο σκηνικό της οποίας προστίθενται αποχρώσεις μιας ιστορικής πραγματικότητας (latifundia) και επιπλέον προσδιορίζεται από συγκεκριμένες ιδεολογικές, πολιτικές και οικονομικές επιλογές του Οκταβιανού.  
Πηγή : ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ Α’ ΚΎΚΛΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ   
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΝΤΡΗ «Ο labor στα Γεωργικά του Βιργιλίου» 
Εξεταστική επιτροπή: Β. Φυντίκογλου (επόπτης) Δ. Τσιτσικλή Θ. Αντωνιάδης ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2016 

Ο Ιπποκράτης ο Κώος και Ιατρός: Περί αέρων, υδάτων, τόπων (Μέρος Β)

Όπως είναι φυσικό, οι άνθρωποι προκειμένου να ζήσουν καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες νερού οι οποίες επηρεάζουν καθοριστικά την υγεία των ανθρώπων. Ειδικότερα, ο συγγραφέας κάνοντας τη μετάβαση από τους ανέμους στα νερά, δηλώνει ότι σκοπός του είναι να δείξει ποια νερά είναι ανθυγιεινά και ποια υγιεινά. Στο σημείο αυτό αξίζει να γίνει μνεία στον Αλκμαίωνα τον Κροτωνιάτη, αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος, γιατρός και φυσικός ο οποίος ασχολήθηκε και εκείνος με την επίδραση του νερού στην υγεία του ανθρώπου. Αρχικά, η πρώτη κατηγορία νερών που αναφέρει ο συγγραφέας είναι τα νερά των ελών, των λιμνών και γενικότερα τα στάσιμα νερά. Επειδή τα νερά αυτά δεν είναι τρεχούμενα , τους θερινούς μήνες είναι ζεστά, παχύρρευστα και έχουν άσχημη μυρωδιά. Όταν πάνω σε αυτά πέσει και το νερό της βροχής, σε συνδυασμό με το συνεχές κάψιμο του ήλιου γίνονται θαμπά, βλαβερά και προκαλούν ερεθισμό στη χολή. Ωστόσο, το χειμώνα είναι παγωμένα, κρύα και θολά από το χιόνι και τους πάγους, με αποτέλεσμα να αυξάνεται το φλέγμα στους ανθρώπους και να έχουν έντονο βράχνιασμα. Η κατάποση των νερών αυτών από τους ανθρώπους προκαλεί πρήξιμο και σκλήρυνση της σπλήνας και του στομαχιού. Επίσης , όσοι πίνουν από αυτά τα νερά είναι πολύ αδύνατοι και αντιμετωπίζουν προβλήματα με το πεπτικό τους σύστημα, γι’ αυτό και χρειάζεται να πάρουν πιο δραστικά καθαρτικά. Να σημειωθεί ότι τα περισσότερα φάρμακα που χρησιμοποιούσαν οι ιπποκρατιστές γιατροί είχαν ως στόχο την εκκένωση των περιττών ουσιών που βρίσκονταν μέσα στο σώμα. Βέβαια η χρήση των καθαρτικών γινόταν με μεγάλη προσοχή και ειδικά των πιο δραστικών. Εν συνεχεία, οι άνθρωποι που πίνουν από τα στάσιμα νερά , το καλοκαίρι παθαίνουν δυσεντερίες, διάρροιες και μακροχρόνιους πυρετούς πράγμα το οποίο έχει ως συνέπεια να πλήττονται από θανατηφόρες υδρωπικίες. Παρακάτω περιγράφονται οι ασθένειες που είναι πιθανότερο να εκδηλωθούν στις πόλεις που έχουν πρόσβαση στα νερά των ελών και των λιμνών, ανα φύλο και ηλικία. Όπως είδαμε και στο προηγούμενο κεφάλαιο της εργασίας οι ασθένειες που πλήττουν τους ανθρώπους έχουν να κάνουν εκτός με τον περίγυρο και με τη φύση του αρρώστου , το φύλο και την ηλικία του. Ακόμη και στους Αφορισμούς η ηλικία αποτελεί βάση για την ταξινόμηση των ασθενειών. Συγκεκριμένα, τον χειμώνα οι πιο νέοι υποφέρουν από περιπνευμονίες και μανικές αρρώστιες. Αντίθετα, οι πιο ηλικιωμένοι λόγω του ότι τα όργανα του πεπτικού τους συστήματος είναι σκληρά ταλαιπωρούνται από καύσους. 
Ο γυναικείος πληθυσμός παρουσιάζει πλήθος ασθενειών, όπως για παράδειγμα οιδήματα, λευκόρροια, δυσκολεύονται να μείνουν έγκυες και όταν συμβεί αυτό γεννούν με δυσκολία. Να υπογραμμιστεί ότι στο σημείο που αναφέρει ότι «τα παιδιά γεννιούνται μεγάλα και πρησμένα» στο πρωτότυπο κείμενο υπάρχει η λέξη «έμβρυα». Με τη λέξη αυτή ο συγγραφέας εννοεί τα νεογέννητα παιδιά. Έτσι, τα νεογέννητα έχουν μεγάλο μέγεθος και ταυτόχρονα παρουσιάζουν πρήξιμο, όμως αργότερα κατά τον θηλασμό γίνονται ισχνά, ενώ οι πιο συχνές αρρώστιες που τα προσβάλλουν είναι οι κήλες. Οι άνδρες από την άλλη παθαίνουν κιρσούς και πληγές στις κνήμες. Αμέσως μετά την περιγραφή των βλαβερών νερών, ο Ιπποκράτης προχωράει στην περιγραφή των νερών εκείνων που οι πηγές τους βρίσκονται σε βράχους ή σε έδαφος που υπάρχουν θερμές πηγές ή που περιέχεται σίδηρος, χαλκός, άργυρος, χρυσός, θειάφι, στύψη, πίσσα και σόδα. Τα ύδατα αυτά είναι θερμά και προκαλούν δυσκοιλιότητα καθώς και προβλήματα στην ούρηση. Πιο κάτω ο συγγραφέας κάνει λόγο για τα ευεργετικά προς τον άνθρωπο νερά. Σύμφωνα με την κρίση του τα νερά αυτά είναι εκείνα τα οποία ρέουν από ψηλά, από βουνά και λόφους. Αξίζει να δοθεί σημασία στη φράση ότι « το άριστο νερό δεν έχει ανάγκη να αναμειχθεί και με μεγάλη ποσότητα κρασιού». Σύμφωνα με τον H. Diller από αυτή τη φράση βγαίνει το συμπέρασμα ότι κάποιες φορές οι αρχαίοι Έλληνες πρόσθεταν στο νερό κρασί με σκοπό να γίνει καλύτερη η γεύση του. Επίσης, τα νερά αυτά είναι ζεστά τον χειμώνα, ενώ το καλοκαίρι κρύα. Είναι καθαρά, με ωραία οσμή, ελαφρά και προέρχονται από ρέμα που είναι προσανατολισμένο προς την ανατολή του ηλίου. Πολύ καλά για τον ανθρώπινο οργανισμό είναι και τα νερά που ρέουν ανάμεσα στη θερινή ανατολή και θερινή δύση του ηλίου, καθώς και αυτά που ρέουν ανάμεσα στη θερινή και χειμερινή δύση. Στον αντίποδα, τα σκληρά και δυσκολοχώνευτα νερά είναι καλό να αποφεύγονται. Ωστόσο, κάποιες φορές μπορεί να φανούν χρήσιμα για συγκεκριμένες αρρώστιες. Βέβαια, τα χειρότερα από όλα τα ύδατα είναι εκείνα που ρέουν προς τον νότο, ανάμεσα στη χειμερινή ανατολή και δύση του ηλίου και επηρεάζουν ιδιαίτερα τους κατοίκους του νότου. Συνεχίζοντας, ο Ιπποκράτης κάνει διάκριση των υδάτων ανάλογα με την υγεία του κάθε ανθρώπου. Συγκεκριμένα, τα άτομα εκείνα τα οποία είναι απόλυτα υγιή, μπορούν να καταναλώνουν οποιοδήποτε νερό. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με τα άτομα εκείνα τα οποία πάσχουν από κάποια ασθένεια. Έτσι, εκείνοι οι οποίοι αντιμετωπίζουν προβλήματα με την πέψη είναι καλό να πίνουν τα νερά εκείνα που κατά τον συγγραφέα είναι άριστης ποιότητας, δηλαδή τα ελαφρά, διαυγή και γλυκά. 
Τώρα, αυτών που η κοιλιακή χώρα είναι μαλακή, υγρή και γεμάτη φλέγμα τους προτείνει να πίνουν πιο σκληρά, δυσκολοχώνευτα νερά και υφάλμυρα. Η επόμενη κατηγορία υδάτων είναι το νερό που προέρχεται από τη βροχή και από το χιόνι. Αναλυτικότερα, λόγω του ότι ο ήλιος απορροφά τα ελαφρά στοιχεία που περιέχουν τα νερά της γης συμβάλλει στο ότι το βροχινό νερό είναι πιο ελαφρύ , γλυκό και λαμπερό. Ωστόσο, το νερό της βροχής αποκτά μια άσχημη οσμή λόγω του ότι αποτελείται από πολλά διαφορετικά στοιχεία. Με τη βοήθεια του ήλιου, το νερό αυτό θερμαίνεται και βράζει με αποτέλεσμα να γίνεται πιο γλυκό. Σε περίπτωση που κάποιος πιει από το νερό της βροχής θα έχει βήχα και βράχνιασμα. Να προστεθεί ότι οι ερμηνείες αυτές του Ιπποκράτη σχετικά με το νερό της βροχής είναι ανάλογες με αυτές των προσωκρατικών φιλοσόφων. Φαίνεται ότι ο συγγραφέας έχει άριστη γνώση των φιλοσοφικών θεωριών σχετικά με τη φύση. Όσον αφορά στα ύδατα που προέρχονται από το χιόνι ή από τους πάγους είναι και αυτά ανθυγιεινά. Αυτό γιατί το νερό όταν παγώσει χάνει τις αρχικές του θετικές ιδιότητες. Τέλος, ο συγγραφέας επισημαίνει ότι όσοι καταναλώνουν διαφορετικά μεταξύ τους νερά, από μεγάλους ποταμούς μπορεί να νοσήσουν από πέτρα στα νεφρά, νεφρίτιδες, στραγγουρία, ισχιαλγίες και κήλες. Οι ασθένειες αυτές δεν προσβάλλουν όλους τους οργανισμούς. Όσοι δηλαδή, έχουν υγιές πεπτικό σύστημα δύσκολα αποκτούν πέτρα στα νεφρά και προβλήματα στην κύστη. Εκείνοι πάλι που έχουν φλεγμονή στην κοιλιακή χώρα , όταν διαφορετικά μεταξύ τους νερά είναι πιθανό να αντιμετωπίσουν προβλήματα στην κύστη. Ακόμη, οι ασθένειες αυτές παρουσιάζονται πιο συχνά στους άνδρες και στα αγόρια παρά στις γυναίκες και στα κορίτσια, λόγω της διαφορετικής ανατομίας των γεννητικών τους οργάνων.
Ο συγγραφέας δίνει οδηγίες για το πώς πρέπει να σκεφτόμαστε αν επιθυμούμε να γνωρίζουμε αν η επόμενη χρονιά πρόκειται να είναι ευνοϊκή ή όχι για την υγεία των ανθρώπων. Ειδικότερα, η χρονιά θα είναι καλή για την υγεία των ανθρώπων εφόσον τα φαινόμενα σχετικά με τη δύση και την ανατολή των άστρων είναι κανονικά, το φθινόπωρο είναι βροχερό, ο χειμώνας μέτριος και οι βροχές κατά την περίοδο της άνοιξης και του καλοκαιριού είναι μετριασμένες. Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρουμε ότι ενώ ο Πίνδαρος διακρίνει δύο κατηγορίες ασθενειών που προκαλούνται από τις εποχές, τις καλοκαιρινές και τις χειμερινές, οι ιπποκρατιστές γιατροί διακρίνουν τέσσερις. Στις καλοκαιρινές και τις χειμερινές προσθέτουν και αυτές των ενδιάμεσων εποχών, δηλαδή της άνοιξης και του φθινοπώρου. Συνεχίζοντας, ο συγγραφέας επισημαίνει πότε μια χρονιά προβλέπεται να μην είναι καλή για την ανθρώπινη υγεία. Κατά τη διάρκεια μιας τέτοιας χρονιάς ο χειμώνας είναι ξηρός με βόρειους ανέμους, η άνοιξη βροχερή με νότιους ανέμους και το καλοκαίρι ο καύσωνας είναι απότομος. Επίσης, κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού εμφανίζονται υψηλοί πυρετοί, οφθαλμίες και δυσεντερίες. Αυτές οι ασθένειες πλήττουν κυρίως τα άτομα φλεγματικής ιδιοσυγκρασίας, ενώ οι δυσεντερίες παρουσιάζονται με μεγαλύτερη συχνότητα στους γυναικείους οργανισμούς. Στην περίπτωση που ακολουθήσει ένα φθινόπωρο με μελτέμια τότε η υγεία των ανθρώπων θα είναι καλύτερη, αλλά σε αντίθετη περίπτωση οι θερινές αρρώστιες που αναφέρθηκαν μπορεί να οδηγήσουν ακόμη και στον θάνατο ιδίως των παιδιών και των γυναικών. Να προστεθεί ότι ένας γιατρός του 6ου αιώνα μ.Χ ο Αέτιος ο Αμιδηνός σε ένα έργο του παραθέτει έναν πίνακα των «καιρών» κατά τους οποίους συμβαίνει η ανατολή και η δύση των αστέρων. Αυτός ο πίνακας θεωρείται χρήσιμος για την ανάγνωση του έργου που εξετάζουμε το «Περί αέρων ,υδάτων και τόπων». Έπειτα, σχετικά πάλι με τον γυναικείο πληθυσμό, αν μετά από έναν χειμώνα ήπιο ακολουθήσει μια άνοιξη ξερή με βόρειους ανέμους και θύελλες τότε οι εγκυμονούσες μπορεί να αποβάλουν. Όσες τελικά γεννήσουν τα παιδιά τους θα είναι φιλάσθενα ή δεν θα καταφέρουν να επιζήσουν. Ο υπόλοιπος πληθυσμός μπορεί να εμφανίσει δυσεντερίες, ξηρές οφθαλμίες και κατάρρους από το κεφάλι στους πνεύμονες. Οι δυσεντερίες είναι πιο συχνές στις γυναίκες και στα φλεγματικά άτομα ενώ οι ξηρές οφθαλμίες στα άτομα με χολώδη ιδιοσυγκρασία. Τα ηλικιωμένα άτομα μπορεί να πληγούν από κατάρρους και είτε να πεθάνουν ξαφνικά είτε να πάθουν ημιπληγίες από τη δεξιά ή αριστερή πλευρά. 
Οι εποχικές αυτές μεταβολές που αναφέρθηκαν παραπάνω είναι πιο σπάνιες στις πόλεις που έχουν καλό προσανατολισμό ως προς τον ήλιο και τους ανέμους και τα νερά τους είναι ευεργετικά. Στον αντίποδα, όσες πόλεις έχουν νερά στάσιμα και από έλη και ο προσανατολισμός τους ως προς τον ήλιο και τους ανέμους δεν είναι καλός επηρεάζονται από τις εποχικές εναλλαγές. Αν το καλοκαίρι έχει ξηρασία οι ασθένειες μπορεί να ιαθούν γρηγορότερα, αν όμως είναι βροχερό επιτείνονται. Ακόμη μετά από ένα βροχερό καλοκαίρι με νότιους ανέμους, ο χειμώνας που θα ακολουθήσει θα παρουσιάζει έντονη νοσηρότητα. Συγκεκριμένα, τα φλεγματικά άτομα καθώς και εκείνοι άνω των σαράντα ετών είναι πιθανόν να προσβληθούν από υψηλούς πυρετούς ενώ τα άτομα με χολώδη ιδιοσυγκρασία μπορεί να πάθουν πλευρίτιδες και περιπνευμονίες. Μετά από ένα καλοκαίρι ξηρό με βόρειους ανέμους και ένα φθινόπωρο βροχερό με νότιους ανέμους, τον χειμώνα που θα ακολουθήσει θα παρουσιασθούν κεφαλαλγίες, γάγγραινες στον εγκέφαλο, συνάχι, βήχα ακόμη και φθίση. Τέλος, στις πόλεις που φυσούν βόρειοι άνεμοι και δεν είναι συχνές οι βροχοπτώσεις τα άτομα φλεγματικής ιδιοσυγκρασίας καθώς και οι γυναίκες ευνοούνται από τις αντίστοιχες καιρικές συνθήκες. Τα άτομα όμως με χολώδη ιδιοσυγκρασία μπορεί να πληγούν από οφθαλμίες, οξείς και μακροχρόνιους πυρετούς ακόμη και μελαγχολία. Ο συγγραφέας κλείνοντας, υπογραμμίζει ότι πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις πιο κρίσιμες εποχικές μεταβολές. Κατά τη διάρκεια αυτών δεν πρέπει να δίνεται ούτε καθαρτικό αν δεν είναι αναγκαίο, ούτε να γίνονται καυτηριασμοί και τομές στην κοιλιακή περιοχή αν δεν περάσει πρώτα το απαραίτητο χρονικό διάστημα. Οι πιο κρίσιμες περίοδοι είναι οι δύο τροπές του ήλιο, κυρίως η θερινή και οι δύο ισημερίες, ιδίως η φθινοπωρινή. Ακόμη προσοχή πρέπει να δίνεται και στις επιτολές των άστρων, του Κυνός και του Αρκτούρου και στη δύση των Πλειάδων. Η κρίση των ασθενειών σε αυτές τις περιόδους οξύνεται και ο ασθενής ή πεθαίνει ή γιατρεύεται ή η νόσος του αποκτά νέα μορφή.
Πηγή : Πτυχιακή εργασία: « Ο Ιπποκράτης Περί αέρων, υδάτων, τόπων. Η επίδραση του περιβάλλοντος στην υγεία των ανθρώπων» 
Υπεύθυνος Καθηγητής: Γιώργος Παπαδόπουλος 
Φοιτήτρια: Κανέλλα Αχαμνού 
Τμήμα: Μεθοδολογίας, Ιστορίας και Θεωρίας της Επιστήμης 

Ο Ιπποκράτης ο Κώος και Ιατρός: Περί αέρων, υδάτων, τόπων (Μέρος Α)

Ξεκινώντας να διαβάζει κανείς το έργο παρατηρεί ότι αρχίζει με τον εξής τρόπο «αν επιθυμείς εμβαθύνοντας συνεχώς να φτάσεις σε μια ορθή σύλληψη της ιατρικής, οφείλεις να προχωρήσης ως εξής: πρώτον οφείλεις να μελετήσης το θέμα των εποχών του έτους ,να δεις τι είδους επιδράσεις έχει τη δύναμη να ασκή η καθεμιά τους. Γιατί οι εποχές του έτους δεν μοιάζουν καθόλου η μία με την άλλη αντίθετα, παρουσιάζουν μεγάλες διαφορές: α) είναι διαφορετικές καθ’ αυτές β) διαφέρουν στον τρόπο με τον οποίο γίνεται το πέρασμα από τη μια στην άλλη». Αξίζει να σταθεί κανείς σ’ αυτή τη φράση, διότι ο συγγραφέας από την αρχή κιόλας του έργου καθιστά σαφές ότι απευθύνεται σε επαγγελματίες γιατρούς με σκοπό να τους ενημερώσει για το επάγγελμα το οποίο έχουν επιλέξει να ασκήσουν. Θεωρεί ότι είναι χρέος κάθε συνετού γιατρού πριν προχωρήσει σε οποιαδήποτε πράξη να κάνει σωστή έρευνα, να αναζητά. Σχετικά τώρα με τον όρο «ορθώς», πριν την εμφάνιση των σοφιστών σήμαινε «η σωστή απόφαση». Έπειτα όμως σήμαινε «η ορθότητα του λόγου». Έτσι λοιπόν, με το «ορθώς ζητείν» ο συγγραφέας εννοεί ότι η αγωγή που θα δώσει ο γιατρός θα έχει επιτυχία εφόσον η μέθοδος με την οποία γίνεται βασίζεται στη λογική. Είναι απαραίτητο ακόμη ένας γιατρός να μελετά τις εποχές. Σύμφωνα με τον Γαληνό ο όρος μεταβολή έχει δύο διαφορετικές σημασίες. Η πρώτη σημασία έχει να κάνει με τις αλλαγές που φέρνει και αυτό γιατί η μετάβαση από τη μια εποχή στην άλλη φέρνει αλλαγές , αλλά και γιατί κατά τη διάρκεια κάθε εποχής σημειώνονται καιρικές μεταβολές. Πρέπει ακόμη να μελετά τους ανέμους και το νερό. Οι γιατροί στην αρχαιότητα έδιναν ιδιαίτερη προσοχή στο βάρος του νερού και θεωρούσαν ότι όσο πιο ελαφρύ είναι το νερό τόσο πιο γρήγορα μπορεί να ζεσταθεί ή να παγώσει. Με την άφιξη του σε μια πόλη ο γιατρός έχει χρέος να εξετάσει τη θέση της και ειδικότερα τον προσανατολισμό της σε σχέση με τους ανέμους αλλά και με την ανατολή του ηλίου. Συνάμα πρέπει να παρατηρήσει με προσοχή το νερό , το έδαφος καθώς και τον καθημερινό τρόπο ζωής των ανθρώπων. Εφόσον κάνει όλα τα παραπάνω ερχόμενος σε μια πόλη για πρώτη φορά θα ξέρει να προσδιορίσει ποιες αρρώστιες ταλανίζουν τους ανθρώπους εκεί καθώς και τον χαρακτήρα με τον οποίο παρουσιάζονται σ’ αυτόν τον τόπο οι κοινές σε όλα τα μέρη αρρώστιες .Βέβαια, οι ασθένειες εκτός από τον προσανατολισμό των πόλεων και το κλίμα διαφέρουν και ανάλογα με το φύλο και την ηλικία όπως θα δούμε στη συνέχεια. Επομένως, ο κίνδυνος να κάνει λάθος διάγνωση θα ελαχιστοποιηθεί. Επίσης, θα έχει την ικανότητα να προβλέπει ποιες αρρώστιες είναι πιθανό να προσβάλλουν την κάθε πόλη αλλά και κάθε άτομο ξεχωριστά. 
Στο σημείο αυτό να προσθέσουμε ότι εκεί που ο Λυπουρλής αναφέρει « τις κοινές σε όλα τα μέρη αρρώστιες» ο H.Diller στη θέση της λέξης «κοινών» προτείνει τη λέξη «κοιλιών». Ωστόσο, η λέξη «κοιλιών» δεν ταιριάζει με το γενικότερο νόημα της παραγράφου γι’ αυτό δεχόμαστε τη λέξη «κοινών». Την ταξινόμηση των ασθενειών με βάση το γεωγραφικό προσανατολισμό των πόλεων που θα εξετάσουμε παρακάτω τη δέχονται και άλλοι ιπποκρατιστές γιατροί. Στο έργο αυτό και συγκεκριμένα στο πρώτο μέρος το οποίο μελετάμε καταγράφονται τέσσερις πιθανοί προσανατολισμοί κάθε πόλης. Ειδικότερα, μια πόλη η οποία είναι εκτεθειμένη σε θερμούς και υγρούς ανέμους οι οποίοι έρχονται από τον νότο , διαθέτει και νερά άφθονα τα οποία το καλοκαίρι είναι ζεστά ενώ το χειμώνα κρύα. Εξαιτίας αυτών των κλιματολογικών συνθηκών οι κάτοικοι μιας τέτοιας πόλης έχουν ένα κεφάλι υγρό , γεμάτο φλέγμα ,παρουσιάζουν διαταραχές στο πεπτικό τους σύστημα και στην όψη είναι άτονοι. Να τονιστεί ότι στο Περί φύσιος ανθρώπου ο συγγραφέας αναφέρει ότι το φλέγμα είναι ο πιο ψυχρός από τους χυμούς του σώματος. Ανάλογα τώρα με το φύλο οι άνθρωποι που κατοικούν σε μια τέτοια πόλη παρουσιάζουν και συγκεκριμένες ασθένειες. Οι γυναίκες λόγω της κακής υγείας τους αποβάλουν συχνά. Τα παιδιά προσβάλλονται από σπασμούς και ταυτόχρονα έχουν πρόβλημα με το αναπνευστικό τους σύστημα. Τον ανδρικό πληθυσμό ταλαιπωρούν δυσεντερίες , διάρροιες , πυρετοί με ρίγος, φλύκταινες, αιμορροΐδες. Όσον αφορά στους πυρετούς οι ιπποκρατιστές γιατροί τους είχαν κατηγοριοποιήσει σε τέσσερις ομάδες. Όταν οι άνθρωποι ξεπεράσουν τα πενήντα τους χρόνια είναι πιθανό να πάθουν αποπληξία αν εκτεθούν ξαφνικά στον ήλιο ή αν τους διαπεράσει δυνατό κρύο. Επίσης, στους κατοίκους τέτοιων πόλεων εμφανίζονται υγρές οφθαλμίες και είναι ευάλωτοι σε οποιαδήποτε επιδημία που μπορεί να φέρει η αλλαγή απ’ τη μια εποχή στην άλλη. Ο Ιπποκράτης καθώς και οι υπόλοιποι γιατροί που υπήρξαν οπαδοί του θεωρούσαν ότι η επιδημία είναι η ασθένεια ή οι ασθένειες που πλήττουν ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού.Υπάρχει και μια σειρά βιβλίων τα οποία ανήκουν στην Ιπποκρατική συλλογή και φέρουν τον τίτλο «επιδημίες». Παρατηρεί λοιπόν κανείς ότι οι ασθένειες διαφέρουν ανάλογα με το φύλο , την ηλικία και τη φύση του αρρώστου. Αξίζει να σταθεί κανείς στο θέμα των γυναικείων ασθενειών. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως οι γυναίκες των πόλεων που είναι εκτεθειμένες σε θερμούς και υγρούς ανέμους οι οποίοι έρχονται από τον νότο ,μπορεί να εμφανίσουν στειρότητα εξαιτίας της κακής τους υγείας. Δεν ήταν απλό το θέμα της στειρότητας για μια γυναίκα ,διότι ο σύζυγός της εξαιτίας αυτού μπορούσε να τη χωρίσει. Η γυναίκα δηλαδή θεωρούνταν υπεύθυνη.  
Μετά την περιγραφή της νοσηρότητας στις πόλεις με θερμούς ανέμους εξετάζονται οι πόλεις στις οποίες πνέουν αντίθετοι άνεμοι, έρχονται από το βορρά. Οι άνεμοι αυτοί είναι ψυχροί και ξηροί και έτσι και τα νερά τους είναι σκληρά και ψυχρά. Παράλληλα, οι κάτοικοι είναι νευρώδεις και ισχνοί. Τα γενικά τους χαρακτηριστικά είναι ότι διαθέτουν υγιή και σφικτά κεφάλια, χαλαρή πάνω περιοχή, «χολώδη ιδιοσυγκρασία», υποφέρουν από δυσκοιλιότητα ,ενώ ταυτόχρονα είναι επιρρεπείς στους εσωτερικούς τραυματισμούς. Στις πόλεις αυτές κυριαρχούν «οξείες ασθένειες», όπως πολλές πλευρίτιδες. Οι ιπποκρατιστές γιατροί «οξείες» ασθένειες θεωρούσαν ότι είναι εκείνες οι οποίες μπορεί να οδηγήσουν ακόμη και στο θάνατο. Την εποχή του Γαληνού αυτός που υποδιαίρεσε όλες τις ασθένειες σε δύο μεγάλες ενότητες, τις «οξείες» και τις «χρόνιες» ήταν ο Αρεταίος ο Καππαδόκης. Επίσης, την εποχή εκείνη με τον όρο «πλευρίτιδα» εννοούσαν την ασθένεια των πλευρών, δεν είχε τη σημερινή σημασία. Στις μέρες μας ορίζεται ως μια φλεγμονή των δύο μεμβρανών που περικλείουν την πλευρά. Λόγω της ξηρότητας του σώματος σε συνδυασμό με την ψυχρότητα του νερού πολλοί είναι εκείνοι που παρουσιάζουν εμπυήματα. Ακόμη υπάρχει περίπτωση οι κάτοικοι να εμφανίσουν ξηρές οφθαλμίες. Σχετικά με τον ανδρικό πληθυσμό της πόλης η πλειοψηφία αυτών ζει αρκετά χρόνια, περισσότερα από εκείνους άλλων πόλεων. Αυτοί οι οποίοι δεν έχουν συμπληρώσει το τριακοστό έτος της ηλικίας τους κατά τη διάρκεια των θερινών μηνών παρουσιάζουν αιμορραγία στη μύτη. Οι λεγόμενες «ιερές ασθένειες» είναι δυνατό να τους προσβάλλουν αλλά σπάνια , ενώ πιθανή είναι και σε αυτή την περίπτωση η εκδήλωση επιδημιών εξαιτίας της εναλλαγής των εποχών .Ο όρος «ιερά νόσος» παραπέμπει στη σημερινή επιληψία. Χρησιμοποιούσαν την ονομασία αυτή για κάποια συγκεκριμένη ασθένεια και έχουν γίνει αρκετές υποθέσεις σχετικά με το ποια ασθένεια μπορεί να προσδιόριζε ο όρος αυτός. 16Επίσης, οι άνδρες των πόλεων που είναι εκτεθειμένες σε ανέμους ψυχρούς και ξηρούς που έρχονται από το βορρά είναι άγριοι. Αναφορικά τώρα με τις γυναίκες υπάρχει το ενδεχόμενο να παρουσιάσουν στειρότητα λόγω του νερού και να μην μπορούν να θρέψουν τα παιδιά τους εξαιτίας της έλλειψης γάλατος. Κατά τη διάρκεια της γέννας τους μπορεί να αντιμετωπίσουν δυσκολίες, βέβαια οι αποβολές δεν είναι συχνές. Αυτές οι δυσκολίες που μπορεί να προκύψουν κατά τη διάρκεια του τοκετού ίσως να δημιουργήσουν ρήξεις και θλάσεις. Τα μικρά αγόρια των ίδιων πόλεων εκδηλώνουν συχνά ύδρωπες όρχεων που γιατρεύονται με το πέρασμα του χρόνου. Η εφηβεία ακόμη, αργεί να ξεκινήσει.
Σύμφωνα με τον συγγραφέα οι καλύτερες πόλεις είναι εκείνες οι οποίες είναι στραμμένες προς την ανατολή. Αυτές οι πόλεις είναι πιο υγιεινές και αυτό γιατί υπάρχει εξισορρόπηση του κρύου και της ζέστης. Τα νερά είναι καθαρά και διαυγή. Η όψη των ανθρώπων είναι ροδαλή, η φωνή τους καθαρή, είναι ευφυείς και διακρίνονται για τον καλό τους χαρακτήρα. Σε περίπτωση που αρρωστήσουν οι άνθρωποι αυτών των πόλεων, οι ασθένειες που παρουσιάζουν είναι πιο ήπιας μορφής. Η γονιμότητα των γυναικών είναι αυξημένη και δεν αντιμετωπίζουν δυσκολίες κατά τη γέννα. Τέλος, είναι και οι πόλεις εκείνες οι οποίες είναι προσανατολισμένες στη δύση και σύμφωνα με τον Ιπποκράτη είναι ιδιαίτερα ανθυγιεινές. Τα νερά τους σε αντίθεση με τις προηγούμενες πόλεις δεν είναι καθαρά ενώ το κρύο και η ζέστη δεν είναι μετριασμένα. Ο ήλιος καθώς δύει , ψήνει τους ανθρώπους. Έτσι, οι κάτοικοι παρουσιάζουν ωχρή όψη. Διαθέτουν ακόμη βραχνή φωνή , εξαιτίας του μη καθαρού και υγρού αέρα, καθώς οι βόρειοι άνεμοι δεν περνούν από αυτές τις πόλεις ώστε να καθαρίσουν την ατμόσφαιρα. Είναι φιλάσθενοι και ευάλωτοι σε όλες τις αρρώστιες.
Πηγή : Πτυχιακή εργασία: « Ο Ιπποκράτης Περί αέρων, υδάτων, τόπων. Η επίδραση του περιβάλλοντος στην υγεία των ανθρώπων» 
Υπεύθυνος  Καθηγητής: Γιώργος Παπαδόπουλος 
Φοιτήτρια: Κανέλλα Αχαμνού 
Τμήμα: Μεθοδολογίας, Ιστορίας και Θεωρίας της Επιστήμης 

Τετάρτη 23 Απριλίου 2025

Αριστοτέλης ο Σταγειρίτης : Περί Ουρανού και Μετεωρολογικά

Το «Περί Ουρανού», έργο του Σταγειρίτη κολοσσού της σκέψης, είναι ένα από τα πιο σημαντικά του και αντιπροσωπεύει τις Κοσμολογικές απόψεις του επιστημονικότερου νου της Κλασικής Ελληνικής Αρχαιότητας. Σ' αυτό, ο Αριστοτέλης, συνοψίζει όχι μόνο τις επιστημονικές γνώσεις που ίσχυαν στην εποχή του για την προέλευση, δομή και λειτουργία του Κόσμου (σύμπαντος-ουρανού) αλλά βρίσκει ευκαιρία να παραθέσει και γενικότερες απόψεις που αναφέρονται σε φυσικά, βιολογικά και κοινωνικά ακόμη φαινόμενα. 
Περί Ουρανού ονομάζεται μια πραγματεία του Αριστοτέλη σε τέσσερα βιβλία.
Κατά τον Αριστοτέλη το Σύμπαν διαιρείται σε δύο περιοχές. Η μία φθάνει μέχρι της τροχιάς που διαγράφει, περί τη Γη, η Σελήνη και απαρτίζει τον «υποσελήνιο» τόπο χώρο όπου βασιλεύει η μεταβολή, η αλλοίωση, η γέννηση και η φθορά. Σ΄ αυτό το τόπο λαμβάνει χώρα η κυκλοφορική κίνηση των τεσσάρων απλών σωμάτων γης, ύδατος, αέρος και πυρός τα οποία ο Αριστοτέλης ακολουθώντας την παραδομένη ορολογία ονομάζει αυτά «στοιχεία».
Η άλλη περιοχή περιλαμβάνει τον «υπερσελήνιο» τόπο όπου εκεί βασιλεύει η «αϊδία κίνηση των αθανάτων αϊδίων ουσιών που φθάνει μέχρι της σφαίρας των απλανών. Σ΄ αυτόν δεν υπάρχουν τα τέσσερα γνωστά στοιχεία, αλλά την ύλη του την αποτελεί ένα «πέμπτο σώμα» ή πέμπτη ουσία, κοινώς λεγόμενη «πεμπτουσία» που είναι ο αιθήρ.
Ο Κόσμος στο σύνολό του αποτελεί σφαιρικό χώρο του οποίου το κέντρο κατέχει η επίσης σφαιρική Γη. Επειδή ο ουρανός στον παρατηρητή τον μετακινούμενο στην επιφάνεια της Γης δεν παρέχει προς θέα τους αυτούς αστερισμούς θεωρεί ο Αριστοτέλης ως βέβαιο ότι το σχήμα της Γης είναι σφαιρικό αλλά η σφαίρα Γη δεν είναι πολύ μεγάλη. Βρίσκει δε πιθανό ότι η απόσταση που χωρίζει τις Ηράκλειες στήλες με την Ινδική (Ινδίες) δεν είναι πολύ μεγάλη.
«Διό τους υπολαμβάνοντας συνάπτειν τον περί τας Ηρακλείους στήλας τόπον τω περί την Ινδικήν, και τούτον τον τρόπον είναι την θάλατταν μίαν μη λίαν υπολαμβάνειν άπιστα δοκείν» (Περί ουρανού 298 α 8).
(= Γι αυτό προκύπτει το συμπέρασμα ότι οι φρονούντες ότι υπάρχει συνέχεια μεταξύ του τόπου των Ηράκλειων στηλών και της Ινδικής και ότι έτσι η μεσολαβούσα θάλασσα είναι η αυτή, δεν υποστηρίζουν δοξασία υπερβολικά απίθανη»).
Αυτό το χωρίο κατέστη αξιοσημείωτο διότι παρέσχε την αφορμή στον Κολόμβο να θεωρήσει ότι πλέοντας δυτικά μπορεί να φθάσει στην Ινδία. Σ΄ αυτό το χωρίο δε ο Σταγιρίτης σοφός μας πληροφορεί το μήκος της περιμέτρου της γήινης σφαίρας:«και των μαθηματικών όσοι το μέγεθος αναλογίζεσθαι πειρώνται της περιφέρειας εις τετταράκοντα λέγουσιν είναι μυριάδας σταδίων. Εξ ών τεκμαιρομένοις ου μόνον σφαιροειδή τον όγκον αναγκαίον είναι της γης, αλλά και μη μέγαν προς το των άλλων αστέρων μέγεθος» (= «Και εκ των μαθηματικών όσοι επιθυμούν να υπολογίσουν το μέγεθος της περιφέρειας, λέγουν ότι είναι περίπου 40 μυριάδες σταδίων. Εξ αυτών συνάγεται το αναγκαίο συμπέρασμα ότι όχι μόνο είναι σφαιροειδής ο όγκος της Γης αλλά και δεν είναι μέγας εν συγκρίσει με τους όγκους των άλλων αστεριών»).
Οι τεσσαράκοντα μυριάδες σταδίων ισοδυναμούν με 73.000 χλμ. δηλαδή με το διπλάσιο σχεδόν του πραγματικού μήκους.
Από τον αιθέρα του «υπερσελήνιου» τόπου (που αναφέρθηκε παραπάνω) φέρεται να πιστεύει ο Αριστοτέλης ότι σύγκεινται και οι διαφανείς ομόκεντροι ουράνιες σφαίρες επί των οποίων είναι προσηλωμένοι οι απλανείς και οι πλανήτες. Από την ουσία δε αυτή («πεπτουσία») αποτελείται επίσης το σώμα των απλανών αστέρων και των επτά πλανητών που τα θεωρεί όντα με ζωή και ψυχή, μη υποκείμενα σε άλλη μεταβολή εκτός της κατά τόπου κίνησης. Ευρίσκονται πάντα σε ενεργητική κατάσταση χωρίς να υπόκεινται σε κάματο ή εξάρτηση. Η κίνησή των δεν περιέχει καμία εναντιότητα διότι είναι κυκλική και ισοταχής. Η μόνη δυνατότητά τους είναι η κατά τόπο μετακίνηση. Επειδή όμως η παρατήρηση αποδεικνύει ότι έκαστος των πλανητών εκτός του ότι ακολουθεί την κίνηση της ουράνιας σφαίρας, που περιστρέφεται εξ ανατολών προς δυσμάς, αλλά εκτελεί και ιδία κίνηση βρίσκεται στην ανάγκη η περί αυτών εξετάζουσα τα φαινόμενα αυτά αστρονομική επιστήμη να εξηγήσει την ποικιλία των σημειουμένων ιδιαίτερων κινήσεων.
Ως προς την ονομασία των Πλανητών δέχεται ο Αριστοτέλης τα παραδεδομένα ονόματα και την παραδεδεγμένη τάξη των από της Γης αποστάσεων αυτών δεχόμενος ότι είναι τεταγμένοι κατά την ακόλουθη σειρά: Σελήνη, Ήλιος, Ερμής, Αφροδίτη, Άρης, Ζεύς και Κρόνος.
Τα "Μετεωρολογικά" είναι ένα από τα "άγνωστα" βιβλία του Αριστοτέλη, που μας επιτρέπει να διαπιστώσουμε τις υψηλότατες επιστημονικές γνώσεις που είχε η Αρχαία Ελλάδα, σε θέματα που αφορούν τον Ουράνιο χώρο που περικλείει τον πλανήτη μας, αλλά και τον τρόπο που αυτός αλληλοεπιδρά και διαμορφώνει την επιφάνεια, αλλά και το υπέδαφος του.
Η Γη μας, είναι ένας ζωντανός οργανισμός, που αποκτά υπόσταση, μέσω της δράσης των "εγκυκλίων" ή των "βιογεωχημικών κύκλων" όπως αποκαλούνται σήμερα, η οποία όμως σπανίως γίνεται αντιληπτή από τον μέσο άνθρωπο, που δεν διαθέτει αυτές τις εξειδικευμένες γνώσεις:
- Πώς προήλθε και πώς εξελίχθηκε η ζωή στον πλανήτη μας;
- Πώς εναλλάσσονται τα τέσσερα στοιχεία και ποια η σχέση τους με τον Αιθέρα;
- Πόσο αληθινά είναι τα ουράνια φαινόμενα που παρατηρούμε στον ουρανό;
- Ποιος ο λόγος ύπαρξης των κομητών;
Από πού προέρχεται το Φως του Γαλαξία μας;
Η κλιματική αλλαγή και οι μεταβολές των μετεωρολογικών συνθηκών:
- Δρόσος και Πάχνη, Βροχή Χιόνι και Χαλάζι και τα παράλογα μετεωρολογικά φαινόμενα.
- Οι άνεμοι, τα ποτάμια και η θάλασσα.
- Η προϊστορία της Γης και οι χάρτες του Αριστοτέλη. 
Τα Μετεωρολογικά είναι πραγματεία του Αριστοτέλη. Το κείμενο της πραγματείας αυτής περιγράφει τις απόψεις του Αριστοτέλη για όλες τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ αέρα και νερού, τα μέρη της γης και τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ τους. Περιλαμβάνει κάποιες από τις πρώτες αναφορές στην ιστορία της επιστήμης σχετικώς με την εξάτμιση του νερού, τους σεισμούς, τα καιρικά φαινόμενα, αλλά και αρκετά θέματα αστρονομίας και διαστημικής φυσικής, ιδίως σχετικά με τους κομήτες και τα μετέωρα.
Μια σύνοψη των Μετεωρολογικών στην αραβική γλώσσα υπό τον τίτλο Al-Athar al-Ulwiyyah, συντάχθηκε περί το 800 μ.Χ. από τον Αντιοχέα λόγιο Γιαχία ιμπν αλ-Μπιτρίκ και κυκλοφορήθηκε πολύ στον μουσουλμανικό κόσμο κατά τους επόμενους αιώνες. Αυτή μεταφράσθηκε στη λατινική από τον Γεράρδο της Κρεμόνας τον 12ο αιώνα, και με αυτή τη μετάφραση εισήλθε στον δυτικοευρωπαϊκό κόσμο του μεσαιωνικού σχολαστικισμού. Αυτή η «παλαιά μετάφραση» (vetus translatio) ξεπεράσθηκε από τη βελτιωμένη και πλήρη που πραγματοποίησε ο Γουλιέλμος του Μέρμπεκε, τη nova translatio, που διαβάστηκε ευρύτατα, καθώς διασώζεται σε πολυάριθμα χειρόγραφα. Τα Μετεωρολογικά σχολιάσθηκαν έτσι από τον Θ. Ακινάτη και τυπώθηκαν συχνά κατά την Αναγέννηση.
Ο Αριστοτέλης αρχίζει το έργο με μια περίληψη όσων περιγράφηκαν σε ένα προηγούμενη πραγματεία του, το Περὶ Κόσμου. Μεταξύ άλλων γράφει:
«...η κίνηση αυτών των σωμάτων είναι δύο ειδών: είτε από το κέντρο, είτε προς το κέντρο.» (339a14-15)
«Επομένως πρέπει να θεωρήσουμε το πυρ και τη γη και τα παρόμοιά τους στοιχεία ως τις υλικές αιτίες των φαινομένων αυτού του κόσμου (εννοώντας ως υλικές αυτές που υπόκεινται σε μεταβολή και επιδράσεις)...» (339a27-30)
«τὸ δ’ οὕτως αἴτιον ὅθεν ἡ τῆς κινήσεως ἀρχή, τὴν τῶν ἀεὶ κινουμένων αἰτιατέον δύναμιν» (339a31-32)
Η τελευταία είναι μία αναφορά στο λεγόμενο πρώτον κινούν, μια τελεολογική ερμηνεία.
«...τα τέσσερα [στοιχεία] είναι το πυρ, ο αέρας, το νερό και η γη.» (339a15-16)
«Το πυρ καταλαμβάνει τον υψηλότερο χώρο από όλα, η γη τον χαμηλότερο και τα δύο άλλα στοιχεία αντιστοιχούν προς αυτά με τη σχέση τους, με τον αέρα να είναι πλησιέστερα προς το πυρ και το νερό προς τη γη.» (339a16-19)
«Ισχυριζόμαστε μάλιστα ότι το πυρ, ο αέρας, το νερό και η γη παράγονται το ένα από τα άλλα, και το καθένα τους υπάρχει εν δυνάμει μέσα στο καθένα από τα άλλα, όπως όλα τα πράγματα που μπορούν να αναλυθούν σε ένα κοινό και έσχατο υπόστρωμα.» (339a36-b2)
Η γήινη ύλη στο σύνολό της αποτελείται από τα παραπάνω τέσσερα στοιχεία. Συνδυαζόμενα αυτά σε διαφορετικές αναλογίες δημιουργούν τα ποικίλα υλικά που βρίσκονται στη φύση.
«Μέρος των υδρατμών που σχηματίζονται την ημέρα δεν ανέρχεται ψηλά, επειδή ο λόγος του πυρός που τους υψώνει προς το νερό που υψώνεται είναι μικρός.» (347a13-15)
«Τόσο η δρόσος, όσο και η πάχνη παρατηρούνται όταν ο ουρανός είναι αίθριος και δεν υπάρχει άνεμος. Επειδή οι υδρατμοί δεν θα μπορούσαν να υψωθούν αν ο ουρανός δεν ήταν αίθριος, και αν φυσούσε άνεμος, δεν θα μπορούσαν να συμπυκνωθούν.» (347a26-28)
«...το ότι η πάχνη δεν παρατηρείται πάνω στα βουνά συντείνει στο να αποδειχθεί ότι αυτά τα φαινόμενα συμβαίνουν επειδή οι υδρατμοί δεν υψώνονται σε μεγάλα ύψη. Μια αιτία για αυτό είναι ότι υψώνονται προερχόμενοι από κοιλότητες της γης και υδατώδη μέρη, έτσι ώστε η θερμότητα που τους υψώνει, φέροντάς τους ως υπερβολικά μεγάλο φορτίο, δεν μπορεί να τους σηκώσει σε μεγάλα ύψη, αλλά σύντομα τους αφήνει να πέσουν και πάλι.» (347a29-34)
«Επομένως ο ανεμοστρόβιλος προέρχεται από την αδυναμία ενός γεννώμενου τυφώνα να φύγει από το νέφος του: οφείλεται στην αντίσταση που γεννά τη δίνη όταν κατέλθει η έλικα στη γη και σύρει μαζί της το νέφος που δεν μπορεί να αποτινάξει. Κινεί αντικείμενα με τον άνεμό του προς την κατεύθυνση προς την οποία μετακινείται σε σχεδόν ευθεία γραμμή, ενώ συστρέφει και σηκώνει ό,τι βρει στον διάβα του με τον κυκλικό του στροβιλισμό.» (371a9-15)
«`Οταν υπάρχει μεγάλη ποσότητα αναθυμιάσεων και είναι αραιές και συμπιέζονται μέσα στο ίδιο το νέφος, αυτές γίνονται κεραυνός.» (371a17-19)
Ο Αριστοτέλης περιγράφει εδώ τις ιδιότητες των σιφώνων και των κεραυνών.
Πηγή : https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%A0%CE%B5%CF%81%CE%AF_%CE%BF%CF%85%CF%81%CE%B1%CE%BD%CE%BF%CF%8D
https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%9C%CE%B5%CF%84%CE%B5%CF%89%CF%81%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%B9%CE%BA%CE%AC
https://www.politeianet.gr/books/9786188515673-charalampidis-a-giorgos-anamnisi-aristotelous-meteorologikon-proto-biblio-332241
https://www.politeianet.gr/books/9789602360118-panagiotou-p-panagiotis-libanis-aristotelous-peri-ouranou-10555

Πλίνιος ο Πρεσβύτερος : Φυσική Ιστορία (Μέρος Β)

Στην «Φυσική Ιστορία» στο κεφάλαιο ο Άνθρωπος (Naturalis Historia VII liber) «Έδωσα μια περιγραφή του κόσμου και των χωρών, των ειδών, των θ...