«Έδωσα μια περιγραφή του κόσμου και των χωρών, των ειδών, των θαλασσών, των σημαντικών ποταμών, νησιών και πόλεων που αυτός περιέχει. Υπάρχουν κι άλλα πολλά που δεν είπα αφού ο ανθρώπινος νους δεν είναι αρκετά ικανός για να εξερευνήσει όλα τα πεδία.
» Απ’ όλα τα ζώα του κόσμου, η πρώτη θέση πρέπει δικαιωματικά να δοθεί στον Άνθρωπο, για χάρη του οποίου η Φύση φαίνεται να έχει δημιουργήσει όλα τα άλλα πράγματα – αν και ζητά σκληρό αντίτιμο για όλα τα πλούσια δώρα της, κάνοντας το σχεδόν αδύνατο να κρίνεις αν ήταν ένας καλός γονέας για τον Άνθρωπο ή αν ήταν μια ανελέητη μητριά.
»Πρώτα απ’ όλα, τον άνθρωπο μονάχα, απ’ όλα τα ζώα, τον καλύπτει με δανεικά υλικά. Όλα τα υπόλοιπα όντα, σε όλη τους την απειράριθμη ποικιλία, σοφά τα ντύνει με σκεπάσματα – κελύφη, φλοιούς, λέπια, φτερά, θώρακες, πανοπλίες, ακόμη και τους κορμούς των δέντρων, τους έχει προστατέψει από το κρύο και την ζέστη με σκληρό και παχύ φλοιό, συχνά διπλό και τριπλό, αλλά μόνο τον άνθρωπο, από την ημέρα της γέννησης του, τον ξεβράζει στον κόσμο γυμνό, πάνω στο αφιλόξενο γυμνό έδαφος, για να ξεσπάσει αμέσως σε θρήνο και κλάμα.
» Κανένα άλλο από όλα τα έμβια όντα δεν ρέπει τόσο πολύ προς τα δάκρυα και το κλάμα, κι αυτό αμέσως στο ίδιο το ξεκίνημα της ζωής. Ακόμη και εκείνο το πολυσυζητημένο χαμόγελο της βρεφικής ηλικίας, δεν σχηματίζεται στα χείλη κανενός παιδιού μικρότερου από έξι εβδομάδες.
» Αυτή η μύηση στο φως, αφού εγκαταλείψει ο άνθρωπος το σκοτάδι της μήτρα του, ακολουθείται από μια μεγάλη περίοδο δεσμών και εξάρτησης, τέτοια εμπόδια κανένα άλλο όν δεν τα συναντά -ούτε ακόμη κι εκείνα τα ζώα που ανατρέφονται ανάμεσα μας- κανένα από τα άκρα του δεν λειτουργεί για πάρα πολύ καιρό, σαν να είναι δεμένα από αόρατα δεσμά και περιορισμένα κι έτσι, μόλις καταφέρει να γεννηθεί, κείτεται με χέρια και πόδια αλυσοδεμένα, κλαίγοντας απαρηγόρητα.
»Το ζώο που θα γίνει κύριος όλων των άλλων, μυείται στην ζωή, με τιμωρία, εξαιτίας ενός και μόνου λάθους, του παραπτώματος της γέννησης του. Αλίμονο, τι τρέλα για εκείνους που σκέφτονται ότι με ένα τέτοιο ξεκίνημα θα ανατραφούν σε περήφανη θέση.
»Η πρώτη υπόσχεση δύναμης και το πρώτο δάνειο χρόνου που του δίδεται, τον μετατρέπει σε ένα τετράποδο ζώο, κυλιέται στα τέσσερα. Πότε αρχίζει ο άνθρωπος να περπατά; Πότε αρχίζει να μιλά; Πότε το στόμα του είναι αρκετά σκληρό για να μπορεί να δεχθεί κανονική τροφή; Πόσο καιρό κάνει για να συμπυκνωθεί και να δέσει το κρανίο του, ένα σημάδι ότι είναι το πιο αδύναμο από όλα τα όντα. Κανένα άλλο ζώο δεν είναι τόσο ανήμπορο μετά την γέννηση του και για τόσο πολύ καιρό, ευάλωτο από τα πάντα και κανένα άλλο ζώο δεν είναι εξαρτημένο τόσο απόλυτα από τους γονείς του για τόσα πολλά χρόνια, ανίκανο, σε πλήρη άγνοια, παραδομένο στην μοίρα. Ύστερα, μετά την γέννηση, έρχονται οι αρρώστιες του και όλες εκείνες οι θεραπείες ενάντια στις αρρώστιες του που με την σειρά τους θα ηττηθούν από νέες αρρώστιες.
» Το γεγονός ότι όλα τα άλλα ζώα, έχουν συνείδηση της φύσης τους, κάποια χρησιμοποιούν την ταχύτητα, άλλα το ικανό τους πέταγμα, άλλα κολυμπούν, ενώ απ’ όλα τα ζώα της φύσης, ο άνθρωπος δεν γνωρίζει τίποτε απολύτως -εκτός κι αν το διδαχθεί- δεν γνωρίζει ούτε να μιλά και να επικοινωνεί, ούτε να περπατά, ούτε καν να τρώει. Με λίγα λόγια, το μοναδικό πράγμα που μπορεί να κάνει από ένστικτο, είναι να κλαίει. Αναπόφευκτα υπήρξαν πολλοί που πίστεψαν ότι καλύτερα θα ήταν να μην είχε γεννηθεί, ή ότι θα πρέπει να τελειώνει το συντομότερο δυνατόν. Στον άνθρωπο μονάχα, απ’ όλα τα ζώα του κόσμου, δίνεται η θλίψη, μονάχα αυτός την νοιώθει κι επίσης μόνο σε αυτόν δίδεται η πολυτέλεια -κι αυτή σε αμέτρητες μορφές- αγγίζοντας κάθε ξεχωριστό τμήμα της οντότητας του, απ’ όλα τα όντα, μονάχα αυτός έχει φιλοδοξία, πλεονεξία, απύθμενη επιθυμία, όρεξη και πόθο για ζωή, μόνο αυτός έχει προσδοκία, δεισιδαιμονία, αγωνία για τον θάνατο και την ταφή κι ακόμη την αναρώτηση για το τι θα γίνει αφότου δεν θα υπάρχει πια.
»Κανενός όντος η ζωή δεν είναι τόσο επισφαλής και αβέβαιη όσο του ανθρώπου, κανένα ζώο δεν έχει τόσο μεγάλη λαχτάρα για όλες τις ηδονές και τις ευχαριστήσεις, κανένα δεν έχει τόσο συγχυσμένη δειλία ή πιο άγρια οργή. Στην φυσική τους κατάσταση, όλα τα άλλα όντα περνούν τον χρόνο τους άξια ανάμεσα στα όμοια του είδους τους. Τα βλέπουμε να συγκεντρώνονται σε συντροφικά κοπάδια, να στέκουν όλα μαζί ενάντια σε άλλα είδη ζώων· ακόμη και τα πιο άγρια λιοντάρια δεν πολεμούν μεταξύ τους, το δάγκωμα του φιδιού δεν επιτίθεται στα άλλα φίδια, ακόμη και τα τέρατα της θάλασσας και τα ψάρια δείχνουν την σκληρότητα τους μόνο ενάντια σε άλλα είδη διαφορετικά από τα ίδια. Ενώ ο άνθρωπος, τα’ ορκίζομαι, μονάχα σ’ αυτόν συμβαίνει, όλα του τα κακά τα παθαίνει από τους συνανθρώπους του».
Αυτά ο φιλόσοφος τα γράφει το 60 μ.κ.ε. κι όπως βλέπουμε πάνω από δύο χιλιάδες χρόνια μετά, την εποχή της ταχύτητας και της τεχνητής νοημοσύνης, τίποτε δεν έχει αλλάξει για το ανθρώπινο ζώο. Εξακολουθεί να κλαίει, να ουρλιάζει και να διαλαλεί στα πέρατα του γαλαξία, την ανικανότητα του. Αυτό και μόνο το απόσπασμα του Πλίνιου δείχνει ξεκάθαρα ότι ο άνθρωπος είναι ένα ον φτιαγμένο σε εργαστήριο κι όχι από κάποια φυσική εξέλιξη ή ό,τι είναι ένα ον που πετάχτηκε εδωνά από κάπου αλλού και ουδεμία σχέση με την φυσική εξέλιξη του πλανήτη γη. Ακόμη κι ο πίθηκος ο μακρινός του «πρόγονος» κατά την ελλιπέστατη κι αφελή ομώνυμη θεωρεία, διαθέτει όπλα κι ένστικτο εν τη γενέσει του. Ο άνθρωπος αν δεν διδαχθεί δεν διαθέτει τίποτε απολύτως.
Πηγή : https://terrapapers.com/plinios-o-presvyteros/