Κήπος και αγρόκτημα στην Ελλάδα

Κήπος και αγρόκτημα στην Ελλάδα
Κήπος και αγρόκτημα στην Ελλάδα

Δευτέρα 16 Αυγούστου 2021

Δελφίνι : Το πιο φιλικό και έξυπνο πλάσμα των ελληνικών θαλασσών

Τα δελφίνια είναι θαλάσσια θηλαστικά, που ανήκουν στην ίδια οικογένεια με τις φάλαινες. Υπάρχουν περίπου 18 γένη δελφινιών και 40 είδη. Η ονομασία αναφέρεται κυρίως στα "γνήσια δελφίνια" της υπο-οικογένειας των Δελφινιδών, που όμως επεκτείνεται και σε άλλα είδη ("μη γνήσια δελφίνια"), όπως αυτά της οικογένειας των Πλατανιστιδών και των Στενιδών. Το μέγεθος των ενηλίκων ποικίλλει από 1,2 μέτρα και 40 κιλά, όπως το δελφίνι του είδους Maui's Dolphin, μέχρι 9,5 μέτρα και 10 τόνους, όπως η όρκα. Απαντώνται σε όλες σχεδόν τις θάλασσες του κόσμου, καθώς και σε ορισμένα μεγάλα ποτάμια, όπως είναι ο Αμαζόνιος και ο ποταμός Γιανγκτσέ της Κίνας. Είναι ζώα σαρκοβόρα και τρέφονται κυρίως με ψάρια και καλαμάρια. Τη νύχτα τα θηλυκά κοιμούνται στην επιφάνεια του νερού, ενώ τα αρσενικά αναδύονται κάθε μισή ώρα για να αναπνεύσουν. Η οικογένεια Δελφινίδες είναι η μεγαλύτερη των Κητωδών και από εξελικτική άποψη σχετικά νέα. Τα δελφίνια εμφανίστηκαν πριν από περίπου δέκα εκατομμύρια χρόνια, κατά το Μειόκαινο. Τα δελφίνια θεωρούνται από τα πλέον ευφυή ζώα και έχουν καταστεί δημοφιλή στους ανθρώπους εδώ και πολλούς αιώνες για την παιχνιδιάρικη συμπεριφορά τους και τη φιλική τους εμφάνιση.


Τα σημερινά δελφίνια, όπως και οι φάλαινες, κατάγονται από τα χερσαία Αρτιοδάκτυλα θηλαστικά. Κολύμπησαν στο νερό για πρώτη φορά πριν από 50 εκατομμύρια χρόνια, την εποχή του Ηώκαινου. Οι σκελετοί των σύγχρονων δελφινιών περιλαμβάνουν δύο μικρά κυλινδρικά οστά λεκάνης, τα οποία πιστεύεται ότι αποτελούν υπολείμματα από τα πόδια που άλλοτε είχαν τα δελφίνια. Ο σκελετός των μπροστινών πτερυγίων των δελφινιών χωρίζεται σε δάκτυλα, όπως και των υπόλοιπων θηλαστικών. Τον Οκτώβριο του 2006 αλιεύτηκε στην Ιαπωνία ένα σπάνιο δελφίνι, που έφερε πτερύγια σε κάθε πλευρά της γενετικής του σχισμής. Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι αυτά ήταν ανεπτυγμένα από πριν πόδια.


Έχει χρώμα μπλε σκούρο στη ράχη και λευκό στην κοιλιά. Το κύριο χαρακτηριστικό του είναι το ρύγχος του, που σχηματίζει ένα πραγματικό ράμφος και αποτελείται από δύο σιαγόνες με 100 περίπου κωνικά δόντια. Ανάμεσά τους υπάρχουν κενά, ώστε να προσαρμόζονται τα δόντια της κάτω γνάθου. Διαθέτει ένα σταθεροποιητικό ραχιαίο πτερύγιο, όπως οι καρχαρίες. Το πτερύγιο της ουράς είναι οριζόντιο και κινείται προς τα πάνω και προς τα κάτω. Λείπουν εντελώς τα πίσω άκρα, ενώ τα εμπρόσθια άκρα έχουν μεταμορφωθεί σε πτερύγια. Ο εγκέφαλος του ζώου είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένος: σε βάρος είναι ελαφρά μεγαλύτερος από τους ανθρώπου, ενώ η αναλογία όγκου του εγκεφάλου προς βάρος του ζώου είναι η μεγαλύτερη ανάμεσα στα θηλαστικά μετά από αυτή του ανθρώπου και της φάλαινας. Η αναπνοή του γίνεται με πνεύμονες. Μπορεί να φθάσει σε μήκος τα 2 μέτρα περίπου. Τα δελφίνια δεν έχουν τρίχωμα, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα θηλαστικά, Ωστόσο, γεννιούνται με λίγες τρίχες στην άκρη του ράμφους τους, τις οποίες χάνουν λίγο μετά τη γέννησή τους. Η μόνη εξαίρεση είναι το δελφίνι του ποταμού Μπότο, το οποίο έχει μικρές τρίχες στο ράμφος. Τα αναπαραγωγικά τους όργανα βρίσκονται στο κάτω μέρος του σώματος. Τα αρσενικά έχουν δύο οπές, μία που κρύβει το πέος και μία πίσω για τον πρωκτό. Τα θηλυκά έχουν μία γενετική οπή, που στεγάζει τον κόλπο και τον πρωκτό. Σε καθεμιά πλευρά της γενετικής οπής των θηλυκών βρίσκεται και ένας γαλακτοφόρος αδένας. Οι μαστοί του βρίσκονται κοντά στους βουβώνες. Το γάλα εκτοξεύεται κατευθείαν στο στόμα του νεογνού. Η περίοδος θηλασμού διαρκεί τουλάχιστον έξι μήνες. Το 2008 επιστήμονες βρήκαν ότι η ουρά του ζώου προσφέρει ώθηση 96 κιλών, τρεις φορές μεγαλύτερη από την ώθηση που πετυχαίνει να αναπτύξει ο Μάικλ Φελπς.


Τα περισσότερα δελφίνια βλέπουν πολύ καλά τόσο μέσα όσο και έξω από το νερό, ενώ η ακοή τους είναι ανώτερη από αυτήν του ανθρώπου. Αν και έχουν από ένα μικρό αυτί σε κάθε πλευρά του κεφαλιού τους, πιστεύεται ότι η ακοή μέσα στο νερό γίνεται με τη μετάδοση των ηχητικών κυμάτων από την κάτω σιαγόνα στο μέσο ους. Η ακοή τους χρησιμοποιείται και σαν σύστημα ηχοεντοπισμού, που τα βοηθά να προσανατολίζονται και να κινούνται. Πιστεύεται ότι σε αυτό βοηθά η διάταξη των δοντιών τους, που συλλέγουν σαν κεραίες τους ήχους και βοηθούν στον καθορισμό της θέσης των αντικειμένων. Η αφή τους είναι επίσης αρκετά καλή, ενώ στερούνται οσφρητικών νεύρων και για το λόγο αυτό πιστεύεται ότι απουσιάζει σε αυτά η αίσθηση της όσφρησης.. Ωστόσο, διαθέτουν γεύση και μπορούν να προτιμούν συγκεκριμένα είδη ψαριών. Ο αισθητηριακός ρόλος των τριχών στο ρύγχος τους, αν υπάρχει, είναι άγνωστος. Τα δελφίνια έχουν την ικανότητα να εκπέμπουν ήχους, με τους οποίους επικοινωνούν αλλά και για να κυνηγήσουν την τροφή τους. Όταν κυνηγούν, τα σήματα αυξάνονται από 1 σε 500 το δευτερόλεπτο, ώστε να σχηματίζουν ακριβείς εικόνες στον εγκέφαλό τους. Οι ήχοι που αναγνωρίζονται διακρίνονται μόλις σε τρεις κατηγορίες, μία από τις οποίες είναι τα σφυρίγματα, με τα οποία μπορούν να μεταφέρουν μηνύματα το ένα στο άλλο[8] αλλά και αναγνωριστικά της ταυτότητας κάθε δελφινιού. Τα δελφίνια χρησιμοποιούν επίσης ριπές παλμών, ο ρόλος των οποίων δεν έχει αποσαφηνιστεί ακόμα, καθώς και πλαταγίσματα (ή κλικ), τα οποία χρησιμοποιούνται για ηχοεντοπισμό και είναι από τους δυνατότερους ήχους που παράγουν θαλάσσια ζώα.


Είναι ζώα κοινωνικά και ζουν κατά αγέλες έως δώδεκα ατόμων. Σε περιοχές όπου αφθονεί η τροφή, μπορεί να ενωθούν πολλές αγέλες και ο συνολικός πληθυσμός της ομάδας να φτάσει τα χίλια άτομα. Τα δελφίνια επικοινωνούν μεταξύ τους χρησιμοποιώντας σφυρίγματα, πλαταγίσματα και άλλους ήχους. Επίσης, χρησιμοποιούν υπέρηχους για ηχοεντοπισμό. Τα μέλη των ομάδων μπορεί να εναλλάσσονται μεταξύ τους, όμως τα δελφίνια μπορούν να οικοδομήσουν ισχυρούς προσωπικούς δεσμούς. Έτσι, θα μείνουν με τα άρρωστα ή τραυματισμένα μέλη της ομάδας, βοηθώντας τα ορισμένες φορές να κολυμπήσουν. Η αλτρουιστική αυτή συμπεριφορά δεν περιορίζεται στο είδος τους. Έχουν αναφερθεί περιπτώσεις δελφινιών που προστατεύουν κολυμβητές από καρχαρίες κάνοντας κύκλους γύρω τους, καθώς και δελφίνια που βοηθούν τις φάλαινες που έχουν εξωκείλει να ξαναβρούν το δρόμο προς τα ανοιχτά. Τα ζώα αυτά δείχνουν και πολιτιστική συμπεριφορά, κάτι έως τώρα θεωρούνταν ότι είναι αποκλειστικότητα του ανθρώπου. Το 2005 στην Αυστραλία ανακαλύφθηκε ότι το είδος Ινδίας και Ειρηνικού (Tursiops aduncus) διδάσκει στα νεαρά δελφίνια τη χρήση εργαλείων, συγκεκριμένα κομματιών σπόγγου που τοποθετούν στο ρύγχος τους προκειμένου να το προστατέψουν κατά το κυνήγι. Άλλο ένα τέτοιο παράδειγμα παρατηρήθηκε στα ποταμίσια δελφίνια της Βραζιλίας, όπου μια μελέτη διαπίστωσε πως τα αρσενικά δελφίνια κουβαλούν κλαδιά και κομμάτια φυτών για να εντυπωσιάσουν τα θηλυκά. Τα δελφίνια διαθέτουν επίσης και επιθετικότητα, που εκδηλώνεται κυρίως μεταξύ των αρσενικών δελφινιών, συχνά για τους ίδιους λόγους που εμφανίζεται και στους ανθρώπους, όπως διαφωνίες μεταξύ συντρόφων ή ανταγωνισμό για κάποιο θηλυκό. Έχει παρατηρηθεί πως ο χαμένος μιας διαμάχης μπορεί να φύγει σε εξορία, αφήνοντας την ομάδα στην οποία ανήκε. Τα αρσενικά δελφίνια του είδους Bottlenose (ρινοδέλφινα) είναι επίσης γνωστό πως σκοτώνουν τα μικρά τους.


Τα δεύτερα εξυπνότερα πλάσματα στον πλανήτη είναι τα δελφίνια, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από νεότερες επιστημονικές έρευνες. Αρκετοί επιστήμονες διατυπώνουν πλέον την τολμηρή πρόταση τα θηλαστικά της θάλασσας να αντιμετωπίζονται πλέον ως «μη ανθρώπινα πρόσωπα». Οι μέχρι τώρα έρευνες πάνω στη συμπεριφορά των δελφινιών έχουν δείξει ότι αυτή είναι παρόμοια με την ανθρώπινη, όσον αφορά την επικοινωνία, και υπέρτερη γενικά των χιμπατζήδων. Το συμπέρασμα αυτό υποστηρίζεται και από την ανατομική έρευνα που δείχνει ότι ο εγκέφαλος του δελφινιού έχει πολλά χαρακτηριστικά που σχετίζονται με την ανώτερη νοημοσύνη. Όπως αναφέρουν οι Times του Λονδίνου, αρκετοί επιστήμονες θεωρούν ηθικά απαράδεκτο να κρατούνται τόσο έξυπνα πλάσματα φυλακισμένα σε ενυδρεία ψυχαγωγικών πάρκων ή να φονεύονται σκοπίμως για τροφή ή κατά λάθος από τους ψαράδες. «Πολλοί εγκέφαλοι δελφινιών είναι μεγαλύτεροι από τους δικούς μας και, αναλογικά με το μέγεθος του σώματός τους, έρχονται δεύτεροι μετά τους ανθρώπινους» δήλωσε η ζωολόγος Λόρι Μαρίνο του πανεπιστημίου Έμορι της Ατλάντα. Η ερευνήτρια έχει μέσω μαγνητικών τομογραφιών «χαρτογραφήσει» τους εγκεφάλους των δελφινιών και τους έχει συγκρίνει με αυτούς των άλλων πρωτευόντων (ανθρώπων και πιθήκων), αποκαλύπτοντας ότι τα δελφίνια έχουν εντυπωσιακά μεγάλη αναλογία νεοφλοιού, του εξελικτικά πιο σύγχρονου και προχωρημένου τμήματος του εγκεφάλου, στο οποίο εδράζονται οι ανώτερες νοητικές λειτουργίες.



Εδώ και χρόνια τα δελφίνια είχαν θεωρηθεί τα εξυπνότερα ζώα μετά τον άνθρωπο, όμως ορισμένοι επιστήμονες πρόσφατα τα υποβίβασαν κάτω από τους χιμπατζήδες, καθώς έρευνες έδειξαν ότι οι εξυπνότεροι πίθηκοι μπορούν να φτάσουν τη νοημοσύνη τρίχρονων παιδιών. Πρόσφατα, όμως, νέες συμπεριφορικές μελέτες ήλθαν να επιβεβαιώσουν ότι τα δελφίνια ξεπερνούν τους χιμπατζήδες σε εξυπνάδα και μάλιστα υποστηρίζουν ότι έχουν ξεχωριστές προσωπικότητες, ισχυρή αίσθηση του εαυτού τους, ενώ μπορούν να σκεφτούν ακόμα και για το μέλλον. Επιπλέον, αποδείχτηκε ότι το ένα δελφίνι μαθαίνει από το άλλο νέες μορφές συμπεριφοράς, ένα σημείο-κλειδί για την εμφάνιση «πολιτισμού». Η Νταϊάνα Ράις, καθηγήτρια ψυχολογίας του κολεγίου Χάντερ του Πανεπιστημίου της Ν.Υόρκης, έδειξε ότι τα δελφίνια μπορούν να αναγνωρίσουν τον εαυτό τους στον καθρέφτη και να τον χρησιμοποιήσουν για να δουν διάφορα μέρη του σώματός τους. Επίσης αποκάλυψε ότι τα δελφίνια μπορούν να μάθουν μια συμβολική γλώσσα. Αλλες έρευνες έδειξαν ότι τα δελφίνια μπορούν να λύσουν δύσκολα προβλήματα, ενώ όσα ζουν ελεύθερα στη θάλασσα, μπορούν να συνεργαστούν με τρόπους που υποδηλώνουν πολύπλοκες κοινωνικές δομές και υψηλού επιπέδου συναισθηματικές αντιδράσεις.


Ξεχωριστή θέση στις ζωές των ναυτικών στην αρχαιότητα, αλλά και σήμερα είναι η παρουσία δελφινιών στις θάλασσες που πολύ συχνά τα θεωρούσαν θεόσταλτα με σκοπό με μεταφέρουν ένα μήνυμα σε όσους ταξίδευαν. Είναι εκείνοι οι ναυτικοί οι οποίοι μας έδωσαν και τους πρώτους μύθους που αφορούν το δελφίνι. Οι αρχαίοι Έλληνες είναι ένας από τους πρώτους θαλασσοπόρους λαούς αδιαμφισβήτητα. Δεν είναι τυχαίο ότι ήδη από τη Μινωϊκή εποχή το δελφίνι κυριαρχεί στην εικονογραφία και αργότερα σαν θέμα στην κλασσική μυθολογία. Όσοι έχουν επισκεφτεί το παλάτι στην Κνωσό της Κρήτης ίσως να θυμούνται την καταπληκτική τοιχογραφία από λεγόμενο δωμάτιο της βασίλισσας που απεικονίζει σκηνή βυθού στην οποία κυριαρχούν τα δελφίνια. Εκτός από την τέχνη σαν κύρια πηγή πληροφοριών για το δελφίνι στην αρχαιότητα αντλούμε από τους Έλληνες ποιητές και την Ελληνική μυθολογία.


Μία από τις πρωιμότερες ιστορίες σχετικά με το δελφίνι τη διαβάζουμε στον «Ύμνο του Απόλλωνα» στον Όμηρο όπου και περιγράφεται ο τρόπος που ο θεός ίδρυσε το ναό του στους Δελφούς μετά το ταξίδι του σε όλη την Ελλάδα, προς αναζήτηση του πιο κατάλληλου μέρους για να χτίσει το ναό του. Τελικά, επέλεξε μία μοναχική σπηλιά στους πρόποδες του Παρνασσού που φυλούσε ένας δράκοντας, ο Πύθων τον οποίο και σκότωσε με ένα βέλος από το ασημένιο του τόξο. Μετά από το περιστατικό αυτό, ο Απόλλωνας ξεκίνησε για να καταλάβει ένα Κρητικό εμπορικό πλοίο αφού πρώτα είχε μεταμορφωθεί ο ίδιος σε δελφίνι. Παρουσιάζοντας τον εαυτό του μπροστά από το πλοίο με τη μορφή δελφινιού έκανε το πλήρωμα του πλοίου να τρομοκρατηθεί και να κρυφτεί στα αμπάρια του. Στο διάστημα αυτό, ο Απόλλωνας άλλαξε τους ανέμους έτσι ώστε το πλοίο να αλλάξει πορεία και να δέσει κοντά στους Δελφούς. Τότε, σύμφωνα με τον Ομητικό ύμνο, ο Απόλλωνας χάρισε τη ζωή στο πλήρωμα και τους πρόσταξε από εδώ και στο εξής να ζουν στο νέο του ναό και να τον υπηρετούν σαν ιερείς του, λέγοντας: «Και ενώ για πρώτη φορά, στον ομιχλώδη θάλασσα, ξεπήδησα πάνω στο πλοίο γρήγορα με τη μορφή ενός δελφινιού, από εδώ και στο εξής να προσεύχεστε σε μένα σαν Δέλφιο Απόλλωνα.»


 Η λεγόμενη μάντις Πυθία ήταν ένα αξιοσέβαστο πρόσωπο και αρκετός κόσμος εντός και εκτός Ελληνικού χώρου το επισκεπτόταν για να το συμβουλευστεί. Όσοι έφθαναν στις πύλες του μαντείου μετέφεραν μαζί τους αρκετά πλούσια δώρα και χρήματα. Ίσως το όνομα Δελφίς που ανήκε στην προηγούμενη από τον Απόλλωνα θεότητα στην περιοχή να είχε όχι και τόσο αναμνήσεις. Η λέξη «δελφίς» υπάρχει για να περιγράψει τόσο το ζώο της θάλασσας, όσο και τη μήτρα (δελφύς). Η παρουσία των δελφινιών σε εκτεταμένη χρήση στην μινωϊκή τέχνη, αλλά και γενικότερα στο χώρο του Αιγαίου μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το ζώο αυτό της θάλασσα ήδη είχε μία εξέχουσα θέση σε μία ενδεχομένως προφορική παράδοση, που όμως οι μεταγενέστερες γενεές δεν γνώρισαν ποτέ, παρά μόνο μέσω της εικονογραφίας. Το δελφίνι συνέχισε να παρουσιάζεται σαν εικονογραφικό στοιχείο τόσο στην τέχνη όσο και στην γλυπτική της Ελλάδας και της Εγγύς Ανατολής, αλλά και αργότερα στην αυτοκρατορία της Ρώμης. Ακόμα και στην πόλη της Πέτρα στην Ιορδανία μέσα στην έρημο υπάρχει σε γλυπτό η αναπαράσταση ενός δελφινιού.
Πηγή : https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%94%CE%B5%CE%BB%CF%86%CE%AF%CE%BD%CE%B9
https://thesecretrealtruth.blogspot.com/2012/09/blog-post_7913.html
https://www.tovima.gr/2010/01/04/science/delfinia-ta-eksypnotera-plasmata-meta-ton-anthrwpo/

Ψάρι : Ένα τρόφιμο άριστης θρεπτικής αξίας

Το ψάρι, χάρη στη σημαντική του θρεπτική αξία και στην ιδιαίτερη γεύση του αποτελεί μια πολύ καλή διατροφική επιλογή, ιδίως σε μια εποχή, που οι συνεχόμενες διατροφικές κρίσεις, αλλά και ο θόρυβος γύρω από τα μεταλλαγμένα προϊόντα προκαλεί ανησυχία και ανασφάλεια στον καταναλωτή. Στην χώρα μας αποτελούσε αναπόσπαστο τμήμα της παραδοσιακής διατροφής, κάτι που εξακολουθεί να ισχύει και σήμερα, καθώς κατέχουμε την 2η θέση στην Ευρώπη στην κατανάλωση ψαριών μετά την Ισπανία. Ο Ελληνας καταναλώνει σχεδόν 12 κιλά ψάρι το χρόνο, κατανάλωση που αντιστοιχεί σε 250 γραμμάρια την εβδομάδα. Η σαρδέλα, ο γαύρος, οι γόπες και οι κολιοί κατέχουν τις πρώτες θέσεις στις προτιμήσεις μας, όπως επίσης και τα φρέσκα έναντι των κατεψυγμένων, αφού αντιστοιχούν στο 80% της κατανάλωσης. Το ψάρι αποτελεί μία πολύ θρεπτική και υγιεινή τροφή, πλούσια σε πρωτεΐνες υψηλής βιολογικής αξίας. Αυτό πολύ απλά σημαίνει ότι το ψάρι μπορεί ισάξια να αντικαταστήσει το κρέας, μια και παρέχει όλα τα απαραίτητα αμινοξέα, τα οποία δεν μπορεί να συνθέσει ο ανθρώπινος οργανισμός. Επιπλέον το ψάρι είναι φτωχό σε κορεσμένα λιπίδια και χοληστερόλη και πλούσιο σε ω-3 λιπαρά οξέα, τα οποία είναι τα “καλά” πολυακόρεστα λιπαρά οξέα που παρέχουν προστασία από τις θρομβώσεις, ενώ βοηθούν και στην οστεοπόρωση. Τα μικρά ψάρια τα οποία καταναλώνονται με το κόκαλο είναι πλούσιες πηγές ασβεστίου και φωσφόρου. Μπορεί λοιπόν κάλλιστα το ψάρι να αντικαταστήσει το κρέας, το οποίο επιβαρύνει τα επίπεδα της χοληστερόλης λόγω της περιεκτικότητάς του σε κορεσμένα λιπίδια. Επιπλέον το ψάρι και ειδικά το Ελληνικό ψάρι είναι ιδιαίτερα εύγεστο, λόγω της μεγάλης περιεκτικότητας των Ελληνικών θαλασσών σε αλάτι και Ιώδιο.


Το ψάρι αποτελεί ένα τρόφιμο άριστης θρεπτικής αξίας. Είναι στενά συνδεδεμένο με την ελληνική διατροφή και παράδοση και στην πυραμίδα της μεσογειακής διατροφής κατέχει σημαντικότατη θέση. Οι μελέτες που έχουν γίνει σε σχέση με τα οφέλη της κατανάλωσης ψαριών δείχνουν πως πρόκειται για μια τροφή πολύ ευεργετική για τον άνθρωπο (σε όποια ηλικία και αν είναι). Ξεχωρίζει για την ποιότητα του λίπους του, καθώς αποτελεί την κύρια πηγή των διάσημων πλέον ω-3 λιπαρών οξέων. Παράλληλα, διαθέτει πρωτεΐνες υψηλής βιολογικής αξίας, ενώ είναι πλούσιο σε μέταλλα και ιχνοστοιχεία, σε σημαντικές ποσότητες βιταμινών Α και D, καθώς και βιταμίνες του συμπλέγματος Β.


Τα ψάρια περιέχουν μία από τις δύο οικογένειες απαραίτητων λιπαρών οξέων που ο οργανισμός αδυνατεί να παραγάγει μόνος του, την ομάδα των ω-3. Τα ω-3 είναι πολυακόρεστα λιπαρά οξέα και είναι τεράστιο το ενδιαφέρον που υπάρχει τα τελευταία χρόνια για αυτό το είδος λιπαρών. Σε αντίθεση με τα κορεσμένα λίπη που ενοχοποιούνται για την αύξηση των λιπιδίων στο αίμα και «φημίζονται» για την επιβλαβή τους δράση στον ανθρώπινο οργανισμό, τα ω-3 λιπαρά που περιέχονται στα ψάρια προστατεύουν και συμβάλλουν στην πρόληψη και ρύθμιση πολλών ασθενειών του δυτικού πολιτισμού όπως η στεφανιαία νόσος, το εγκεφαλικό επεισόδιο, οι ανωμαλίες του ανοσοποιητικού συστήματος, η νόσος Crohn, ο καρκίνος του μαστού, ο προστάτης.


Οι θετικές αυτές επιδράσεις του λίπους του ψαριού φάνηκαν ύστερα από σειρά πειραματικών μελετών, όπου επίσης βρέθηκε πως πολυακόρεστα λίπη, κυρίως ω-3 λιπαρά οξέα, είναι ευεργετικά κατά των θρομβώσεων και συμβάλλουν στην ανάπτυξη, στην καλή λειτουργία του νευρικού συστήματος, στην καλή υγεία του δέρματος, στην ομαλή εγκεφαλική ανάπτυξη των βρεφών κ.ά. Είναι ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση υγιών κυτταρικών μεμβρανών, για τη μεταφορά λιπών στο εσωτερικό του οργανισμού και παίζουν σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση πολλών κυτταρικών διεργασιών οι οποίες συσχετίζονται με τον μεταβολισμό των λιπιδίων, την αθηροσκλήρωση και τη φλεγμονή. Κατανάλωση ω-3 λιπαρών οξέων και πιο ειδικά του εικοσιπεντανοϊκού (ΕΡΑ) και δοκοσαεξανοϊκού οξέος (DHA) βρέθηκε πως μειώνει σημαντικά τα επίπεδα των τριγλυκεριδίων στο αίμα, ενώ παράλληλα αυξάνει τα επίπεδα της «καλής» χοληστερόλης HDL.


Τα ψάρια δίνουν στον οργανισμό μας πρωτεΐνες υψηλής βιολογικής αξίας, απαραίτητες για τη δόμηση των ιστών και την αποκατάσταση των φθορών τους. Περιέχουν όλα τα απαραίτητα αμινοξέα και έτσι είναι μια καλή επιλογή, που μας βοηθάει να καλύψουμε τις ανάγκες μας σε πρωτεΐνη. Επίσης, οι πρωτεΐνες τους είναι πιο εύπεπτες από τις πρωτεΐνες του κόκκινου κρέατος και για αυτόν τον λόγο το ψάρι μπορεί επάξια να αντικαταστήσει το κρέας ως προς την πρωτεϊνική του περιεκτικότητα. Η μέση περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη των ψαριών είναι 18 γρ. ανά 100 γρ. βρώσιμου τροφίμου, ενώ ορισμένα ψάρια μπορεί να ξεπερνούν τα 20 γρ. πρωτεϊνών ανά 100 γρ. προϊόντος. Δηλαδή, 100 γρ. από οποιοδήποτε σχεδόν ψάρι συνεισφέρει περίπου στο ένα τρίτο της συνιστώμενης ημερήσιας ποσότητας πρωτεϊνών για έναν υγιή ενήλικο.


Οσον αφορά τα μεταλλικά στοιχεία, τα ψάρια αποτελούν μια καλή εναλλακτική πηγή ασβεστίου και ιδιαίτερα τα μικρά, όπως η μαρίδα και η αθερίνα, επειδή τα τρώμε με το κοκαλάκι τους. O φώσφορος υπάρχει επίσης σε σημαντικές ποσότητες στα οστά των μικρών ψαριών. Τα δύο αυτά μέταλλα βοηθούν στην καλύτερη δόμηση δοντιών και οστών.
Τα ψάρια και τα θαλασσινά είναι επίσης πλούσιες πηγές:
Ιωδίου, απαραίτητου για την ομαλή λειτουργία του θυρεοειδούς αδένα.
Σιδήρου, απαραίτητου στοιχείου που χρειάζεται για τη σύνθεση της αιμοσφαιρίνης από τον οργανισμό.
Μαγνησίου, σημαντικού συστατικού για σχεδόν κάθε λειτουργία και ιστό του σώματος.
Ψευδαργύρου, που είναι συστατικό πολλών ενζύμων.
Μαγγανίου, που συμμετέχει σε πολλές μεταβολικές αντιδράσεις.
Καλίου, που είναι απαραίτητο για τους μυς και τα νεύρα, καθώς και για τη ρύθμιση της πίεσης του αίματος.
Σεληνίου, που είναι μία σημαντική αντιοξειδωτική ουσία.


Τα ψάρια είναι επίσης πηγή πολλών βιταμινών, όπως οι βιταμίνες Α και D. Η βιταμίνη Α έχει άμεση σχέση με την όραση, αφού συμβάλλει στη διατήρηση της φυσιολογικής λειτουργίας των ματιών μας. Η βιταμίνη D είναι υπεύθυνη για την καλή υγεία των οστών και των δοντιών, αφού συμβάλλει μέγιστα στην απορρόφηση ασβεστίου και φωσφόρου. Οι βιταμίνες Α και D βρίσκονται κυρίως στα λιπαρά ψάρια και στο ήπαρ των άλλων ψαριών, όπου υπάρχουν και μικρές ποσότητες βιταμίνης Ε. Πέρα από τις βιταμίνες Α και D, τα ψάρια μάς παρέχουν και βιταμίνες του συμπλέγματος Β, όπως Β1, Β2, νιασίνη, που είναι σημαντικές για τον μεταβολισμό των βασικών διατροφικών στοιχείων αλλά και τη σωστή λειτουργία και ανάπτυξη του νευρικού συστήματος.
Είναι σημαντικό το γεγονός ότι μπορούμε να τρώμε ψάρια και να μη φοβόμαστε την αύξηση του βάρους. Το ψάρι (λιπαρό ή άπαχο) θεωρείται ιδιαίτερα «ελαφριά» τροφή, με λίγες θερμίδες (100-150 θερμίδες το πολύ/100 γρ. ψημένου ψαριού). Οχι μόνο δεν παχαίνει, αλλά μπορεί να συμβάλει στον καλύτερο έλεγχο του βάρους, αφού παρέχει τις απαραίτητες πρωτεΐνες και λιπαρά οξέα για τον καλύτερο δυνατό κορεσμό.
Η συνιστώμενη εβδομαδιαία πρόσληψη για ενηλίκους και παιδιά άνω των 12 ετών είναι 2-3 μερίδες ψαριού, μία από τις οποίες πρέπει να είναι λιπαρό ψάρι (μία μερίδα αντιστοιχεί σε 140 γρ. μαγειρεμένου ψαριού). Τα μικρότερα παιδιά καλύπτονται και με μικρότερες ποσότητες. Ετσι, από 18 μηνών έως 3 ετών είναι αρκετό να παίρνουν το 1/3 της μερίδας, από 4 έως 6 ετών τη μισή μερίδα, ενώ από 7 έως 11 ετών τα 2/3 της μερίδας.
Πηγή : https://www.care.gr/post/6405/psari-mia-idaniki-diatrofiki-epilogi
https://www.tovima.gr/2020/01/27/science/psari-poia-einai-i-anektimiti-diatrofiki-tou-aksia/

Η αλιεία στον πολιτισμό των Αρχαίων Ελλήνων (Μέρος Β)

Νάρκη, Τορπίλη, Μουδιάστρα - ένα ηλεκτροφόρο σαλάχι γνωστό από την αρχαιότητα: [Αν κάποιος αγγίξει μουδιάστρα, το χέρι του παθαίνει αυτό που λέει το όνομά της• από παιδί άκουγα τη μητέρα μου πολλές φορές να το λέει.] «Εί το προσάψαιτο της νάρκης ότι το εκ του ονόματος πάθος την χείρα αυτού καταλαμβάνει, τούτο και παιδάριον ων ήκουσα της μητρός λεγούσης πολλάκις.» [1]. Το παραπάνω κείμενο του αρχαίου συγγραφέως Αιλιανού (2ος αιώνας μ.Χ.), τόσο σύντομο και γλαφυρό, μας εξηγεί την ιδιότητα και την ετυμολογία του συγκεκριμένου είδους σαλαχιού. Τα σαλάχια, εν γένει, χωρίζονται σε δύο υποτάξεις [2]:
Α) Ναρκοβατοειδή
Περιλαμβάνει μόνο μία οικογένεια, τα λεγόμενα κοινώς ηλεκτροφόρα ψάρια: τορπινίδαι ή τορπεδινίδαι (torpedinidae), και διάφορα γένη και είδη.
Β) Βατοειδή
Δεν έχουν ηλεκτρικά όργανα και πολλά από αυτά διαθέτουν στην ουρά τους κεντρί με δηλητήριο. Περιλαμβάνουν τις οικογένειες ρινοβατίδαι (Rhinobatidae), Δασυατίδαι ή Τρυγονίδαι (Dasyatidae ή Trygonidae), Ραγίδαι (Rajidae), Πριστίδαι (Pristidae), Μυλιοβατίδαι (Myliobatidae) και Μοβουλίδαι (Mobulidae).
Η νάρκη η μαρμαίρουσα (torpedo mamorata) που απαντάται στην Μεσόγειο και στις ευρωπαϊκές ακτές.


Η νάρκη, η οποία μετονομάστηκε από τους Ρωμαίους σε «τορπίλλη», κι έδωσε μεταγενέστερα το όνομά της στο διάσημο υποβρύχιο όπλο, ανήκει στην οικογένεια τορπινίδαι ή τορπεδινίδαι (torpedinidae), των ηλεκτροφόρων σαλαχιών. Στην οικογένεια ανήκουν πολλά είδη, τα πιο γνωστά είναι η νάρκη η γαλβάνειος (torpedo galvanii), η οποία απαντάται στο Αιγαίο και σε όλη τη Μεσόγειο, η νάρκη η μαρμαίρουσα (torpedo mamorata) που απαντάται στην Μεσόγειο και στις ευρωπαϊκές ακτές, καθώς και ο ύπνος (hypnos). Η νάρκη έχει σώμα δισκοειδές, λείο, πεπλατυσμένο και το μήκος της μπορεί να φθάσει το 1,5 μέτρο. Η ουρά της, αντιθέτως με τα είδη σελαχιών που έχουν ουρά σαν μαστίγιο και διαθέτουν κεντρί στην βάση τους, δεν είναι μακριά και μυτερή αλλά κοντή και έχει δύο πτερύγια: [η μουδιάστρα έχει τα δύο πτερύγια προς την ουρά] «η δε νάρκη προς τη ουρά έχει τα δύο πτερύγια» [3]. Εντύπωση προκαλεί το αμυντικό και επιθετικό σύστημα που διαθέτει το οποίο δεν είναι άλλο από την απότομη και ισχυρή παραγωγή ηλεκτρισμού. Το ηλεκτρικό όργανό της βρίσκεται μεταξύ κεφαλής και θωρακικών πτερυγίων και αποτελείται από πολλές εκατοντάδες εξαγωνικά πρίσματα, κάθετα επί της επιφανείας του σώματός της. Κάθε πρίσμα φέρει πολυάριθμα ηλεκτρικά πλακίδια. Ο αριθμός των πρισμάτων μπορεί να φθάνει και τα 900 από τα οποία έκαστο περιλαμβάνει περί τα 2.500 πλακίδια. Τα ηλεκτρικά στοιχεία γενικώς που μπορεί να διαθέτει στο σύνολό της φθάνει περίπου τα 2.250.000! 


Είναι πράγματι εντυπωσιακό το όλο σύστημά της: κάθε στοιχείο είναι συνδεδεμένο μέσω νεύρων με τον εγκέφαλο της νάρκης, αλλά ταυτόχρονα μεμονωμένο από τα γειτονικά του στοιχεία μέσω μιας μονωτικής ουσίας. Οι άνω επιφάνειες των στοιχείων αντιστοιχούν προς τους θετικούς πόλους μιας ηλεκτρικής στήλης (+) ενώ οι κάτω προς τους αρνητικούς (-) [4]. Η τελειότητα του συστήματος αυτού μπορεί να προκαλέσει ισχυρό ηλεκτρικό σοκ στον επιτιθέμενο ή σε όποιον, κατά λάθος, την πατήσει. Συγκεκριμένα μπορεί να προκαλέσει έως και 100 ηλεκτρικές εκκενώσεις ανά δευτερόλεπτο, αλλά κάθε φορά με πιο αδύνατη ένταση. Σε λίγο όμως τα κύτταρα γεμίζουν ξανά με ηλεκτρισμό ώστε να είναι ικανή να χτυπήσει ξανά. Αναφέρεται ότι η ένταση της ηλεκτροπληξίας που προκαλεί η τορπίλλη, μπορεί να φθάσει, ανάλογα με το είδος και μέγεθός της, τα 220 βολτ , που σημαίνει ότι κατορθώνει με αυτόν τον τρόπο να παραλύσει ή ακόμα να επιφέρει τον θάνατο στο θύμα της. Για τον άνθρωπο ο ηλεκτρισμός της νάρκης δεν είναι θανατηφόρος, όμως είναι εξαιρετικά επώδυνος. Σε αρχαία κείμενα γίνεται μνεία για την ισχυρή ηλεκτροπληξία που πλήττει όποιον πατήσει νάρκη, καθώς και για την αίσθηση του μουδιάσματος που μεταφέρεται μέσω των αντικειμένων που έρχονται σε επαφή μαζί της. Συγκεκριμένα, ο Αιλιανός κάνει λόγω για μετάδοση ηλεκτρισμού μέσω των αλιευτικών δικτύων στα οποία αιχμαλωτίστηκε το εν λόγω σαλάχι: [...αν αγγίξει κάποιος και το δίκτυ μέσα στο οποίο πιάστηκε (η μουδιάστρα), μουδιάζει ολόκληρος] «...και του δικτύου εν ω τεθήραται ει τις προσάψαιτο, ναρκά πάντως.» [5]. Ο Θεόφραστος (4ος αιώνας π.Χ.) συμπληρώνει πως το ίδιο συμβαίνει και με τα άλλα αλιευτικά εξαρτήματα όπως το ξύλο και το καμάκι: [η νάρκη μεταδίδει τη δύναμή της και μέσα από τα ξύλα και μέσα από τα καμάκια, προκαλώντας μούδιασμα σε όσους τα κρατούν] «...την νάρκην απ' αυτής δύναμιν και δια των ξύλων και δια των τριοδόντων, ποιούσαν ναρκάν τους εν χεροίν έχοντας» [6]. 
Ο Διοσκουρίδης (1ος αιώνας μ.Χ.) «πατέρας της φαρμακολογίας» ήταν ιατρός και βοτανολόγος από την Κιλικία. Το έργο του «περί ύλης ιατρικής» δεν είχε ξεπεραστεί μέχρι τον 16ο αιώνα.


Η ηλεκτροφόρος ενέργεια της νάρκης εντυπωσίασε αρκετά τους αρχαίους Έλληνες ώστε με περαιτέρω μελέτες να ανακαλύψουν τους τρόπους με τους οποίους θα μπορούσαν να αποφύγουν τον πόνο ή, σε αντίθετη περίπτωση, να εκμεταλλευτούν την ιδιότητα του σαλαχιού αυτού προς όφελός τους. Για να μπορεί κάποιος να πιάσει μια μουδιάστρα, δίχως να υποφέρει από τον πόνο που θα του προκαλέσει, αρκεί να αλείψει τα χέρια του με χυμό από κηρυναϊκό σίλφιο: [Αν έχει κάποιος κυρηναϊκό χυμό στα χέρια του και πιάσει νάρκη, αποφεύγει κάθε πόνο που θα μπορούσε να του προκαλέσει.] «Ει κατέχοι τις οπόν Κυρηναίον και λάβοιτο της νάρκης, ενταύθα δήπου το εξ αυτής πάθος εκπέφευγε.» [7]. Ο Διοσκουρίδης (1ος αιώνας μ.Χ.) μας παραθέτει ιατρικές οδηγίες με την χρήση νάρκης: [Η μουδιάστρα σε επίθεμα σε χρόνιες κεφαλαλγίες, καταπραΰνει τον υπερβολικό πόνο και, σε επίθεμα πάλι, συγκρατεί την έδρα που τρέπεται σε άλλο μέρος ή παθαίνει πτώση.] «νάρκη θαλασσία επιτεθείσα επί χρονίων αλγημάτων των περί κεφαλήν πραΰνει το σφοδρόν του αλγήματος, και έδραν δε εκτρεπομένην ή προπίπτουσαν στέλλει προστεθείσα» [8].
Οι νάρκες συχνάζουν στους αμμώδεις βυθούς, στα αβαθή και πολλές φορές σε σχετικώς βαθιά νερά. Το χρώμα τους είναι τέτοιο ώστε σε πλήρη ακινησία καθίστανται αόρατες. Είναι ζωοτόκες και τα θηλυκά πηγαίνουν το καλοκαίρι στα αβαθή για να γεννήσουν τα μικρά τους. Και οι δύο υποτάξεις σαλαχιών (ναρκοβατοειδή και βατοειδή) απασχόλησαν πολλούς αρχαίους συγγραφείς, μεταξύ των οποίων και του Αριστοτέλους (4ος αι. π.Χ.), σε ποικίλους τομείς, ενώ εντυπωσιάζει το γεγονός ότι ορισμένες αρχαίες ονομασίες έχουν διατηρηθεί έως σήμερα. Στην γαστρονομία δεν απαντάται, ενώ αντιθέτως στα ονειροκριτικά του Αρτεμιδώρου (2ος αιώνας μ.Χ.) φαίνεται πως εάν κάποιος δει στον ύπνο του σαλάχι δεν είναι καλό το όνειρο. Προμηνύει κινδύνους ...: [...Τα πλατιά (σαλάχια) σημαίνουν και κινδύνους και επιβουλές λόγω του δηλητηρίου τους, όπως για παράδειγμα το θαλάσσιο τρυγόνι, η μουδιάστρα, η χελιδόνα, ο ονομαζόμενος αετός, ο γαλέος, η βατίδα και ό,τι άλλο είναι παρόμοιο με αυτά.] «...οι δε πλατείς (και) κινδύνους σημαίνουσι δια το θηριώδες και επιβουλάς, οίον τρυγών νάρκη βους και ο λεγόμενος αετός και γαλεός και ρίνη και ει τι άλλο τούτοις όμοιον» [9].
Εν κατακλείδι παραθέτουμε ένα κείμενο του Αιλιανού από το οποίο πληροφορούμαστε την χρησιμότητα της μουδιάστρας και του θαλασσίου πνεύμονος στην ... «καλλυντική αποτρίχωση»: [αν οι σάρκες τους αφεθούν να σαπίσουν σε ξίδι και μετά επιχριστούν στα γένεια, προκαλούν, λένε, εξαφάνιση της τριχοφυϊας] «εν όξει γαρ διασαπείσαι αι τούτων σάρκες και επιχρισθείσαι τοις γενείοις φυγήν τριχών ενεργάζονταί φασι.» [10].


Αν υπάρχει ένα φαγητό, για το οποίο οι αρχαίοι Έλληνες είχαν λατρεία, αυτό είναι τα ψάρια. Ήταν πολύ πιο αγαπητά από το κρέας, είχαν άπειρους τρόπους για να τα μαγειρεύουν και δεν υπήρχε σχεδόν κανένα ψάρι που δεν προτιμούσαν. «Αν βρεθείς στην Αμβρακία και τύχει να δεις καρχαρία, αγόρασέ τον! Ακόμη κι αν κοστίζει το βάρος του σε χρυσάφι, μη φύγεις χωρίς αυτόν», συμβουλεύει ο καλοφαγάς ποιητής Αρχέστρατος. Κάθε πόλη είχε δική της αλιεία, αλλά τα καλύτερα ψάρια προέρχονταν κυρίως από τη Μαύρη Θάλασσα: τόνοι, σκουμπριά, παλαμίδες, μπαρμπούνια, κυπρίνοι, μουρούνες, οξύρυγχοι κ.α. Τα πιο μεγάλα ψάρια βέβαια ήταν πανάκριβα• οι φτωχοί αρκούνταν στα αφρόψαρα (μαρίδα, γαύρος, σαρδέλα), για τα οποία φημιζόταν η Αττική. Μια αύξηση στην τιμή τους μπορούσε να προκαλέσει μεγάλη αναστάτωση στη φτωχολογιά. Περίοπτη θέση στις προτιμήσεις των αρχαίων Ελλήνων είχαν τα χέλια της Κωπαϊδας, οι «ζηλεμένες νεράιδες» της Βοιωτίας, όπως τις έλεγαν. Οι Αθηναίοι τις κυνηγούσαν ανηλεώς και τις μαγείρευαν τυλιχτές σε σέσκουλα. Εκτός από αυτές, πολλά άλλα είδη ψαριού εισάγονταν στον Πειραιά από κάθε σημείο της Μεσογείου. Για να είναι σίγουρο ότι τα ψάρια πωλούνταν φρέσκα, υπήρχε ειδική καμπάνα στην Αγορά που χτυπούσε όταν κατέφταναν τα κάρα από τον Πειραιά. Τότε, όλοι οι Αθηναίοι άφηναν ό,τι έκαναν για να τρέξουν στους πάγκους των ψαράδων. Εκεί, αγορανόμοι έλεγχαν την ποιότητα των ψαριών και τους απαγόρευαν να ρίχνουν νερό στα ψάρια, ώστε να τα κρατούν τεχνητά φρέσκα. Οι αρχαίοι Έλληνες έψηναν τα ψάρια τους στα κάρβουνα, σε ειδικές σχάρες ή στην κατσαρόλα και το τηγάνι. Τη μεγάλη διαφορά έκαναν οι περίτεχνες σάλτσες, με τις οποίες τα περίχυναν, γεμάτες από μια περίπλοκη μίξη καρυκευμάτων και μυρωδικών με λάδι και τυρί. Το προσφάι τους, το «οψόν» κατέληξε να είναι ψωμί με ψάρι. Γι’ αυτό και από το μικρό προσφάι με ιχθύες, δηλ. το οψάριον, προήλθε η λέξη ψάρι.
Πηγή : https://www.historical-quest.com/arxeio/arxaia-istoria/740-h-alieia-stin-arxaia-ellada-meros-bita.html
http://www.lavyrinthos.gr/?q=node/53

Η αλιεία στον πολιτισμό των Αρχαίων Ελλήνων (Μέρος Α)

Η σαγήνη ήταν κάθετο δίκτυο αλιευτικό, συρόμενο επί του βυθού, πλεγμένη από λινό. Είχε πιο μικρές τρύπες από τα κοινά δίκτυα, ήταν πιο πυκνό στην πλέξη. Σήμερα κάτι ανάλογο το ονομάζουμε τράτα. Το ρήμα σαγηνεύω σήμαινε ψαρεύω με συρόμενο δίχτυ, την σαγήνη. Επειδή η σαγήνη είχε πολύ λεπτή πλέξη, κατά την αλιεία, παρέσερνε τα πάντα στα δίχτυα της από τα μεγάλα έως τα πιο μικρά ψαράκια, τους γόνους. Αυτή η ιδιαιτερότητα έδωσε και μεταφορική έννοια στο ρήμα σαγηνεύω. Χρησιμοποιήθηκε τόσο στο στρατό (σχηματίζω στρατιωτική γραμμή σαν δίχτυ και όπως προχωρώ σαρώνω όλους, όπως παρασέρνουν με τα δίχτυα τους οι αλιείς τα ψάρια) όσο και στους ανθρώπους με την έννοια του θέλγω, έλκω, αιχμαλωτίζω κάποιον με τα προσόντα μου. Η ενέργεια της «σαγήνης», ως στρατιωτικής τακτικής, χαρακτηρίστηκε από τον Ηρόδοτο ως συνήθεια που κατείχαν οι βάρβαροι, περιγράφοντας πως οι Πέρσες κατάφερναν να πιάνουν όλους τους ανθρώπους από τα νησιά που κυρίευαν.
Μελετώντας τα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας μπορούμε εν τάχει να προσδιορίσουμε τους τρόπους και τα μέσα που διέθεταν οι αρχαίοι Έλληνες αλιείς για την τέχνη της αλιείας. Ουσιαστική διαφορά με την σύγχρονη εποχή δεν υπάρχει πλην του γεγονότος ότι δεν μόλυναν τα ύδατα, δεν έκαναν χρήση δυναμίτη, δεν νέκρωναν το θαλάσσιο βασίλειο. Τα σκάφη που χρησιμοποιούσαν οι αλιείς ήταν σε γενικές γραμμές μικρά, με μικρό βύθισμα για να μπορούν να πλέουν σε όρμους, κόλπους, ποτάμια, λίμνες και αβαθή. Μέσα σε αυτά έβαζαν τα δίχτυα, τα δολώματα και όλα τα εξαρτήματα / σύνεργα αλιείας που θα τους χρειάζονταν. Υπήρχαν και σκεύη μέσα στα οποία τοποθετούσαν αυτά που ψάρευαν. Τα σκεύη αυτά ήταν άλλοτε μεταλλικά κι άλλοτε ψάθινα: [οι γαρίδες πηδούσαν στο σχοινόπλεκτο κοφίνι σαν να ήτανε δελφίνια] «καρίδες εξήλλοντο δελφίνων δίκην εις σχοινόπλεκτον άγγος»[1]


Το αλιευτικό σκάφος είχε την γενική ονομασία «αλιάς». Με την λέξη αυτή εννοούσαν οποιοδήποτε σκάφος, μικρό ή μεγάλο, που χρησίμευε για την αλιεία: [επιβιβάστηκε σ' ένα αλιευτικό και διασώθηκε στην Άκανθο] «αλιάδος επιβάς εις Άκανθον διεσώθη»[2].
Ελληνικό πλοίο, ψηφιδωτό, 1ος αι. π.χ. - μ.χ.Η κύμβη ήταν μια αλιάδα, ένα αλιευτικό σκάφος, που πήρε το όνομά της από τις λέξεις κύμβος, και κυλαίνω, οι οποίες περιγράφουν την καμπυλότητα. Από το όνομά της και μόνο αντιλαμβανόμαστε ότι το ναυπηγικό χαρακτηριστικό του σκάφους ήταν το καμπύλο σχήμα του. Αρχικώς, η κύμβη, ήταν μονόξυλη λέμβος που χρησιμοποιούσαν οι αλιείς στα αβαθή ύδατα λιμνών και ποταμών. Κύμβη ονομαζόταν και η λέμβος του Χάρωνος όπου μετέφερε τις ψυχές από τους ποταμούς και την Αχερουσία λίμνη. Από τις παραστάσεις συμπεραίνουμε ότι η κύμβη ήταν καμπύλη αλλά και επιμήκης με την πλώρη και την πρύμνη ελαφρώς υψωμένες. Από το όνομα κύμβη ονόμαζαν κυμβία κι ένα είδος κρασοπότηρων τα οποία προφανώς έμοιαζαν στο σχήμα με τα εν λόγω σκάφη [3]. Τα αλιευτικά έπλεαν μόνα τους ή πολλά μαζί ανά ομάδες. Πολλές φορές συνόδευαν στόλους ενώ αναφέρεται και το πλοίο αναψυχής «Συρακουσία», το οποίο μετέφερε επάνω του, μεταξύ άλλων, και πολλές «αλιάδες»[4]. Σε γενικές γραμμές, ως προς το μέσον αλιείας, οι αλιείς χωρίζονταν σε εκείνους που χρησιμοποιούσαν δίκτυα και σε εκείνους που χρησιμοποιούσαν άλλα μέσα όπως καμάκι (κάλαμος) ή τρίαινα. Πάνω σε αυτό τον διαχωρισμό ο Πλάτων [5] ξεχώρισε την αλιεία σε δύο κύριες κατηγορίες: Την πληκτική και την ασπαλιευτική.


Η λέξη προέρχεται από το αρχαίο ρήμα πλήττω που σημαίνει χτυπώ. Κατά την πληκτική αλιεία παρουσιάζονται δύο κατηγορίες:
Α) Τριοδοντικό
Λέξη σύνθετη (τρεις + δόντι) που σημαίνει το ψάρεμα με τρίαινα (καμάκι με τρεις αιχμές): [και τις αιχμές της τρίαινας] «και της τριαίνης τας ακμάς» [6]. Το τριοδοντικό, όπως εξηγεί ο Πλάτων, πλήττει το ψάρι από πάνω προς τα κάτω, και σε όποιο σημείο τύχει. Το αποτέλεσμα συχνά δεν ήταν ικανοποιητικό καθώς υπήρχε περίπτωση, ένα μεγάλο μέρος του ψαριού να θρυμματισθεί.
β) Ασπαλιευτικό
Σκηνή αλιείας με καλάμι και απόχη. Ψηφιδωτό δάπεδο από τη Λιβύη.
Η ασπαλιεία ήταν για τους αρχαίους Έλληνες το ψάρεμα με το αγκίστρι. Συναντάται και ως «αγκιστρεία». Κατά την ενέργεια αυτή, σε αντίθεση με το τριοδοντικό, το ψάρι δεν πλήττεται όπου τύχει αλλά γύρω από το κεφάλι και στην στοματική κοιλότητα ενώ ανασύρεται από κάτω προς τα πάνω. Το αλιευτικό καλάμι ονόμαζαν «κάλαμο» [7], από το οποίο κρεμόταν ένα πολύ λεπτό νήμα, συνήθως λινό, το οποίο ονόμαζαν «λίνο». Στην άκρη του λίνου υπήρχε ένα μεταλλικό αγκίστρι πάνω στο οποίο έβαζαν το δέλεαρ (δόλωμα): [...ιερό ιχθύ από το κύμα του πόντου με λινό νήμα και αστραφτερό αγκίστρι ψάρευε] «...ιερόν ιχθύν εκ πόντοιο θύραζε λίνω και ήνοπι χαλκώ»[8]. Ο «λίνος» λεγόταν και ορμιά, λέξη που την χρησιμοποιούμε ακόμα και σήμερα: [...να μου δανείσει για λίγη ώρα εκείνη την πετονιά και το αγκίστρι, που τα έφερε για τάμα ο Πειραιώτης ψαράς] «προς ολίγον χρήσαι την ορμιάν εκείνην και το άγκιστρον, όπερ ο αλιεύς ανέθηκεν εκ Πειραιώς» [9]. Στην άκρη του λίνου υπήρχε ένα μεταλλικό αγκίστρι πάνω στο οποίο έβαζαν το δέλεαρ [10] (δόλωμα) το οποίο συνήθως αποτελείτο από μικρά τεμάχια άρτου. Όταν η αλιεία γινόταν κατά την διάρκεια της νύχτας, με το φως της φωτιάς, το πυρ, τότε οι αλιείς την ονόμαζαν «πυρευτική»[11].


Είναι πραγματικά απίστευτο το πόσα ονόματα έδιδαν οι αρχαίοι Έλληνες τόσο για τα δίκτυα όσο και για τους αλιείς που τα χρησιμοποιούσαν. Ο αλιεύς που χρησιμοποιούσε δίκτυα καλείτο «δικτυεύς», αυτός που τα έρριπτε στην θάλασσα «δικτυβόλος» ενώ εκείνος που τα μάζευε «δικτυουλκός»[12]. Τα δίχτυα των αλιέων ήταν πλεγμένα από λινό. Είχαν διάφορες ονομασίες, όπως «αμφίβληστρον», «γρίπος», «σαγήνη» κ.α. και ανάλογα με την χρήση που έκανε κάθε αλιεύς ελάμβανε κι εκείνος αντίστοιχα το ανάλογο όνομα: [η τράτα, ο γρίπος, το πεζόβολο και όσα άλλα δίκτυα πλέκονται από σπάγκους κατάλληλα για την αλιεία] «Σαγήνη και γρίπος και αμφίβληστρον και όσα άλλα εκ λίνων πέπλεκται επιτήδεια προς αλιείαν»[13]. Το αμφίβληστρον (αμφί + βάλλω = ρίχνω ολόγυρα) ήταν δίκτυ που το έριχναν γύρω - γύρω (όπως ο σημερινός πεζόβολος). Ο αλιεύς που χειριζόταν αμφίβληστρον ονομαζόταν «αμφιβολεύς» [14]. Ο γρίπος ήταν κι αυτός αλιευτικό δίκτυ. Η τέχνη της αλιείας του γρίπου λεγόταν «γριπιής τέχνη» και αντίστοιχα ο αλιεύς που την χρησιμοποιούσε «γριπεύς». Δεν ήταν εύκολη η τέχνη του γριπέα αλλά ούτε και η καθημερινή ζωή του. Αυτό εξάλλου ήταν μια γενική εκτίμηση για τους αλιείς. Πολλοί αρχαίοι συγγραφείς έβλεπαν με πόση δυσκολία επιβίωναν κινδυνεύοντας πολλές φορές από τις διαθέσεις του καιρού και της θάλασσας: [Αλήθεια, ο ψαράς περνάει άθλια ζωή, που έχει σπίτι του το πλοίο, δουλειά του την θάλασα και κυνήγι του αβέβαιο τα ψάρια] «η κακόν ο γριπεύς ζώει βίον, ω δόμος α ναυς, και πόνος εντί θάλασσα, και ιχθύες α πλάνος άγρα»[15].


Η σαγήνη ήταν κάθετο δίκτυο αλιευτικό, συρόμενο επί του βυθού, πλεγμένη από λινό. Είχε πιο μικρές τρύπες από τα κοινά δίκτυα, ήταν πιο πυκνό στην πλέξη. Σήμερα κάτι ανάλογο το ονομάζουμε τράτα. Το ρήμα σαγηνεύω σήμαινε ψαρεύω με συρόμενο δίχτυ, την σαγήνη. Επειδή η σαγήνη είχε πολύ λεπτή πλέξη, κατά την αλιεία, παρέσερνε τα πάντα στα δίχτυα της από τα μεγάλα έως τα πιο μικρά ψαράκια, τους γόνους. Αυτή η ιδιαιτερότητα έδωσε και μεταφορική έννοια στο ρήμα σαγηνεύω. Χρησιμοποιήθηκε τόσο στο στρατό (σχηματίζω στρατιωτική γραμμή σαν δίχτυ και όπως προχωρώ σαρώνω όλους, όπως παρασέρνουν με τα δίχτυα τους οι αλιείς τα ψάρια) όσο και στους ανθρώπους με την έννοια του θέλγω, έλκω, αιχμαλωτίζω κάποιον με τα προσόντα μου. Η ενέργεια της «σαγήνης», ως στρατιωτικής τακτικής, χαρακτηρίστηκε από τον Ηρόδοτο ως συνήθεια που κατείχαν οι βάρβαροι, περιγράφοντας πως οι Πέρσες κατάφερναν να πιάνουν όλους τους ανθρώπους από τα νησιά που κυρίευαν: [Σαγήνευαν (αιχμαλώτιζαν) δε κατά τον εξής τρόπο. Έπιαναν πολλοί ο ένας τον άλλον χέρι με χέρι και έκαναν σειρά από την βόρεια ως την νότια θάλασσα. Έτσι περνούσαν όλη την νήσο και έπιαναν τους ανθρώπους] «Σαγηνεύοσι δε τόνδε τον τρόπον. Ανήρ ανδρός αψάμενος της χειρός εκ θαλάσσης της βορηίης επί την νοτίην διήκουσι και έπειτα δια πάσης της νήσου διέρχονται εκθηρεύοντες τους ανθρώπους»[16].
Επίσης χρησιμοποιούσαν και τον πόρκο, ένα είδος δικτύου πλεγμένος από σχοινιά, για τον οποίον όμως δεν γνωρίζουμε σχεδόν τίποτε [17]. Εκτός από τους αλιείς ιχθύων, υπήρχαν κι εκείνοι που ψάρευαν θαλασσινά, οστρακόδερμα, κοράλια, σπόγγους κ.ο.κ. Τα δίχτυα τους συνήθως ήταν ειδικά επεξεργασμένα για την συγκεκριμένη αλιεία. Ένα τέτοιο δίκτυ αναφέρεται η «γαγγάμη» ή «γάγγαμον». Ήταν μικρό, στρογγυλό και το χρησιμοποιούσαν για το ψάρεμα οστράκων, σπόγγων, κοραλλιών [18]. Δεν γνωρίζουμε ακριβώς το υλικό κατασκευής του. Ενδεχομένως ήταν πολύ ανθεκτικό για να μπορεί να πιάνει οστρακόδερμα και γενικώς θαλασσινά με μυτερές αιχμές δίχως να καταστρέφεται: [αν σκάψει κανείς λίγο τον πάγο, θα εξαγάγει ψάρια, τα οποία αποκλείστηκαν μέσα στους πάγους, από το δίκτυο που καλείται γαγγάμη]. «ορυκτοί τε εισιν ιχθύες οι αποληφθέντες εν των κρυστάλλω τη προσαγορευμένη γαγγάμη»[19]. Ο αλιεύς που κατείχε την τέχνη αυτή ονομαζόταν «γαγγαμεύς».


Ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο αλιεύς πορφύρας, ο «πορφυρεύς» ή «πορφυρευτής»[20]. Η πορφύρα είναι ένα κοχύλι από το οποίο παρασκευάζεται η πορφυρά βαφή. Τέτοια κοχύλια υπήρχαν πολλά στην αρχαία Ελλάδα, όλα τα είδη που συναντούμε σήμερα πορφύρας και μούριξ, με πιο σημαντικά να φαίνονται να ήταν τα Murex Tranculus και Murex Brandaris. Ο Αριστοτέλης αναφέρει και το είδος πορφύρας Purpura lapillus το οποίο με την σκληρή του γλώσσα τρυπάει τα όστρακα των κοχυλιών και των σαλιγκαριών που χρησιμοποιούνται σαν δολώματα για την αλιεία πορφύρας [21]. Οι σωλήνες ήταν οστρακόδερμα που λέγονταν και αυλοί. Οι αρσενικοί ήταν ραβδωτοί και όχι μονόχρωμοι και έκαναν καλό σε όσους είχαν πρόβλημα με την ούρηση και με πέτρες στα νεφρά. Αντίθετα οι θηλυκοί σωλήνες ήταν μονόχρωμοι και είχαν γλυκύτερη γεύση. Ο αλιεύς σωλήνων λεγόταν σωληνιστής. Ο αρχαίος συγγραφεύς Φαινίας ο Ερέσιος στο έργο του «Τυράννων αναίρεσις εκ τιμωρίας» γράφει: «Ο Φιλόξενος ο επικαλούμενος σωληνιστής από ρήτωρ που ήταν, κατέστη τύραννος. Αυτός αρχικώς ζούσε ως αλιεύς σωλήνων. Αφού έθεσε την πρώτη υλική βάση και μπήκε στο εμπόριο, έγινε στο τέλος πλούσιος»[22]. Υπήρχε τεράστια ποικιλία σε θαλασσινά, πολλά από τα οποία μας είναι ιδιαίτερα αγαπητά όπως το χταπόδι (πολύπους), οι καραβίδες (κάραβον), ο αστακός, τα κογχύλια, οι πεταλίδες (λεπάδας), τα στρείδια (όστρεα), τα μύδια (μύας), οι αχηβάδες (κόγχαι), οι πίνες, (πίννας) οι σωλήνες, οι γαρίδες (καρίδαι) κ.οκ. Το ψάρεμα για κάθε ένα από αυτά απαιτούσε εμπειρία, γνώσεις καθώς και την κατοχή μικρών μυστικών. Για παράδειγμα, οι πορφυρείς προτιμούσαν να ψαρεύουν τις πορφύρες κατά την Άνοιξη, ενώ εκείνοι που ήθελαν να ψαρέψουν χέλια έπρεπε να ταράξουν το βούρκο του βυθού πάνω – κάτω [23].
Πολλοί αρχαίοι συγγραφείς έχουν εκφράσει σε πεζό και έμμετρο λόγο την δυσαρέσκεια τους προς τους ιχθυοπώλες. Ο Αντιφάνης, ένας από τους πιο σημαντικούς εκπροσώπους της μέσης αττικής κωμωδίας, μαζί με τον Άλεξη (408-334 π.Χ.), στους «Νεανίσκους» του, αναφέρει ότι όταν πηγαίνει στην αγορά στέκει μαρμαρωμένος μπροστά στους ιχθυοπώλες και αναγκαστικά μιλάει σε αυτούς έχοντας το πρόσωπό του γυρισμένο : [Διότι, αν δω πόσο ζητούν για ένα μικρό ψάρι, ξακάθαρα παγώνω] «αν ίδω γαρ ηλίκον ιχθύν όσου τιμώσι, πήγνυμαι σαφώς»[24]
Ο ποιητής κωμωδιών Δίφιλος στο έργο του «Πολυπράγμων» κάνει λόγο για έναν ιχθυοπώλη ο οποίος πωλούσε δέκα οβολούς το λαβράκι δίχως να λέει ποιας προελεύσεως. Εν συνεχεία, αν του πλήρωνε ο αγοραστής τα χρήματα αυτός εισέπραττε σε αιγινήτικα νομίσματα ενώ σε περίπτωση που εχρειάζετο να δώσει ρέστα τότε έδιδε αττικά νομίσματα, τα οποία είχαν μικρότερη αξία από τα αιγινίτικα, κερδίζοντας έτσι από τις συναλλαγές του και με τους δύο τρόπους [25]. Η εικόνα του «πονηρού» ψαροπώλη ο οποίος δεν εισπράττει εύκολα την εκτίμηση που επιθυμεί από τους αγοραστές αναφέρεται, μεταξύ άλλων, και από τον Αντιφάνη, ο οποίος στο έργο του «Φιλοθηβαίος» λέει :


[Δεν είναι παράξενο, αν κάποιος τύχει να πουλά
φρέσκα ψάρια, να μαζεύει τα φρύδια του αυτός,
να γίνεται σκυθρωπός και να μας μιλά,
ενώ αν είναι μπαγιάτικα, να αστειεύεται και να γελά;
Διότι αυτοί έπρεπε να κάνουν το εντελώς αντίθετο.
ο πρώτος έπρεπε να γελά και ο δεύτερος να κλαίει.]
«ου δεινόν εστι, προσφάτους μεν αν τύχη
πωλών τις ιχθύς, συναγαγόντα τας οφρύς
τούτον σκυθρωπάζοντά θ' ημίν προσλαλείν,
εάν σαπρούς κομιδή δε, παίζειν και γελάν;
τουναντίον γαρ παν έδει τούτους ποιείν.
τον μεν γελάν, τον δ' έτερον οιμώζειν μακρά» [26].
Η προσπάθεια να διατηρούνται και να φαίνονται φρέσκα τα ψάρια προς πώληση απασχολούσε τους αρχαίους ιχθυοπώλες. Κάποτε βγήκε νόμος που απαγόρευε στους ιχθυοπώλες να ραντίζουν τα ψάρια με νερό για να μην διατηρούν φρέσκια την εμφάνισή τους και κοροϊδεύουν τους ανυποψίαστους αγοραστές. [καθώς δεν έχουν πια την δυνατότητα να ραντίζουν ό,τι πωλούν – τ' απαγορεύει ο νόμος] «επεί γαρ αυτοίς ουκέτ' εστ' εξουσία ραίνειν, απείρηται δε τούτο τω νόμω» [27].
Ο μιμογράφος από τις Συρακούσες Ξέναρχος, στο έργο του «Πορφύρα» λέγει ότι η συντεχνία των ιχθυοπωλών ήταν ιδιαίτερα φιλοσοφημένη. Αναφέρει δε παράδειγμα ιχθυοπώλη, ο οποίος βλέποντας να ξεραίνονται τα ψάρια του βρήκε τρόπο να τους πετάξει νερό παρά την απαγόρευση του νόμου. Άρχισε τάχα μια φιλονικία ανάμεσα στους πωλητές ώστε να αρχίσουν τα χτυπήματα. Κάποια στιγμή έδωσε την εντύπωση ότι δέχθηκε καίριο χτύπημα και παρέστησε ότι έπεσε λιπόθυμος ανάμεσα στα ψάρια. Τότε: [Κάποιος βάζει τις φωνές, «νερό, νερό». Αμέσως ένας άλλος ομότεχνός του σήκωσε μια κανάτα νερό και κάτι λίγο έχυσε επάνω του, ενώ άδειασε το σύνολο του πάνω στα ψάρια. Θα 'λεγες πως μόλις είχαν πιαστεί τα ψάρια] «βοά δε τις «ύδωρ,<ύδωρ> ο δ' ευθύς εξάρας πρόχουν των ομοτέχνων τις του μεν ακαρή παντελώς κατέχει, κατά δε των ιχθύων απαξάπαν. Είποις γ' αν αυτούς αρτίως ηλωκέναι»[28].
Το γεγονός ότι τα ψάρια κόστιζαν ακριβά μαρτυρείται από πολλά έργα συγγραφέων και αρκετοί ήταν αυτοί που θεωρούσαν ότι οι ιχθυοπώλες πλούτιζαν από την πώληση ιχθύων, εις βάρος του αγοραστού: [Μα την Αθηνά, έχω παραξενευτεί με τους ιχθυοπώλες, πως δεν είναι πλούσιοι όλοι τους, αφού παίρνουν βασιλικούς φόρους <Β. Φόρους>μόνο; Δεν δεκατεύουν τις περιουσίες μας καθισμένοι στις πόλεις μας και δεν μας τις αρπάζουν ολόκληρες κάθε μέρα;] «νη την Αθηνάν, αλλ' εγώ τεθαύμακα τους ιχθυοπώλας, πως ποτ' ουχί πλούσιοι άπαντες εισι λαμβάνοντες βασιλικούς φόρους. <Β. φόρους> μόνον; Ουχί δεκατεύουσι γαρ τας ουσίας εν ταις πόλεσι καθήμενοι, όλας δ' αφαιρούνται καθ' εκάστην ημέραν;»[29].


Καλοφαγάδες, με προτίμηση στα μεγάλα φρέσκα ψάρια, αν και πανάκριβα και προνόμιο των πλουσίων, ήταν οι αρχαίοι Έλληνες, που αγαπούσαν ιδιαίτερα τα μπαρμπούνια, τα χέλια και τους τόνους.
Την ιχθυοφαγία στην αρχαία Ελλάδα μελετάει η ζωο-αρχαιολόγος στο Ινστιτούτο Αιγιακής Προϊστορίας για την Ανατολική Κρήτη και συνεργάτιδα στο Ινστιτούτο Αλιευτικής Έρευνας (ΙΝ.ΑΛ.Ε.), Δρ Δήμητρα Μυλωνά, συλλέγοντας στοιχεία από γραπτές πηγές, επιστημονικά κείμενα αλλά και από τη μελέτη διαφόρων ευρημάτων.
"Μπορούμε επίσης να κατανοήσουμε πολλά από τα ψαροκόκαλα που φέρνει στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη και από τα σκεύη μέσα στα οποία μαγείρευαν, προχωρώντας σε χημική ανάλυση των υπολειμμάτων των τροφών", εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Μυλωνά. "Παράλληλα", συνεχίζει, "υπάρχουν αναφορές σε πολλά αρχαία κείμενα, όπου, για παράδειγμα, στην Κλασσική Αθήνα, η αγορά όλων των ψαριών από έναν πλούσιο πολίτη, θεωρήθηκε αντιδημοκρατική πράξη αφού δεν άφησε τίποτα για τους υπόλοιπους".
Για κάποια ψάρια, μάλιστα, όπως το μπαρμπούνι ή το χέλι, η τιμή τους έφτανε σε αστρονομικά για την εποχή ύψη. Από τον 2ο αι. π.Χ. σώζεται ένας τιμοκατάλογος ψαριών σε μία λίθινη επιγραφή από το Ακραίφνιο της Βοιωτίας, που την εποχή εκείνη βρισκόταν στις όχθες της λίμνης Κωπαΐδας. Ο τιμοκατάλογος αυτός περιλαμβάνει θαλασσινά και λιμναία ψάρια σε ποικίλες τιμές. Το επάγγελμα του ψαρά θεωρούνταν ένα από τα πιο δύσκολα, ιδιαίτερα για όσους ψάρευαν στη θάλασσα, αν και επιγραφικές μαρτυρίες μιλάνε για εύπορες συντεχνίες ψαράδων κοντά σε πλούσιους ψαρότοπους. Ιδιαίτερα κερδοφόρο, όμως, φαίνεται να ήταν το επάγγελμα του ιχθυέμπορου. Σύμφωνα με την κ. Μυλωνά, οι αρχαίοι Έλληνες είχαν ιδιαίτερη προτίμηση στα πετρόψαρα του Αιγαίου, αλλά επιδίδονταν και στην αλιεία πολλών πελαγικών ειδών, όπως ο τόνος -ο οποίος κατείχε ιδιαίτερη θέση στην προτίμηση των αρχαίων- οι παλαμίδες, τα σκουμπριά και ο γαύρος, ο οποίος κατά εποχές ήταν εξαιρετικά άφθονος και ψαρευόταν πολύ εύκολα με κυκλικά δίχτυα.
"Βέβαια, δεν έχουμε συνταύτιση ονομάτων για όλα τα ψάρια που αναφέρονται σε αρχαίες πηγές, παρά μόνο εκεί που δίνονται λεπτομέρειες για τα χαρακτηριστικά των ψαριών", διευκρινίζει. 
Όσον αφορά τα μεταποιημένα ψάρια, όπως ο παστός τόνος και οι αντζούγιες, αλλά και τα μυστηριώδη μελάνδρυα, καταναλώνονταν ευρέως, απ' όλες τις κοινωνικές τάξεις και αποτελούσαν προϊόν ενός πολύ ανθηρού εμπορίου σε όλη τη Μεσόγειο και τις γειτονικές θάλασσες. Μεταξύ αυτών, τονίζει η κ. Μυλωνά, "ο γάρος αποτελούσε στην αρχαιότητα και στον μεσαίωνα, βασικό στοιχείο της διατροφής". "Ο γάρος ήταν ένα είδος σάλτσας, φτιαγμένος από σιτεμένα εντόσθια λιπαρών ψαριών με αλάτι, αντίστοιχος με τη σάλτσα ψαριού (fishsauce) της κουζίνας της Άπω Ανατολής. Ο γάρος υψηλής ποιότητας (από εντόσθια και αίμα τόνου) ήταν πανάκριβος. Υπήρχαν πόλεις γύρω από τη Μεσόγειο και τον Εύξεινο Πόντο που ζούσαν από την παραγωγή και το εμπόριο του γάρου και των λοιπών ιχθυηρών προϊόντων. Σήμερα, βρίσκουμε τους αμφορείς στους οποίους διακινούνταν, οι οποίοι εκτός από το χαρακτηριστικό τους σχήμα, συχνά περιέχουν υπολείμματα των μεταποιημένων ψαριών".
Πηγή : https://www.alfavita.gr/epistimi/265873_simantikes-plirofories-gia-tin-diatrofi-ton-arhaion-ellinon-latreyan-ta-psaria
https://www.historical-quest.com/arxeio/arxaia-istoria/739-h-alieia-stin-arxaia-ellada-meros-alpha.html

Η θαλάσσια ζωή της Ελλάδας : Ψάρια και οστρακοειδή

Σήμερα τα ψάρια ταξινομούνται σε 4 ξεχωριστές κατηγορίες. Τα αφετοχυώδη ήταν τα προϊστορικά ψάρια που αποτελούσαν τα πρώτα ψάρια με γνάθο, η οποία εξελίχθηκε από τα πρώτα βραγχιακά τόξα. Η δεύτερη κατηγορία είναι οι χονδριχθύες, οι οποίοι έχουν σκελετό αποτελούμενο από χόνδρους, ή χόνδρινες πλάκες, όπως είναι τα σελάχια και οι καρχαρίες. Η τρίτη κατηγορία είναι τα ψάρια ακτινοπτερύγιοι, που φέρουν οστέινες ακτίνες, οι οποίες υποστηρίζουν τα πτερύγιά τους, όπως είναι ο ροφός και το σκουμπρί. Τέλος οι οστεϊχθύες είναι αυτά που έχουν οστέινο σκελετό, στους οποίους ανήκουν τα περισσότερα και πιο εξελιγμένα ψάρια. Κάθε μια από τις παραπάνω κατηγορίες παρουσιάζει επιμέρους κατηγορίες και κάθε υποκατηγορία επιμέρους οικογένειες ψαριών. Οι ερευνητές επισημαίνουν από την πλευρά τους, ότι το όφελος από την διατροφή με ψάρια έγκειται κυρίως στην πρόσληψη βιταμίνης D και ω-3 λιπαρών οξέων, που μειώνουν την αρτηριακή πίεση του αίματος και τη συγκέντρωση λίπους στο αίμα, μειώνοντας έτσι τον κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου και καρδιαγγειακών παθήσεων. Επιπροσθέτως, εκτός από την περιεκτικότητά τους σε αμινοξέα, τα ψάρια είναι πλούσια και σε βιταμίνη A και των βιταμινών του συμπλέγματος Β καθώς και ιχνοστοιχείων. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι τα ψάρια, είναι από τα τρόφιμα που κατέχουν εξέχουσα θέση στο μοντέλο της μεσογειακής δίαιτας, σύμφωνα με το οποίο πρέπει να καταναλώνονται τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα. Η κατανάλωση ψαριού είναι απαραίτητη και για την ομαλή ανάπτυξη των παιδιών διότι περιέχει πρωτεΐνες υψηλής βιολογικής αξίας, όπως και το κρέας. Οι πρωτεΐνες είναι απαραίτητες για τη δόμηση των ιστών του σώματός μας, καθώς και για την επιδιόρθωσή τους. Για την ενίσχυση της βέλτιστης υγείας μέσω των θρεπτικών συστατικών των ψαριών είναι και η επιλογή των ψαριών να είναι φρέσκα. Για να αξιολογήσετε αν όντως τα ψάρια είναι φρέσκα θα πρέπει να είναι σκληρά και άκαμπτα. Εάν πατήσετε το σώμα του με το δάχτυλο σας, τότε το δέρμα δεν πρέπει να έχει μόνιμο σημάδι από το δάχτυλο. Τα μάτια πρέπει να είναι λαμπερά και φωτεινά και ταυτόχρονα τα βράγχια πρέπει να έχουν έντονο κόκκινο ή ροζ χρώμα, αλλά ποτέ ξηρό και καφέ. Όταν το ψάρι ψηθεί, το κόκκαλο πρέπει να είναι λευκό, ποτέ γκρι ή μαύρο και ενώ τρώτε, το δέρμα μπορεί εύκολα να αφαιρεθεί από το κόκκαλο.


ΑΣΤΑΚΟΓΑΡΙΔΑ – Homarus gammarus
Η αστακογαρίδα απαντάται στη Μεσόγειο, τη Μαύρη Θάλασσα και τον Ατλαντικό Ωκεανό. Ζει σε τρύπες και ρωγμές σε σκληρά υποστρώματα και βραχώδεις βυθούς, σε βάθη που φτάνουν συνήθως τα 50 μέτρα. Είναι νυκτόβιο ζώο και τρέφεται κυρίως με μύδια, καβούρια και πολύχαιτους. Η αστακογαρίδα μπορεί να φτάσει σε μήκος τα 60 εκ. και σε βάρος τα 6 κ.
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος 30 cm (ολικό μήκος) – 10,5 cm (μήκος κελύφους)
Επιτρεπόμενη περίοδος κατανάλωσης Οκτώβριος – Ιούλιος
ΓΑΥΡΟΣ – Engraulis encrasicolus
Ο γαύρος απαντάται στη Μεσόγειο, τη Μαύρη Θάλασσα και τον Ατλαντικό. Ζει σε μεγάλα κοπάδια και πλησιάζει κοντά στις ακτές, ειδικά τους θερμούς μήνες, κατά την περίοδο αναπαραγωγής. Το καλοκαίρι ταξιδεύει βόρεια και κινείται κοντά στην επιφάνεια, ενώ τον χειμώνα ταξιδεύει νότια και σε μεγαλύτερα βάθη. Φτάνει σε μήκος τα 23 εκ. και ζει μέχρι 4 χρόνια. Τρέφεται με πλαγκτόν, ενώ ο ίδιος αποτελεί βασική τροφή για δεκάδες άλλα είδη ψαριών, πτηνών και θηλαστικών.
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος 9 cm
Επιτρεπόμενη περίοδος κατανάλωσης Αύγουστος – Μάιος
ΓΛΩΣΣΑ – Solea solea
Η γλώσσα απαντάται στον Ατλαντικό Ωκεανό τη Μεσόγειο, τη Θάλασσα του Μαρμαρά και τη Μαύρη Θάλασσα. Είναι μοναχικό είδος, ζει στον βυθό και δραστηριοποιείται κυρίως τη νύχτα, ενώ την ημέρα παραμένει θαμμένη στην άμμο. Τρέφεται με μικρά ψαράκια, σκουλήκια, μαλακόστρακα και μικροοργανισμούς. Μπορεί να φτάσει σε μήκος τα 80 εκ. και σε βάρος τα 3 κ., ενώ ζει ως και 26 χρόνια. Πρόκειται για ένα από τα πλέον δημοφιλή ψάρια με υψηλή εμπορική αξία.
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος 20 cm
Επιτρεπόμενη περίοδος κατανάλωσης Μάρτιος – Νοέμβριος
ΓΟΦΑΡΙ – Pomatomus saltatrix
Συγγενεύει με το σαβρίδι και το μαγιάτικο. Είναι ένα μεγάλο ψάρι που ζει στην ανατολική Μεσόγειο. Το μήκος του φθάνει και τα 2 μέτρα και το βάρος του τα 50 κιλά. Το σώμα του είναι πλακωτό και μακρουλό, έχει χρώμα μολυβί και γαλαζοπράσινη ράχη, ασημόλευκη κοιλιά και με μια χαρακτηριστική έντονα μαύρη γραμμή από το κεφάλι μέχρι την ουρά, που σημειωτέον σβήνει μόλις ψοφήσει το ψάρι. Μπροστά από το ραχιαίο πτερύγιο φέρει 6 αγκάθια. Το στόμα του φθάνει μεχρι πίσω από τα μάτια του. Το κεφάλι του φθάνει το 1/3 του σώματός του. Είναι αδηφάγο ψάρι και ζει μακρυά από τις εκβολές ποταμού, συνηθέστερα στο πέλαγος. Στις ακτές πλησιάζει την Άνοιξη. Έχει πολύ ισχυρά δόντια που κόβουν ακόμα και σύρμα. Κυριολεκτικά αποδεκατίζει τα κοπάδια μικρών ψαριών. Το κρέας του θεωρείται από ένα συγκεκριμένο ποσοστό ατόμων ότι είναι “νόστιμο” για κατανάλωση.
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος 8 cm


ΚΑΡΑΒΙΔΑ – Nephrops norvegicus
Η καραβίδα εντοπίζεται στον ανατολικό Ατλαντικό και τη Μεσόγειο. Ζει σε λασπώδεις βυθούς, σε βάθη από 20 ως 500 μέτρα , όπου σκάβει λαγούμια. Δραστηριοποιείται τη νύχτα και τρέφεται με καρκινοειδή και θαλάσσια σκουλήκια. Μπορεί να φτάσει και τα 25 εκ. σε μήκος, αν και συνήθως δεν ξεπερνά τα 20 εκ. Τα αρσενικά άτομα ζουν ως και 12 χρόνια, ενώ τα θηλυκά φτάνουν ως και 30 έτη.
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος 7 cm (ολικό μήκος) – 2 cm (μήκος κελύφους)
Επιτρεπόμενη περίοδος κατανάλωσης Αύγουστος – Μάιος
ΚΕΦΑΛΑΣ – Pagellus bogaraveo
Ο κεφαλάς εντοπίζεται σε αμμώδεις, βραχώδεις και λασπώδεις βυθούς στον Ατλαντικό και τη Μεσόγειο Θάλασσα. Ζει σε κοπάδια και πραγματοποιεί εποχικές μεταναστεύσεις για αναπαραγωγή. Τα μικρά ζουν πιο κοντά στις ακτές. Τρέφεται με καρκινοειδή, μαλάκια, ψαράκια και θαλάσσια σκουλήκια . Ο κεφαλάς είναι ερμαφρόδιτο ψάρι, καθώς όταν φτάσει τα 20 εκ. από αρσενικό μετατρέπεται σε θηλυκό. Μπορεί να φτάσει σε μήκος τα 75 εκ. και σε βάρος τα 4 κ., ενώ ζει ως και 20 χρόνια.
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος 33 cm
Επιτρεπόμενη περίοδος κατανάλωσης Αύγουστος έως Απρίλιος
ΚΟΛΙΟΣ – Scomber japonicus
Ο κολιός είναι «κοσμοπολίτικο» ψάρι καθώς εντοπίζεται σχεδόν σε όλες τις θάλασσες του πλανήτη. Τον χειμώνα ζει σε βαθιά νερά, ενώ το καλοκαίρι μεταναστεύει κοντά στις ακτές, σε ρηχότερα νερά. Σχηματίζει μεγάλα κοπάδια, τα οποία ανακατεύονται με κοπάδια άλλων ειδών. Δεν είναι ιδιαίτερα επιλεκτικός σε ό,τι αφορά τη διατροφή του και το διαιτολόγιό του περιλαμβάνει από μαλακόστρακα μέχρι ψάρια και καλαμάρια . Ο κολιός φτάνει σε μήκος τα 70 εκατοστά και σε βάρος τα 3 κιλά, ενώ η μέγιστη ηλικία που έχει καταγραφεί είναι τα 18 χρόνια.
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος 18 cm
Επιτρεπόμενη περίοδος κατανάλωσης Σεπτέμβριος έως Ιούνιος
ΚΟΥΤΣΟΜΟΥΡΑ – Mullus barbatus
Η κουτσομούρα απαντάται στον Ατλαντικό Ωκεανό, τη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα. Ζει σε αμμώδεις και λασπώδεις βυθούς κοντά στις ακτές και σχηματίζει μεγάλα κοπάδια. Η κουτσομούρα μοιάζει αρκετά με το μπαρμπούνι και φτάνει σε μήκος ως και τα 36 εκατοστά. Τρέφεται με μικροοργανισμούς, μαλάκια και μαλακόστρακα.
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος 11 cm
Επιτρεπόμενη περίοδος κατανάλωσης Αύγουστος – Μάιος


ΛΑΒΡΑΚΙ – Dicentrarchus labrax
Το λαβράκι απαντάται στη Μεσόγειο, τη Μαύρη Θάλασσα και τον Ατλαντικό. Ζει κοντά στην ακτή το καλοκαίρι και πιο μακριά και βαθιά το χειμώνα. Ως νεαρό ζει σε κοπάδια, ενώ ως ενήλικο είναι μοναχικό. Ζει έως 30 χρόνια και μπορεί να φθάσει το 1 μ. μήκος και τα 12 κ. βάρος. Ως ενήλικο τρέφεται με ψάρια, αλλά και γαρίδες και μαλάκια. Είναι ένα από τα δύο πιο σημαντικά είδη για την ιχθυοκαλλιέργεια στη Μεσόγειο (το άλλο είναι η τσιπούρα).
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος Αλιεία: 25cm
Επιτρεπόμενη περίοδος κατανάλωσης Αλιεία: Απρίλιος – Δεκέμβριος
ΛΥΘΡΙΝΙ – Pagellus erythrinus
Το λυθρίνι απαντάται σε κάθε είδος βυθού στον Ατλαντικό, τη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα. Ζει κοντά στις ακτές όμως τον χειμώνα μεταναστεύει σε βαθύτερα νερά. Ως νεαρό ψάρι είναι πιο κοινωνικό και σχηματίζει μικρά κοπάδια, ενώ όταν ενηλικιωθεί ζει μοναχικά. Το λυθρίνι είναι παμφάγος «αχόρταγος» θηρευτής που τρέφεται με μικρά ψαράκια, μαλακόστρακα και μικροοργανισμούς. Ζει έως και 21 χρόνια και μπορεί να φτάσει σε μήκος τα 75 εκ. και σε βάρος τα 3 κιλά. Στο τρίτο έτος της ηλικίας τους τα θηλυκά λυθρίνια μετατρέπονται σε αρσενικά.
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος 15 cm
Επιτρεπόμενη περίοδος κατανάλωσης Μάρτιος – Ιούνιος
ΜΑΓΙΑΤΙΚΟ – Seriola dumerilli
Το μαγιάτικο είναι ψάρι της οικογένειας των Kαραγγιδών (Carangidae). Το Μαγιάτικο είναι ένα ψάρι που συναντάται σε πολλές θάλασσες. Είναι δεινός κυνηγός και ρυθμιστής του οικοσυστήματος των θαλασσών στις οποίες κινείται, με την προϋπόθεση ότι η ανθρώπινη παρέμβαση του έχει αφήσει αυτή τη δυνατότητα και δεν το έχει εξαφανίσει είτε λόγω της υπερεντατικής αλίευσής του είτε της μόλυνσης των θαλασσών. Στην περίοδο του Μαΐου, που η θάλασσα της Μεσογείου αρχίζει να θερμαίνεται, τα Μαγιάτικα πλησιάζουν στις ακτές για να κυνηγήσουν μεγάλες μάζες μικρών ψαριών αλλά και να αναπαραχθούν. Η περίοδος αυτή ξεκινά από το Μάιο και κλείνει τον κύκλο της τον Σεπτέμβριο. Η πιο έντονη στιγμή της αναπαραγωγής είναι τον Ιούλιο, λόγω της μεγάλης διάρκειας της μέρας, η οποία είναι καθοριστική για την αναπαραγωγή των Μαγιάτικων. Φτάνει σε μήκος τα 190 εκ. και βάρος περίπου 80 κιλά. Η μέγιστη αναφερόμενη ηλικία είναι τα 15 έτη.
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος 8 cm
ΜΕΛΑΝΟΥΡΙ – Oblada melanura
Το μελανούρι είναι ένα Μεσογειακό ψάρι του αλμυρού νερού που ανήκει στην οικογένεια των Σπαριδών. Το σώμα του είναι αρκετά φαρδύ στη μέση, τα μάτια του είναι μεγάλα με διάμετρο σχεδόν το μισό ύψος του κεφαλιού και το στόμα του είναι λοξό με λεπτά χείλια και μόνο κοπτήρες μπροστά χωρίς άλλα δόντια. Το πιο συνηθισμένο μέγεθος είναι στα 300-400 γραμμάρια, ενώ κάποιες φορές μπορεί να ξεπεράσει και τα 700 γρ. Το μήκος του είναι 34 εκ. και παρόλο το μικρό του μέγεθος σε σχέση με άλλα ψάρια, μπορεί να ζήσει 11 χρόνια και κάποιες φορές λίγο παραπάνω. Το χρώμα του στη ράχη είναι ασημοκάστανο ή ασημογάλαζο, στα πλευρά είναι ασημί και στην κοιλιά έχει δέκα περίπου πολύ ψιλές μακρουλές γκριζόμαυρες γραμμές. Όταν ερεθίζεται το χρώμα του σκουραίνει προς το καφέ και το βαθύ μενεξεδί. Στη ρίζα της ουράς έχει μια πλατιά μαύρη κηλίδα, σχεδόν κλειστή σαν δαχτυλίδι ανάμεσα σε δυο άσπρες πιο στενές.
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος 8 cm


ΜΟΥΓΓΡΙ – Conger conger
Το μουγγρί είναι είδος θαλάσσιου ψαριού της οικογένειας εγχελεΐδες. Είναι το μεγαλύτερο από όλα τα ψάρια που μοιάζουν με φίδι (εγχελυόμορφα) και ζει στα νερά του βορειοανατολικού Ατλαντικού Ωκεανού και της Μεσογείου. Το ενήλικο μουγγρί έχει μέσο μήκος 1,5 μέτρο, μέγιστο γνωστό μήκος 3 μέτρα και μέγιστο βάρος περίπου 65 κιλά, κάτι που το καθιστά το βαρύτερο είδος της τάξεως των εγχελυόμορφων ψαριών (τα μεγαλύτερα είδη του γένους μύραινα μπορεί να το φθάσουν ή και να το υπερβούν οριακά σε μήκος, αλλά οι μύραινες είναι λιγότερο χονδρές και επομένως ζυγίζουν λιγότερο από τα μεγαλύτερα μουγγριά). Το σώμα του μουγγριού είναι μακρύ, οφιόμορφο, χωρίς λέπια. Το χρώμα του είναι συνήθως γκρίζο, αλλά μπορεί να είναι και σχεδόν μαύρο.
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος 8 cm
ΜΟΥΡΜΟΥΡΑ – Lithognathus mormyrus
Η μουρμούρα απαντάται στον Ατλαντικό, τον Ινδικό Ωκεανό, τη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα. Ζει κοντά στις ακτές και προτιμά τους αμμώδεις βυθούς, αν και τη συναντούμε επίσης σε βυθούς με λάσπη ή χαμηλή βλάστηση. Σχηματίζει κοπάδια και τρέφεται με καρκινοειδή, μαλάκια και σκουλήκια, τα οποία εντοπίζει σκάβοντας τον βυθό. Η μουρμούρα φτάνει σε μήκος ως τα 55 εκ. και σε βάρος τα 3 κ., ενώ ζει μέχρι 12 χρόνια. Όταν βρεθεί έξω από το νερό ακούγεται σαν να μουρμουρίζει, εξ ου και το όνομα «μουρμούρα».
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος 20cm
Επιτρεπόμενη περίοδος κατανάλωσης Ιούλιος – Μάρτιος
ΜΟΥΣΜΟΥΛΙ – Pagellus acarne
Το μουσμούλι απαντάται στον Ατλαντικό και τη Μεσόγειο Θάλασσα. Ζει σε κοπάδια σε πολύ ρηχά νερά, κυρίως σε αμμώδεις βυθούς και λιβάδια της ποσειδωνίας. Σε νεαρή ηλικία εντοπίζεται κοντά στις ακτές, ενώ καθώς μεγαλώνει κατευθύνεται σε πιο βαθιά νερά. Τρέφεται με μαλάκια, καρκινοειδή και εχινόδερμα. Το μουσμούλι φτάνει σε μήκος τα 40 εκ. και σε βάρος τα 800 γρ., ενώ ζει ως 18 χρόνια.
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος 17cm
Επιτρεπόμενη περίοδος κατανάλωσης Δεκέμβριος – Αύγουστος
ΜΠΑΚΑΛΙΑΡΟΣ – Merluccius merluccius
Ο μπακαλιάρος απαντάται στον Ατλαντικό, τη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα. Την ημέρα ζει κοντά στον βυθό (από 200 ως 700 μ. βάθος) και τη νύχτα ανεβαίνει στην επιφάνεια. Μεταναστεύει σε βαθιά νερά για αναπαραγωγή. Σε νεαρή ηλικία τρέφεται με καρκινοειδή και όταν μεγαλώνει τρέφεται με διάφορα ψάρια μεταξύ των οποίων γαύρος, σαρδέλα κλπ. Φτάνει σε μήκος τα 1,4 μ. και σε βάρος τα 15 κ., ενώ ζει ως και 20 χρόνια.
Ο μπακαλιάρος αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα ψάρια για την αλιεία στη Μεσόγειο.
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος 20cm
Επιτρεπόμενη περίοδος κατανάλωσης Αύγουστος – Ιανουάριος, Μάρτιος – Απρίλιος


ΜΠΑΡΜΠΟΥΝΙ – Mullus surmuletus
Το μπαρμπούνι, με κύρια χαρακτηριστικά το κόκκινο χρώμα και τα μακριά μουστάκια, απαντάται σε αμμώδεις, βραχώδεις, λασπώδεις βυθούς και τραγάνες στον Ατλαντικό, τη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα. Ζει σε ρηχά νερά, κοντά στον βυθό, τον οποίο και σκάβει με τα μουστάκια του για να εντοπίσει τη λεία του. Τρέφεται με μικροοργανισμούς, καρκινοειδή, μαλάκια και θαλάσσια σκουλήκια.
Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό, η ικανότητά του να «καμουφλάρεται», παίρνοντας το χρώμα του βυθού όταν αισθάνεται ότι απειλείται. Το μπαρμπούνι φτάνει σε μήκος τα 50 εκ. και σε βάρος το 1 κ., ενώ ζει έως 10 χρόνια.
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος 11cm
Επιτρεπόμενη περίοδος κατανάλωσης Ιούλιος – Απρίλιος
ΜΥΔΙΑ – Mitilus galloprovincialis
Τα μύδια εντοπίζονται σε όλη τη Μεσόγειο, σε περιοχές με σκληρό υπόστρωμα όπου μπορούν να προσκολληθούν, κυρίως βράχια, προβλήτες, λιμάνια, εκβολές ποταμών κ. α. Σχηματίζουν μεγάλες αποικίες και τρέφονται με φυτοπλαγκτόν, φιλτράροντας διαρκώς το θαλασσινό νερό. Αναπαράγονται με πολύ γρήγορους ρυθμούς και μπορούν να φτάσουν σε μήκος ως και τα 15 εκ. Τα μύδια που πωλούνται στην αγορά τις περισσότερες φορές αποτελού προϊόν υδατοκαλλιέργειας. Η εκτροφή τους, που γίνεται στο φυσικό τους περιβάλλον, ξεκίνησε στη Γαλλία τον 13ο αιώνα.
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος 5cm
ΜΥΤΑΚΙ – Diplodus puntazzo
Το μυτάκι, με κύριο χαρακτηριστικό το μυτερό ρύγχος, εντοπίζεται στον Ατλαντικό, τη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα. Ζει κοντά στις ακτές, κυρίως σε βραχώδεις αλλά και σε αμμώδεις βυθούς. Τρέφεται με φύκια, σκουλήκια, μαλάκια και γαρίδες. Το μήκος του φτάνει τα 60 εκ. και το βάρος του το 1,5 κ., ενώ η μέγιστη ηλικία που έχει καταγραφεί είναι τα 10 χρόνια.
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος 18 cm
Επιτρεπόμενη περίοδος κατανάλωσης Απρίλιος – Ιανουάριος
ΠΕΡΚΑ – Perca fluviatilis
Η Ευρωπαϊκή πέρκα είναι σαρκοβόρο ψάρι του γλυκού νερού που εντοπίζεται κυρίως στην Ευρώπη και την Ασία. Αποτελεί δημοφιλές αλίευμα αναψυχής και έχει εισαχθεί σε περιοχές μακριά από το φυσικό της περιβάλλον, όπως στην Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία και τη Νότιο Αφρική, όπου προκαλεί σημαντικές απώλειες στους τοπικούς πληθυσμούς ψαριών. Η πέρκα είναι πρασινωπή, με κόκκινα πτερύγια και πέντε έως εννέα σκουρόχρωμες ράβδους στα πλευρά. Η ευρωπαϊκή πέρκα μπορεί να ζήσει έως και 22 χρόνια, το μέγιστο μήκος της φτάνει τα 60 εκατοστά και το μέγιστο βάρος γύρω στα 4 κιλά, αν και το μέγεθός της ποικίλλει ανάλογα με το περιβάλλον όπου ζει.
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος 18 cm
Επιτρεπόμενη περίοδος κατανάλωσης Σεπτέμβριος – Απρίλιος


ΡΟΦΟΣ (ΣΤΗΡΑ ΚΑΙ ΣΦΥΡΙΔΑ) – Epinephelus marginatus
Ο ροφός, μεγαλόσωμο και εντυπωσιακό ψάρι, με τεράστιο στόμα και κίτρινες χαρακτηριστικές κηλίδες, απαντάται στα νερά του Ατλαντικού, του Ινδικού Ωκεανού και όλης της Μεσογείου. Ο ροφός ζει σε βραχώδεις βυθούς, υφάλους και σπηλιές κοντά στις ακτές, απ’ όπου και επιτίθεται στα θηράματά του, κυρίως μεγάλα καρκινοειδή, ψάρια και χταπόδια. Είναι γενικά μοναχικό ψάρι και γίνεται επιθετικό για την διεκδίκηση χώρου ή θηλυκών. Ο ροφός αναπτύσσεται ως θηλυκό και καθώς μεγαλώνει μετατρέπεται σε αρσενικό. Φτάνει σε μήκος το 1,5 μ. και σε βάρος τα 60 κιλά, ενώ μπορεί να ζήσει ως και 50 χρόνια.
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος 45 cm
Επιτρεπόμενη περίοδος κατανάλωσης Αύγουστος – Μάιος
ΣΑΡΓΟΣ – Diplodus sargus sargus
Ο σαργός απαντάται στον Ατλαντικό, τη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα. Ζει πολύ κοντά στις ακτές, σε βυθούς με βράχια και σπηλιές, ενώ πιάνεται δύσκολα καθώς όταν αισθανθεί ότι κινδυνεύει, κρύβεται ακαριαία σε τρύπες και σχισμές. Σχηματίζει μικρά κοπάδια όμως όταν ενηλικιώνεται γίνεται πιο μοναχικός και δίνει «ομηρικές μάχες» για την διεκδίκηση των θηλυκών. Είναι παμφάγος με προτίμηση στα καρκινοειδή, τα μαλάκια και τα σκουλήκια της θάλασσας. Αγαπημένο έδεσμα οι αχινοί. Ο σαργός μπορεί να φτάσει σε μήκος τα 45 εκ. και σε βάρος τα 2 κ., ενώ ζει ως και 10 χρόνια.
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος 23 cm
Επιτρεπόμενη περίοδος κατανάλωσης Ιούλιος – Απρίλιος
ΣΑΡΔΕΛΑ – Sardina pilchardus
Η σαρδέλα, ψάρι με τεράστια θρεπτική αξία, είναι ένα από τα σημαντικότερα είδη της Μεσογείου, ενώ εντοπίζεται και στη Θάλασσα του Μαρμαρά, τον Ατλαντικό και τη Μαύρη Θάλασσα. Ζει σε κοπάδια κοντά στις ακτές, σε μεγαλύτερα βάθη κατά τη διάρκεια της ημέρας, ενώ τη νύχτα ανεβαίνει πιο κοντά στην επιφάνεια. Μεταναστεύει στα ανοιχτά για αναπαραγωγή και αποτελεί σημαντική πηγή διατροφής για δεκάδες άλλα είδη. Τρέφεται κυρίως με πλαγκτόν, φτάνει σε μήκος τα 32 εκ. και σε ηλικία τα 15 χρόνια.
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος 11 cm
Επιτρεπόμενη περίοδος κατανάλωσης Φεβρουάριος – Νοέμβριος
ΣΑΦΡΙΔΙ (ΓΚΡΙΖΟΣΑΦΡΙΔΟ) – Trachurus trachurus
Το σαφρίδι εντοπίζεται στον Ατλαντικό, τη Μεσόγειο και τη θάλασσα του Μαρμαρά. Το καλοκαίρι πλησιάζει κοντά στις ακτές, ενώ τον χειμώνα ταξιδεύει σε βαθύτερα νερά. Σχηματίζει μεγάλα κοπάδια και τρέφεται με καρκινοειδή, μικρά ψάρια, γαρίδες και καλαμάρια. Φτάνει σε μήκος τα 70 εκ., σε βάρος τα 2 κ. και ζει ως και 40 χρόνια αν και η ηλικία του διαφέρει σημαντικά ανάλογα τη γεωγραφική περιοχή.
Τα νεαρά σαφρίδια αναζητούν καταφύγιο κάτω από τις μέδουσες.
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος 15 cm
Επιτρεπόμενη περίοδος κατανάλωσης Αύγουστος – Μάιος


ΣΠΑΡΟΣ – Diplodus annularis
Ο σπάρος εντοπίζεται σε όλη τη Μεσόγειο, τη Μαύρη Θάλασσα και τον Ατλαντικό. Ζει στον βυθό, στα λιβάδια της ποσειδωνίας και σε αμμουδιές με έντονη βλάστηση, όπου τσιμπολογά τα φύλλα των φυτών αναζητώντας μικροοργανισμούς για να τραφεί. Ο σπάρος ζει σε κοπάδια κοντά στις ακτές. Φτάνει σε μήκος τα 25 εκ. και σε βάρος τα 400 γρ., ενώ ζει ως και 11 χρόνια.
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος 12 cm
Επιτρεπόμενη περίοδος κατανάλωσης Ιούλιος – Απρίλιος
ΤΣΙΠΟΥΡΑ – Sparus aurata
Η τσιπούρα εντοπίζεται σε όλη τη Μεσόγειο, τον Ατλαντικό και τη Μαύρη Θάλασσα. Ζει σε βυθούς με άμμο ή φύκη και την περίοδο αναπαραγωγής πλησιάζει σε υφάλμυρα νερά, σε λιμνοθάλασσες και εκβολές ποταμών. Είναι μοναχικό είδος και τρέφεται με μαλάκια, κυρίως μύδια, και καρκινοειδή. Η τσιπούρα αναπτύσσεται αρχικά ως αρσενικό και μετά από δυο χρόνια αλλάζει φύλο. Φτάνει σε μήκος τα 70 εκ. και σε βάρος τα 17 κ., ενώ ζει περίπου 11 χρόνια.
Πρόκειται για ψάρι με τεράστια εμπορική αξία τόσο για την αλιεία όσο και για την ιχθυοκαλλιέργεια. Η εκτροφή της ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980.
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος Αλιεία: 20 cm
Επιτρεπόμενη περίοδος κατανάλωσης Αλιεία: Ιανουάριος – Σεπτέμβριος
ΦΑΓΓΡΙ – Pagrus pagrus
Το φαγγρί εντοπίζεται στον Ατλαντικό, τη Μεσόγειο και τη Θάλασσα του Μαρμαρά. Ζει κοντά στις ακτές, σε καθαρούς βυθούς με λάσπη, πέτρες ή χαλίκια και κρύα νερά. Το φαγγρί δημιουργεί μικρά κοπάδια και τρέφεται με μαλάκια, μαλακόστρακα και μικρά ψάρια. Μπορεί να φτάσει σε μήκος τα 90 εκ και σε βάρος τα 7,5 κιλά, ενώ η μέγιστη ηλικία είναι τα 17 έτη.
Είναι ερμαφρόδιτο και μεγαλώνοντας τα θηλυκά γίνονται αρσενικά.
Eλάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος 18 cm
Επιτρεπόμενη περίοδος κατανάλωσης Ιούλιος – Απρίλιος
Πηγή : https://hungrybeargreece.wordpress.com/2018/02/15/%CF%84%CE%B1-%CF%88%CE%AC%CF%81%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%AC%CE%B4%CE%B1%CF%82/
https://www.ypaithros.gr/odigos-ellinikon-psarion-mathe-ellinika-psaria-eikones/?cli_action=1629109198.637

Η θαλάσσια ζωή της Ελλάδας : Τα θηλαστικά

Η Μεσόγειος είναι μία μοναδική θάλασσα με εξαιρετική βιοποικιλότητα εντός των υδάτων της. Αν και αντιπροσωπεύει μόνο το 0,8% των θαλασσών σε όλο τον κόσμο, υποστηρίζει το 7% όλων των θαλάσσιων ειδών στον κόσμο. Η πλούσια βιοποικιλότητά της εκτείνεται σε ολόκληρη τη Μεσόγειο Θάλασσα. Παρόλα αυτά, υπάρχουν 25 “hotspots” που βρίσκονται στην ανατολική λεκάνη της και μόνο. Η λεκάνη αυτή καλύπτει την Λεβαντίνη και το Αιγαίο Πέλαγος. Η θάλασσα του Αιγαίου καλύπτει επιφάνεια ίση με 214,000 τετραγωνικά μέτρα και διαθέτει χιλιάδες μικρά και μεγάλα νησιά όπως και βραχονησίδες. Το Αιγαίο πέλαγος αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές και πλούσιες οικοπεριοχές από άποψη βιοποικιλότητας. Φιλοξενεί 12 είδη θαλάσσιων θηλαστικών που κινδυνεύουν όπως και εκτεταμένες προστατευόμενες περιοχές προτεραιότητας ενδιαιτημάτων, συμπεριλαμβανομένων των θαλάσσιων λιβαδιών Ποσειδωνίας και τους κοραλλιογενείς υφάλους. Τα θαλάσσια οικοσυστήματα της περιοχής υποστηρίζουν επίσης εκατοντάδες είδη ψαριών και χιλιάδες είδη ασπόνδυλων. Όλα τα παραπάνω αναδεικνύουν το μαγικό κόσμο των ελληνικών θαλασσών, αλλά το γεγονός ότι αυτή η βιοποικιλότητα εξακολουθεί να επιβιώνει φαίνεται να είναι καθαρά από τύχη, δεδομένου ότι υπάρχουν πολύ λίγα μέτρα προστασίας ή διατήρησης. Αυτό είναι μια μεγάλη πρόκληση που όλες οι δράσεις του Αρχιπελάγους έχουν ως στόχο να αντιμετωπίσουν. Με περισσότερα από 18,000 χιλιόμετρα ακτογραμμής και έναν από τους μεγαλύτερους αλιευτικούς στόλους στην Ευρώπη, η παρακολούθηση των θαλάσσιων δραστηριοτήτων σε συνδυασμό με τη διατήρηση των οικοσυστημάτων και των ειδών στην Ελλάδα δεν είναι ένα απλό έργο. Για περισσότερο από μια δεκαετία, το Αρχιπέλαγος συλλέγει δεδομένα και παρακολουθεί τα σημαντικά οικοσυστήματα της χώρας, αξιολογώντας τους οικοτόπους και τους πληθυσμούς, καθώς και τους παράγοντες που τους επηρεάζουν. Γνώσεις που αποκτούνται με τον τρόπο αυτό μας προσφέρουν τη δυνατότητα να αναπτύξουμε επιτυχημένα και στοχευμένα σχέδια δράσης και διατήρησης..


Οι ελληνικές θάλασσες υποστηρίζουν σπάνια βιοποικιλότητα θαλάσσιας πανίδας, μεταξύ των οποίων και χιλιάδες είδη ψαριών, ασπόνδυλων και θαλάσσιων θηλαστικών. Πολλά είδη κητωδών (δελφινιών, φαλαινών), θαλάσσιες χελώνες, καρχαρίες, καθώς και η απειλούμενη με εξαφάνιση Μεσογειακή φώκια μπορούν να βρεθούν μόνο στο ανατολικό Αιγαίο. Οι ερευνητές του Αρχιπελάγους μελετούν αυτά τα σπάνια ζώα και αναλύουν τις επιπτώσεις της ραγδαίας αύξησης μεδουσών στα ελληνικά νερά. Δύο ιδιαίτερα σημαντικά θαλάσσια οικοσυστήματα, που βρίσκονται στο Αιγαίο, είναι τα θαλάσσια λιβάδια από Posidonia oceanica και οι ύφαλοι των βαθέων υδάτων. Αυτοί οι οικότοποι φιλοξενούν υψηλά επίπεδα βιοποικιλότητας, συμπεριλαμβανομένων πολλών, εμπορικά σημαντικών, ειδών ψαριών. Μπορούν επίσης να παρέχουν ένα ευρύ φάσμα υπηρεσιών οικοσυστήματος, όπως τη δέσμευση του άνθρακα και την προστασία των ακτών από τη διάβρωση. Το Αιγαίο και η βορειοανατολική Μεσόγειος φιλοξενούν μερικούς από τους σημαντικότερους εναπομείναντες πληθυσμούς θαλάσσιων θηλαστικών και χελωνών στη Μεσόγειο Θάλασσα. Στους πληθυσμούς αυτούς ανήκουν 4 είδη δελφινιών (ρινοδέλφινο, κοινό δελφίνι, ζωνοδέλφινο, σταχτοδέλφινο), 2 είδη οδοντοκητών (φυσητήρας, ζιφιός), η απειλούμενη μεσογειακή φώκια, καθώς επίσης και δύο είδη θαλάσσιων χελωνών (καρέτα, πράσινη χελώνα). Παρά τη διεθνή και εθνική νομοθεσία για την προστασία των συγκεκριμένων ειδών, υπάρχει σαφής έλλειψη αποτελεσματικών δράσεων που να αποτρέπουν και να περιορίζουν αποτελεσματικά τις ανθρωπογενείς απειλές στους πληθυσμούς τους.


Από τα 14 είδη θαλάσσιων θηλαστικών που έχουν παρατηρηθεί στις ελληνικές θάλασσες, μόνιμα ζουν τα 9. Αυτά είναι: Η μεσογειακή φώκια Monachus monachus, το ρινοδέλφινο Tursiops truncatus, το ζωνοδέλφινο Stenella coeruleoalba, το σταχτοδέλφινο Grampus griseus, το κοινό δελφίνι Delphinus delphis, η πτεροφάλαινα Balaenoptera physalus, ο φυσητήρας Physeter macrocephalus, ο ζιφιός Ziphius cavirostris και η φώκαινα Phocoena phocoena. Από τα υπόλοιπα 5, που έχουν μόνο περιστασιακή παρουσία στα ελληνικά νερά είναι: η μεγάπτερη φάλαινα, Megaptera novaeangliae, η ρυγχοφάλαινα, Balaenoptera acutorostrata, η ψευδόρκα, Pseudorca crassidens, ο μεσοπλόδοντας, Mesoplodon densirostris και το στενόρυγχο δελφίνι, Steno bredanensis.


ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΗ ΦΩΚΙΑ
Επιστημονική ονομασία: Monachus monachus
Μέλος της οικογένειας των πτερυγιόποδων, η μεσογειακή φώκια είναι η πιο σπάνια φώκια της Γης. Συγκαταλέγεται ανάμεσα στα δέκα πιο απειλούμενα με εξαφάνιση είδη του πλανήτη μας. Σε όλο τον κόσμο έχουν απομείνει 600 περίπου μεσογειακές φώκιες. Από αυτές 250 με 300 ζουν στις ελληνικές θάλασσες.
Αποφεύγει την ανθρώπινη παρουσία και κρύβεται.
Όταν βγαίνει στη στεριά επιλέγει βραχώδεις ακτές, ερημικές παραλίες και θαλάσσιες σπηλιές.
Για να βρει το φαγητό της κάνει βουτιές σε μεγάλα βάθη. Κατά τη διάρκεια της βουτιάς τα ρουθούνια της κλείνουν, ώστε να μη μπαίνει μέσα νερό, ενώ τα μουστάκια της ανοίγουν διάπλατα και αποτελούν όργανο αφής.
Οι καταδύσεις της συνήθως διαρκούν από 5 έως 15 λεπτά και φτάνουν έως και τα 190 μέτρα βάθος.
Αγαπημένη της τροφή είναι κυρίως τα χταπόδια. Τρώει όμως και διάφορα είδη ψαριών, πολλά από τα οποία είναι εμπορεύσιμα. Αυτό βέβαια δεν την κάνει και την καλύτερη φίλη των ψαράδων, που πολλές φορές τη βλέπουν ανταγωνιστικά και την κυνηγούν.
Στις ελληνικές θάλασσες φώκιες συναντάμε σχεδόν παντού. Οι περισσότερες, όμως, συγκεντρώνονται στις Βόρειες Σποράδες, στις Κυκλάδες, τα Δωδεκάνησα και στα Ιόνια νησιά.
ΦΥΣΗΤΗΡΑΣ
Επιστημονική ονομασία: Physeter macrocephalus
Είναι από τα πιο μεγάλα θαλάσσια θηλαστικά της Ελλάδας. Σήμα κατατεθέν του είναι το τεράστιο κεφάλι του με το σχεδόν ορθογώνιο σχήμα και την πολύ στενή και μικρή κάτω σιαγόνα. Έχει το μεγαλύτερο εγκέφαλο από όλα τα άλλα ζώα του πλανήτη και ζει σε θάλασσες με μεγάλα βάθη!
Η παραμονή του στο βυθό μπορεί να διαρκέσει περισσότερο από 1 ώρα! Αγαπημένη του τροφή είναι τα μεγάλα καλαμάρια που ζουν στα μεγάλα βάθη.
Έχει ιδιαίτερα ανεπτυγμένη κοινωνική συμπεριφορά, μοναδική σε σχέση με τα υπόλοιπα θαλάσσια θηλαστικά. Τα θηλυκά ζώα σχηματίζουν ομάδες των 10-12 ατόμων με πολύ ισχυρές και μακροχρόνιες σχέσεις. Στις ομάδες των θηλυκών γεννιούνται και μεγαλώνουν τα μικρά ζώα. Μέσα σε αυτή την κοινότητα, τα θηλυκά ζώα αλληλοβοηθούνται και συμπαραστέκονται το ένα στο άλλο, κατά τη διάρκεια της γέννας και της ανατροφής των μικρών.
Στην Ελλάδα τους συναντάμε κατά μήκος της Ελληνικής Τάφρου (από τα Δυτικά των Ιονίων νήσων και της Πελοποννήσου έως τα νότια της Κρήτης και τα νοτιοανατολικά της Ρόδου), στο Μυρτώο Πέλαγος και σε περιοχές του Αιγαίου Πελάγους, ειδικά όπου υπάρχουν μεγάλα βάθη.
Με βάση την υπάρχουσα γνώση, η Ελληνική Τάφρος είναι η σημαντικότερη περιοχή για τους φυσητήρες στην Ελλάδα, αλλά και σε ολόκληρη τη Μεσόγειο.
ΚΟΙΝΟ ΔΕΛΦΙΝΙ
Επιστημονική ονομασία: Delphinus delphis
Για χιλιάδες χρόνια ήταν το πιο κοινό είδος δελφινιού σε ολόκληρη τη Μεσόγειο.
Τα τελευταία 40 χρόνια ο πληθυσμός του έχει υποστεί σοβαρή μείωση και θεωρείται πλέον ιδιαίτερα απειλούμενο είδος. Στη Μεσόγειο απαντάται πια σε λίγες περιοχές.
Το κοινό δελφίνι είναι πολύχρωμο και έχει τα πιο σύνθετα χρωματικά μοτίβα στο σώμα του απ’ όλα τα κητώδη. Τα χρώματα που έχει το σώμα του είναι μαύρο, γκρι, κίτρινο και λευκό.
Για την αναζήτηση της τροφής του, σχηματίζει μικρές ομάδες. Κυνηγάει κατά τη διάρκεια της νύχτας, ενώ το πρωί ξεκουράζεται και συναναστρέφεται με άλλα κοινά δελφίνια. Τρέφεται κυρίως με μικρά ψάρια που ζουν κοντά στην επιφάνεια της θάλασσας (π.χ. σαρδέλες, γαύρους).
Το κοινό δελφίνι είναι πολύχρωμο και έχει τα πιο σύνθετα χρωματικά μοτίβα στο σώμα του απ’ όλα τα κητώδη. Τα χρώματα που έχει το σώμα του είναι μαύρο, γκρι, κίτρινο και λευκό.
Για την αναζήτηση της τροφής του, σχηματίζει μικρές ομάδες. Κυνηγάει κατά τη διάρκεια της νύχτας, ενώ το πρωί ξεκουράζεται και συναναστρέφεται με άλλα κοινά δελφίνια. Τρέφεται κυρίως με μικρά ψάρια που ζουν κοντά στην επιφάνεια της θάλασσας (π.χ. σαρδέλες, γαύρους).
Το συναντάμε κοντά στην ακτή αλλά και στο ανοιχτό πέλαγος.
Στην Ελλάδα τα βρίσκουμε σποραδικά στο Αιγαίο, στον Κορινθιακό Κόλπο και κυρίως στο Θρακικό Πέλαγος. Ένας πολύ μικρός πληθυσμός υπάρχει και στο Ιόνιο Πέλαγος.


ΦΩΚΑΙΝΑ
Επιστημονική ονομασία: Phocoena phocoena
Είναι από τα πιο μικρόσωμα οδοντοκήτη που ζουν στις θάλασσες και από τα πλέον «ντροπαλά» ζώα. Πολύ δύσκολα πλησιάζουν τα πλοία, σε αντίθεση με τα δελφίνια. Αν και ντροπαλό ζώο όμως είναι από τα πιο μελετημένα και κυνηγημένα κητώδη, καθώς ζει σε ρηχά νερά και κοντά στην ακτή.
Είναι απειλούμενο είδος.
Είναι το μικρότερο θαλάσσιο θηλαστικό των ελληνικών θαλασσών. Το στόμα της είναι μικρό και σχηματίζει ένα χαμόγελο.
Τρέφεται με μικρά αφρόψαρα, αλλά συμπληρώνει τη διατροφή της και με ψάρια που ζουν στο βυθό. Οι καταδύσεις της είναι μικρές και συνήθως γύρω στα 40 μέτρα βάθος.
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 90, οπότε και εντοπίστηκε στο Αιγαίο, πιστεύαμε πως ήταν εξαφανισμένο είδος από τη Μεσόγειο θάλασσα. Τώρα πια, η παρουσία ενός μικρού πληθυσμού στο Βόρειο Αιγαίο και κυρίως στο Θρακικό Πέλαγος θεωρείται βέβαιη. Οι περιοχές αυτές είναι και οι μοναδικές σε ολόκληρη τη Μεσόγειο, όπου παρατηρούνται φώκαινες.
ΣΤΑΧΤΟΔΕΛΦΙΝΟ
Επιστημονική ονομασία: Grampus griseus
Είναι το πιο μεγάλο δελφίνι που συναντάμε μόνιμα στις ελληνικές θάλασσες, αλλά και το πιο δυσεύρετο.
Γεννιέται με ομοιόμορφο σταχτί χρώμα και το στήθος του είναι λευκό.
Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του είναι οι πολλές ανοιχτόχρωμες γρατζουνιές που καλύπτουν όλο το σώμα του και προέρχονται από δαγκωματιές από άλλα σταχτοδέλφινα κατά τη διάρκεια καυγάδων. Τα σημάδια αυτά, αν και εμφανίζονται και σε άλλα δελφίνια, στα σταχτοδέλφινα είναι περισσότερα και τόσο έντονα που αποτελούν μόνιμα χαρακτηριστικά. Μάλιστα από τις πολλές δαγκωματιές που αποκτούν στο δέρμα τους τα γέρικα σταχτοδέλφινα, μπορεί να καταλήξουν να έχουν χρώμα λευκό.
Καταδύεται ίσως και μέχρι τα 500 μέτρα για να πιάσει την αγαπημένη του τροφή, που είναι τα καλαμάρια.
Το σταχτοδέλφινο ζει στο ανοιχτό πέλαγος.
Στην Ελλάδα συναντάμε σταχτοδέλφινα στο Μυρτώο Πέλαγος, Β.Δ. της Κρήτη, στις Σποράδες και τη Χαλκιδική.
ΡΙΝΟΔΕΛΦΙΝΟ
Επιστημονική ονομασία: Tursiops truncatus
Είναι το πιο γνωστό δελφίνι στον άνθρωπο, αφού μπορεί να έρθει σε άμεση επαφή μαζί του γιατί ζει κοντά στις ακτές και επηρεάζεται από τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Λόγω της φιλικής συμπεριφοράς τους, ο άνθρωπος δυστυχώς τα αιχμαλωτίζει και τα εκθέτει σε ζωολογικά πάρκα, δελφινάρια, ακόμα και σε τηλεοπτικά προγράμματα, διαστρέφοντας και καταστρέφοντας την ελεύθερη και κοινωνική φύση του.
Είναι ζώα ζωηρά και παιχνιδιάρικά, που κάνουν συχνά άλματα έξω από το νερό και τα συναντάμε πολλές φορές να ακολουθούν τα καράβια στα ταξίδια τους. Χαρακτηριστικό τους είναι το σχήμα του στόματός τους, που δίνει την εντύπωση πως συνέχεια χαμογελούν.
Επειδή ζουν κοντά στην ακτή, δεν χρειάζεται να καταδύονται σε πολύ βαθιά νερά για να βρουν την τροφή τους. Κολυμπάνε πολύ γρήγορα και μπορούν να ξεπεράσουν με ευκολία τα 30 χιλιόμετρα την ώρα. Είναι εξαιρετικά ευέλικτα και προσαρμοστικά όσον αφορά τη διατροφή τους, κυνηγώντας πολλά είδη ψαριών, αλλά και χταπόδια και καλαμάρια.
Στην Ελλάδα το συναντάμε σε όλες τις παράκτιες περιοχές, σε στενά, κόλπους, καθώς και γύρω και ανάμεσα σε νησιά. Επίσης είναι τα μόνα δελφίνια που ζουν στον κλειστό κόλπο του Αμβρακικού. Πολύ σπάνια θα συναντήσουμε αυτό το δελφίνι στην ανοιχτή θάλασσα.


ΖΩΝΟΔΕΛΦΙΝΟ
Επιστημονική ονομασία: Stenella coeruleoalba
Είναι το πιο κοινό είδος δελφινιού που συναντάμε στις ελληνικές θάλασσες σήμερα. Σχηματίζει κοπάδια που συχνά παίζουν στην πλώρη των πλοίων. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του είναι η λεπτή μαύρη γραμμή (ζώνη) που ξεκινάει από το μάτι και καταλήγει στην κοιλιά του.
Είναι δεινός βουτηχτής, μπορεί να καταδυθεί σε μεγάλα βάθη (200 μέτρα ή και περισσότερο) και τρέφεται κυρίως με καλαμάρια, αλλά και με ψάρια.
Στον Κορινθιακό Κόλπο σχηματίζει μικτά κοπάδια με κοινά δελφίνια και σταχτοδέλφινα. Η συμβίωση των παραπάνω ειδών, δεν έχει παρατηρηθεί πουθενά αλλού στον κόσμο έως σήμερα, ως μόνιμο φαινόμενο.
Το συναντάμε σε όλες τις ελληνικές θάλασσες σε βάθη μεγαλύτερα των 200 μέτρων.
ΠΤΕΡΟΦΑΙΛΑΙΝΑ
Επιστημονική ονομασία: Balaenoptera physalus
Οι πτεροφάλαινες είναι μυστακοκήτη, δηλαδή έχουν μπαλένες. Είναι το μεγαλύτερο θαλάσσιο θηλαστικό που συναντάμε στις ελληνικές θάλασσες και το δεύτερο μεγαλύτερο θηλαστικό σε μέγεθος και βάρος στον κόσμο (μετά τη γαλάζια φάλαινα). Είναι από τις πιο γρήγορες φάλαινες και είναι ζώα που μεταναστεύουν (αν και στη Μεσόγειο μοιάζει να έχουν μόνιμο τοπικό πληθυσμό).
Το μήκος μιας ενήλικης πτεροφάλαινας είναι γύρω στα 22 μέτρα και το βάρος της μπορεί να φτάσει τους 70 τόνους. Το σχήμα της είναι υδροδυναμικό και έχει μυτερό κεφάλι. Η ράχη της έχει χρώμα σκούρο γκρι, ενώ η κοιλιά της είναι λευκόχρωμη. Στο λαιμό της έχει πολλές πτυχώσεις (σαν του ακορντεόν), χάρη στις οποίες μπορεί να ανοίγει διάπλατα το στόμα και το λαιμό της για να τραφεί με κρίλ (ζωοπλαγκτόν) και μικρά ψάρια.
Απαντάται στα πελάγη, κυρίως σε βάθη άνω των 2.000 μ.
Στην Ελλάδα πτεροφάλαινες έχουν παρατηρηθεί στο Ιόνιο Πέλαγος αλλά ορισμένες χρονιές έχουν παρατηρηθεί και πολύ κοντά στις ακτές, όπως για παράδειγμα στον Σαρωνικό κόλπο.
ΖΙΦΙΟΣ
Επιστημονική ονομασία: Ziphius cavirostris
Η μορφή του θυμίζει ένα μεγάλο, εύσωμο και λίγο «προϊστορικό» δελφίνι. Είναι πολύ δυσπρόσιτο ζώο. Οι καταδύσεις του διαρκούν περισσότερο από μία ώρα, παραμένει πολύ λίγο στην επιφάνεια της θάλασσας και δεν κάνει άλματα έξω από το νερό. Οι περισσότερες γνώσεις που έχουμε σήμερα για το ζιφιό, προέρχονται από ζώα που εκβράζονται νεκρά στις ακτές.
Κυνηγάει σε μεγάλα βάθη κυρίως καλαμάρια. Πρόσφατη μελέτη έδειξε πως το ζώο αυτό καταδύεται σε βάθη ίσως έως και 2000 μέτρα, προκειμένου να κυνηγήσει την τροφή του. Το βάθος αυτό είναι το μεγαλύτερο που έχει καταγραφεί ποτέ να καταδύεται θηλαστικό ζώο! Μπορεί να κρατήσει την αναπνοή του έως και 85 λεπτά!
Ζει σε θάλασσες με πολύ μεγάλα βάθη, όπως η Ελληνική Τάφρος.
Το συναντάμε συχνά Νότια της Κρήτης και Δυτικά της Λευκάδας.


ΜΕΓΑΠΤΕΡΗ ΦΑΛΑΙΝΑ
Επιστημονική ονομασία: Megaptera novaeangliae
Είναι γνωστή για τις ακροβατικές φιγούρες της έξω από το νερό και για το μελαγχολικό τραγούδι της. Κάθε χρόνο πραγματοποιεί το μεγαλύτερο μεταναστευτικό ταξίδι από οποιοδήποτε άλλο θηλαστικό στον κόσμο! Τα πολύ μακριά πτερύγια της είναι τα πιο μεγάλα άκρα στο ζωικό βασίλειο και της έδωσαν και το όνομά της.
Είναι από τις φάλαινες που κυνηγηθήκαν πολύ από τους φαλαινοθήρες και στις μέρες μας απειλείται με εξαφάνιση.
Τρέφεται με κριλ και μικρά ψάρια που τα κυνηγάει με ένα πολύ ιδιαίτερο τρόπο. Αφού μαζευτούν πολλές μεγάπτερες φάλαινες μαζί σχηματίζουν ένα δίχτυ από φυσαλίδες (bubble net) που περικυκλώνει τα ψάρια.
Αν και οι Μεγάπτερες φάλαινες ζουν στους ωκεανούς, έχουν παρατηρηθεί 14 φορές στη Μεσόγειο θάλασσα, από τις οποίες οι δυο ήταν στην Ελλάδα (στο Μυρτώο και το Ιόνιο Πέλαγος).
ΒΟΡΕΙΑ ΡΥΓΧΟΦΑΛΑΙΝΑ
Επιστημονική ονομασία: Balaenoptera acutorostrata
Οι ρυγχοφάλαινες είναι σπάνιοι επισκέπτες των ελληνικών θαλασσών. Είναι από τις πιο μικρές και λεπτές φάλαινες.
Αυτός είναι και ο λόγος που οι πρώτοι φαλαινοθήρες δεν τις κυνηγούσαν. Από τη στιγμή όμως που οι μεγάλες φάλαινες άρχισαν να εξαφανίζονται, οι κυνηγοί φαλαινών στράφηκαν στο κυνήγι των μικρών αυτών φαλαινών. Αν και τα τελευταία 100 χρόνια περισσότερες από 100.000 ρυγχοφάλαινες σκοτώθηκαν από φαλαινοθήρες, το κυνήγι τους συνεχίζεται δυστυχώς μέχρι και σήμερα, στη Νορβηγία και την Ιαπωνία.
Τη συναντάμε κυρίως στον Ατλανικό και τον Ειρηνικό Ωκεανό.
Στη Μεσόγειο Θάλασσα έχει παρατηρηθεί ελάχιστες φορές.
Το 2000 βρέθηκε στην Ελλάδα μια νεαρή βόρεια ρυγχοφάλαινα να επιπλέει νεκρή κοντά στη Σκιάθο.
ΨΕΥΔΟΡΚΑ
Επιστημονική ονομασία: Pseudorca crassidens
Οι ψευδόρκες είναι σπάνιοι επισκέπτες των ελληνικών θαλασσών.
Είναι ένα δελφίνι (όπως και η όρκα), πολύ μεγαλύτερο από τα υπόλοιπα που ζουν στα ελληνικά νερά. Όπως υποδηλώνει και το όνομα της, μοιάζει με την όρκα.
Το κοινό γνώρισμα της όρκας και της ψευδόρκας είναι ότι κάποιοι πληθυσμοί τους (εκτός Μεσογείου), επιτίθενται σε άλλα θαλάσσια θηλαστικά μικρότερου μεγέθους.
Βέβαια, η ψευδόρκα χρησιμοποιεί πολύ λιγότερο τα κοφτερά της δόντια για να φάει θαλάσσια θηλαστικά, αφού αγαπημένη της τροφή είναι ο τόνος.
Συναντάται πιο συχνά στη θαλάσσια περιοχή της Κύπρου και του Ισραήλ.
Στην Ελλάδα η παρουσία της είναι πολύ σπάνια. Μέχρι σήμερα έχει παρατηρηθεί ένα κοπάδι από ψευδόρκες στα ανοιχτά της Χίου και έχει βρεθεί μια νεκρή στον Αργολικό Κόλπο.


ΣΤΕΝΟΡΥΓΧΟ ΔΕΛΦΙΝΙ
Επιστημονική ονομασία: Steno bredanensis
Είναι δελφίνι που ζει στους ωκεανούς. Καταδύεται σε μεγάλα βάθη και παραμένει κάτω από τη θάλασσα για περισσότερο από 15 λεπτά. Αρκετά στενόρυγχα δελφίνια, αιχμαλωτίστηκαν στο παρελθόν για να μπουν σε ενυδρεία ή ακόμα και για να λάβουν μέρος σε επιδείξεις.
Τελευταία αποδείχθηκε ότι υπάρχει μόνιμος (και μάλλον μικρός) πληθυσμός τους και στη Μεσόγειο.
Ζουν σε ζεστά και τροπικά νερά σε όλο τον κόσμο, μακριά από τις ακτές.
Τα συναντάμε και στη Μεσόγειο.
Στην Ελλάδα υπάρχει μια μόνο καταγραφή για μια ομάδα στενόρυγχων δελφινιών στα Δυτικά της Κεφαλονιάς.
ΜΕΣΟΠΛΟΔΟΝΤΑΣ
Επιστημονική ονομασία: Mesoplodon densirostris
Οι μεσοπλόδοντες μοιάζουν πολύ τόσο στη μορφή όσο και στις συνήθειες με το ζιφιό. Είναι από τα λιγότερο γνωστά θηλαστικά της γης, γιατί είναι δυσπρόσιτα ζώα που δύσκολα μπορεί κανείς να τα παρατηρήσει στο φυσικό τους περιβάλλον.
​Υπάρχουν 14 αναγνωρισμένα είδη μεσοπλόδοντα στον κόσμο. Από αυτά 3 είδη έχουν παρατηρηθεί στη Μεσόγειο (M. densirostris, M. europaeus and possibly M. bidens).
Στην Ελλάδα έχουμε μια αμφίβολη αναφορά γα ένα μικτό κοπάδι ζιφιών και μεσοπλόδοντων (M. densirostris) στα ανοιχτά της Κεφαλονιάς.
Πηγή : https://archipelago.gr/ti-kanoume/thalassia-prostasia/
https://archipelago.gr/ti-kanoume/thallasia-thilastika/
https://www.thalassapedia.gr/thalassia-thilastika-tis-elladas

Η διαχρονική σημασία της αγροτικής παραγωγής και η έλλειψη διατροφικής αυτάρκειας των Ελλήνων

Την γεωργίαν των άλλων τεχνών μητέρα και τροφόν είναι. Ξενοφών Αρχαίος Έλληνας ιστορικός (430-355 π.Χ.) Γη και ύδωρ πάντα έσθ’ όσα γίνονται...