Τι είδους λαός ήταν αυτοί οι Ρωμαίοι; Αν πιστέψουμε τον Αστερίξ, που τους γνώριζε από πρώτο χέρι, ήταν τρελοί. Δυστυχώς ή ευτυχώς, εμείς δεν έχουμε τη δυνατότητα να τους γνωρίσουμε από τόσο κοντά· έχουμε, όμως, τα γραπτά που μας άφησαν οι ίδιοι οι Ρωμαίοι, τα κτίρια και τα μνημεία τους, καθώς και τις μαρτυρίες άλλων λαών της αρχαιότητας. Και όλα αυτά μάλλον διαψεύδουν τον Αστερίξ.
Στις πρώτες αρχές της, η ρωμαϊκή κοινωνία ήταν καθαρά αγροτική και στηριζόταν στη συνοχή της οικογένειας, που ήταν πατριαρχική. Οι πάντες όφειλαν τυφλή υπακοή στον πατέρα-αφέντη, κι αυτός είχε κάτω από την αυστηρή επίβλεψή του τους πάντες και τα πάντα: τη σύζυγο, τα παιδιά, τους υπηρέτες, τα ζωντανά και τα σπαρτά. Καλός άνθρωπος για τους Ρωμαίους σήμαινε καλός νοικοκύρης· και ο καλός νοικοκύρης έπρεπε πάνω απ᾽ όλα να διακρίνεται από πνεύμα οικονομίας. Στην καλύτερη περίπτωση αυτό σήμαινε ότι τα έξοδα δεν ήταν περισσότερα από τα έσοδα και όλοι είχαν ακριβώς ό,τι χρειάζονταν για να ζουν με αξιοπρέπεια· στη χειρότερη περίπτωση σήμαινε απλώς τσιγκουνιά. Ως φαίνεται, οι παλιοί Ρωμαίοι ήταν βασικά τσιγκούνηδες - αλλά αυτό δεν το πρόσεξε ο Αστερίξ.
Μια καλή απόδειξη γι᾽ αυτό μπορούμε να βρούμε στο βιβλίο που έγραψε ένας πολύ σημαντικός Ρωμαίος. Έζησε από το 234 μέχρι το 149 π.Χ., τον λέγανε Κάτωνα, κουρευόταν και χαμογελούσε σπάνια, αλλά ήταν έντιμος και τον εμπιστεύονταν όλοι οι συμπολίτες του. Το βιβλίο του είχε για θέμα τη διαχείριση του νοικοκυριού και κυρίως τα καθήκοντα του γεωργού στη διάρκεια του χρόνου.
Γράφει, λοιπόν, ο γερο-Κάτωνας ότι ένας καλός νοικοκύρης πρέπει να φροντίζει έγκαιρα τις εποχιακές γεωργικές εργασίες, να κάνει τακτική συντήρηση στα γεωργικά του εργαλεία για να τα διατηρεί σε καλή κατάσταση και να μην κάνει περιττά έξοδα για πράγματα, αλλά και για πρόσωπα, που είναι άχρηστα: Αν οι δούλοι αρρωστήσουν, αυτό σημαίνει ότι έτρωγαν περισσότερο από όσο έπρεπε. Τα γερασμένα βόδια, το παλιό αλέτρι, τα παλιά εργαλεία, ο γερασμένος και ο άρρωστος δούλος πρέπει να πουλιούνται. Ο αφέντης του σπιτιού πρέπει γενικά να πουλάει και όχι να αγοράζει.
Δεν ξέρουμε αν το βιβλίο του Κάτωνα έγινε «μπεστ σέλερ»· αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι οι παλιοί Ρωμαίοι θα συμφωνούσαν λίγο πολύ με αυτές τις απόψεις, όχι τόσο επειδή ήταν σκληροί και απάνθρωποι αλλά μάλλον επειδή αγαπούσαν τις πρακτικές λύσεις.
Αυτό το πρακτικό πνεύμα το καλλιεργούσαν από τα πρώτα κιόλας μαθητικά τους χρόνια. Ο Οράτιος, ένας πολύ σημαντικός ρωμαίος ποιητής, αφηγείται το ακόλουθο στιγμιότυπο: σε μια τάξη του δημοτικού τα παιδιά μαθαίνουν πρόσθεση και αφαίρεση· ο δάσκαλος βάζει ασκήσεις και ενθουσιάζεται όταν ακούει τις σωστές απαντήσεις. «Μπράβο, παιδιά!» λέει. «Μεθαύριο που θα μεγαλώσετε θα γίνετε σωστοί νοικοκύρηδες.» Ο Κάτωνας θα συμφωνούσε απόλυτα: Οι πρόγονοί μας δεν είχαν σε καμιά εκτίμηση την ποίηση, και όποιον ασχολούνταν μ᾽ αυτήν τον χαρακτήριζαν τσαρλατάνο και αγύρτη. Τάδε έφη ο γερο-Κάτωνας. Είναι αμφίβολο αν ο άνθρωπος αυτός πείστηκε ποτέ ότι οι ποιητές χρειάζονται.
Οι Ρωμαίοι τηρούσαν ευλαβικά τα ήθη και τα έθιμα των προγόνων τους. Βαθμιαία η κοινωνία τους διαμόρφωσε ένα σύνολο αξιών και αρχών που, όπως ήθελαν να πιστεύουν οι ίδιοι, χαρακτήριζε το ρωμαϊκό έθνος από παλιά. Τέτοιες αρετές ήταν, για παράδειγμα, η σοβαρότητα της συμπεριφοράς, η κοινωνική ευπρέπεια, ο λιτός τρόπος ζωής και ο σεβασμός τόσο για την οικογένεια όσο και για το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο. Είναι αλήθεια ότι όλοι οι λαοί διαθέτουν έναν δικό τους κατάλογο με εθνικές αρετές· όμως, τουλάχιστο στην αρχαιότητα, οι Ρωμαίοι είναι οι μόνοι που διαφημίζουν τόσο επίμονα τα εθνικά τους προσόντα και οι μόνοι που χρησιμοποιούν τόσο συστηματικά τα προγονικά «ήθη και έθιμα» ως το σημαντικότερο παιδαγωγικό μέσο. Ένα καλό παράδειγμα τέτοιας αυτοδιαφήμισης μας δίνει ο Κικέρωνας, μεγάλος ρήτορας και πολιτικός: Ποιος άλλος λαός έδειξε τέτοια σοβαρότητα συμπεριφοράς, τέτοια σταθερότητα χαρακτήρα, τέτοιο ηρωισμό, τέτοια χρηστότητα ήθους, τέτοια εντιμότητα; Ποιοι διέπρεψαν τόσο σε κάθε είδος αρετής ώστε να μπορούν να συγκριθούν με τους πατεράδες μας;
Φυσικά ο Κικέρωνας δεν περιμένει απάντηση (η ερώτηση είναι, όπως λέμε, απλώς ρητορική) - ή, μάλλον, η μόνη απάντηση που περιμένει είναι: «κανείς άλλος». Αλλά την ίδια απάντηση δεν περιμένουν όλοι εκείνοι, σε όποια εθνικότητα και αν ανήκουν, που αναλαμβάνουν να εκφωνήσουν πανηγυρικούς λόγους σε εθνικές γιορτές και επετείους; Όλοι παινεύουμε κάποτε το σπίτι μας για να μην πέσει και μας πλακώσει. Το ερώτημα είναι αν και πόσο το σπίτι μας αξίζει αντικειμενικά το παίνεμα. Και στην περίπτωσή μας: αξίζει τόσο παίνεμα το σπίτι που παινεύει ο Κικέρωνας; Η αλήθεια είναι ότι ανάμεσα στις διάφορες εθνικές ομάδες που κατοικούσαν στην ιταλική χερσόνησο οι Ρωμαίοι ήταν αυτοί που κατάφεραν να επιβάλουν σταδιακά τη στρατιωτική και πολιτική κυριαρχία τους, να ενώσουν όλη την Ιταλία κάτω από την ηγεμονία τους και στη συνέχεια να επεκταθούν όχι μόνο σε όλη τη λεκάνη της Μεσογείου αλλά και σε πολλές βορειότερες περιοχές της Ευρώπης. Πώς και γιατί απέκτησε τέτοια δύναμη η μικρή και κλειστή γεωργική κοινωνία που αρχικά ήταν περιορισμένη στο Λάτιο, μια περιοχή της κεντρικής Ιταλίας που είχε για πρωτεύουσα της τη Ρώμη; Η απάντηση που θα έδιναν ο γερο-Κάτωνας, ο Κικέρωνας, αλλά και οι περισσότεροι απλοί Ρωμαίοι είναι: επειδή το ρωμαϊκό έθνος διατήρησε τις αρχές και τις αξίες των παλιών Ρωμαίων. Την ίδια απάντηση φαίνεται να δίνουν και πολλοί σύγχρονοί μας μελετητές της ρωμαϊκής ιστορίας. Και αν τόσοι πολλοί συμφωνούν, τότε ένα μέρος τουλάχιστο της αλήθειας πρέπει να βρίσκεται πράγματι σ᾽ αυτή την απάντηση.
Η Ρωμαϊκή κυριαρχία ευνόησε σημαντικά τις εξαγωγές και τις ιταλικές επενδύσεις στη Μακεδονία και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Οι “πραγματευόμενοι”, δηλαδή οι Ιταλοί επιχειρηματίες [ με την ευρεία έννοια της λέξεως: μεγαλέμποροι, τραπεζίτες μεγαλοκτηματίες, που εκμεταλλεύονταν αμπελώνες ή βοσκοτόπους ] συνέρευσαν στον Ελληνικό χώρο, κυρίως από τα μέσα του 2ου αιώνα π.Χ. και έφθασαν στο μέγιστο της εξαπλώσεώς τους τον 1ο αιώνα π.Χ. Ο πλουτισμός των ανώτερων ιταλικών τάξεων [ και συγκεκριμένα εκείνων της Ρώμης ] και η υποστήριξη, που αυτοί οι άνθρωποι κατόρθωσαν να εξασφαλίζουν κατά γενικό κανόνα από τα όργανα της εξουσίας, είναι δύο συνέπειες τις ρωμαϊκής ηγεμονικής πολιτικής, που εξηγούν σε μεγάλο βαθμό το φαινόμενο αυτό. Επίσης, από το δεύτερο μισό του 2ου αιώνα π.Χ., η Ιταλία άρχισε να εξάγει προς την Ελλάδα προϊόντα, π.χ. κρασί, που ως τότε κυρίως εισήγαγε. Ωστόσο, οι ρωμαϊκές αρχές φαίνεται ότι απλώς ευνόησαν αυτή την εξέλιξη με το γεγονός και μόνο της εξουσίας και της επιβουλής τους. Συγκεκριμένα μέτρα πού έλαβαν οι ίδιοι οι Ρωμαίοι ή απέσπασαν από τους Έλληνες, για να αποκλείσουν το ελληνικό εμπόριο από την ιταλική αγορά, δεν μας είναι γνωστά.
Ο σίτος ήταν το μόνο προϊόν του οποίου το Ρωμαϊκό κράτος ρύθμιζε τις εισαγωγές στη Ρώμη και ως ένα σημείο την παραγωγή στις επαρχίες, που τροφοδοτούσαν την πρωτεύουσα. Η Μακεδονία όμως και η κυρίως Ελλάδα, όντας περιοχές όπου δεν παρήγαγαν αλλά εισήγαγαν κατά κανόνα σιτηρά, δε θίγησαν από την προοδευτική οργάνωση της αννώνης. Η διάταξη, με την οποία επιβλήθηκε το 187 π.Χ. στην Αμβρακία να εξαιρέσει τους Ρωμαίους και τους Λατίνους από τους τελωνειακούς δασμούς, δε φαίνεται σύνηθες μέτρο. Κατά την περίοδο της ελεύθερης πολιτείας για την περιοχή σημαντική ήταν η απόφαση που έλαβε η Σύγκλητος να ανακηρύξει τη Δήλο ελεύθερο λιμένα, όταν το 167 π.Χ. θέλησε να καταφέρει πλήγμα εναντίον της ροδιακής ευημερίας. Λαμβάνοντας ένα μέτρο επωφελές για τους εμπορευόμενους όλων των εθνοτήτων, η Ρώμη αρκέσθηκε να εγγυηθεί συνθήκες γενικά ευνοϊκές για τις δραστηριότητες των Ρωμαίων επιχειρηματιών. Κατά τους αυτοκρατορικούς χρόνους γίνεται οικειοποίηση ορισμένων επαρχιακών πόρων. Τα ορυχεία και τα λατομεία περιήλθαν συστηματικά με ελάχιστες εξαιρέσεις στην κυριότητα του ρωμαϊκού δημοσίου. Αντίθετα τα μονοπώλια των αρχαίων αυτόνομων πόλεων διατηρήθηκαν ανέπαφα [ π.χ. τα δικαιώματα αλιείας του Βυζαντίου στην Προποντίδα].
Ωστόσο ο κυριότερος επαρχιακός πλούτος, που ήταν δυνατό να απαλλοτριωθεί ήταν η γη. Ουσιαστική μεταβολή της αγροτικής γεωγραφίας επέφερε η Ρώμη, κυρίως με την ίδρυση αποικιών. Όπως και στην υπόλοιπη αυτοκρατορία, ο μεγαλύτερος αριθμός αποικιών ανάγεται στην περίοδο από τον Καίσαρα ως τον Αύγουστο, όταν χρειάσθηκαν να διαλυθούν οι πληθωρικοί στρατοί των εμφυλίων πολέμων και να απαλλαγεί η Ιταλία από το δημογραφικό της πλεόνασμα. Από τον ίδιο τον Καίσαρα ιδρύθηκαν η Κόρινθος και ο Βουθρωτός. Επίσης σύμφωνα με δικά του σχέδια, το Δίο και η Κασσάνδρεια στη Μακεδονία. Επί της δεύτερης τριανδρίας, οι Φίλιπποι, το Δυρράχιο και η Πέλλα. Ο Αύγουστος ίδρυσε νέες αποικίες π. χ. την Πάτρα. Μετά τον Αύγουστο οι ιδρύσεις αποικιών έγιναν σπανιότερες. Η ίδρυση μιας αποικίας, αποτελούσε αυτή καθαυτή παρέμβαση της κεντρικής εξουσίας και αποσκοπούσε συνήθως στην ανακατανομή των γαιών και στην εμφύσηση νέου δυναμισμού σε μια περιοχή. Οι ρωμαϊκές αρχές δεν είχαν την παραμικρή αντίρρηση αν εξαφανιζόταν προοδευτικά η σχετική κοινωνική και οικονομική ισότητα της πρώτης περιόδου [ αποτέλεσμα της κατανομής της γης σε κλήρους, ίσης σχετικά εκτάσεως ] και δημιουργούνταν στις προσαρτημένες στην αποικία γαίες μια ομάδα μεγαλογαιοκτημόνων. Τέτοια εξέλιξη διαπιστώθηκε στους Φιλίππους και συνέβαλε αποφασιστικά στο να αποκτήσουν οι κώμες [ vici ] κάποια σχετική αυτονομία και να έχουν δικούς τους άρχοντες [ αντιστράτηγοι και φορολόγοι ].
Επίσημη ώθηση ή ενθάρρυνση δόθηκε επίσης σε ορισμένες περιπτώσεις στην αξιοποίηση νέων καλλιεργήσιμων εδαφών και στην αναζωογόνηση της γεωργίας στις παλαιές επαρχίες. Οι ζώνες του συνόρου προσείλκυσαν ιδιαίτερα την προσοχή των αυτοκρατόρων, με απώτερο στόχο να εξασφαλίσουν επί τόπου, κατά το μέγιστο δυνατό, τον ανεφοδιασμό των στρατευμάτων. Η εγκατάσταση παλαίμαχων ως γεωργών, που διευκολύνθηκε από τις αποζημιώσεις που ελάμβαναν κατά την απόλυσή τους, συνετέλεσε σημαντικά στην αξιοποίηση της Θράκης. Στην Αχαΐα, ο εκφυλισμός των λατιφουντίων, που είχαν συγκροτηθεί κατά το τέλος της ελεύθερης πολιτείας και τις αρχές της αυτοκρατορικής περιόδου, και η επέκταση της κτηνοτροφίας, επιδείνωσαν το παραδοσιακό πρόβλημα της καλλιέργειας ειδών στοιχειώδους επιβιώσεως. Φαίνεται ότι οι ρωμαϊκές αρχές ενθάρρυναν ως ένα σημείο τη δημιουργία μικρών αγροκτημάτων στις χέρσες εκτάσεις ή τις βοσκές. Μια επιγραφή από τη Θίσβη, χρονολογουμένη επί Αδριανού, αναφέρει τις συναφείς διατάξεις κάποιου διοικητή. Παρέχονταν στους πολίτες επί εμφυτευτικής βάσεως αγροτεμάχια από τις δημόσιες γαίες για την καλλιέργεια ελαιοδέντρων. Μετά από πενταετή απαλλαγή θα πλήρωναν ενοίκιο, αλλά με τη διαβεβαίωση ότι θα διατηρούσαν τις γαίες που θα είχαν αξιοποιήσει. Μία όμοια διάταξη, στην οποία αναφέρεται ο Δίων Χρυσόστομος στον “Ευβοϊκό” του, εγγυάται δεκαετή ατέλεια. Πρέπει πάντως να αποκλεισθεί ότι επί Αδριανού εκδόθηκε νόμος που απέβλεπε στην ενθάρρυνση της μικρής αγροτικής ιδιοκτησίας στο σύνολο της αυτοκρατορίας.
Πρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι στη Θίσβη ο διοικητής εφήρμοσε αυτά τα μέτρα στις δημόσιες γαίες μιας πόλεως. Μια τέτοια επέμβαση στη νομοθεσία μιας πόλης δεν ήταν συνήθης. Μπορεί βέβαια να αναφερθεί ο νόμος που εξέδωσε ο Αδριανός για το εμπόριο ελαίου στην Αθήνα, αλλά πρέπει να σημειωθεί ότι, όπως υποστηρίζει σύγχρονος ιστορικός, “ο αυτοκράτωρ ενήργησε σ’ αυτή την περίπτωση ως Αθηναίος “νομοθέτης” και όχι ως εκπρόσωπος της ρωμαϊκής εξουσίας”. Επιπλέον, η επαναφορά ενός νόμου, που ανάγεται στο Σόλωνα, δεν ήταν ολωσδιόλου άσχετη προς κάποια αρχαϊστική φιλαρέσκεια. Δεν πρέπει λοιπόν να γίνεται λόγος για “αγροτική πολιτική” των αυτοκρατόρων, με τη σύγχρονη έννοια της λέξης. Και δεν είναι καν βέβαιο ότι τα αυτοκρατορικά κτήματα αποτελούσαν παράδειγμα υποδειγματικής αγροτικής παραγωγικότητας. Η Ρώμη ενδιαφερόταν το πολύ - πολύ για το παραδοσιακό πρόβλημα του επισιτισμού των πόλεων. Ιδιαίτερα βοήθησε την Αθήνα με οικονομικές παροχές ή παραχωρώντας της τα έσοδα ορισμένων περιοχών [ της Κεφαλληνίας κ. ά. ]. Εξ’ άλλου μια επιστολή του Κλαύδιου προς τους Θασίους μαρτυρεί την ύπαρξη προνομίων υπέρ των εξαγωγέων σίτου του νησιού.
Πηγή : https://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/history/rome/page_002.html?prev=true
http://8gym-perist.att.sch.gr/Programes/Via%20Romana/Culture/prod.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου