Το Ίον το εύοσμον (Viola odorata), είναι είδος του γένους Ίον (Viola), εγγενές στην Ευρώπη και την Ασία, αλλά έχει επίσης εισαχθεί στη Βόρεια Αμερική και την Αυστραλία. Είναι κοινώς γνωστή ως βιολέτα ξύλου (wood violet), γλυκιά βιολέτα (sweet violet), Αγγλική βιολέτα (English violet), κοινή βιολέτα (common violet), βιολέτα του ανθοπώλη (florist's violet) ή βιολέτα του κήπου (garden violet). Στην Ινδία το φυτό είναι γνωστό ως banafsa, banafsha ή banaksa. Είναι ένα σκληραγωγημένο πολυετές (perennial) ποώδες ανθοφόρο φυτό. Η Β. η εύοσμη (V. odorata), διακρίνεται από τα παρακάτω χαρακτηριστικά: τα άνθη είναι αρωματικά, τα άνθη συνήθως είναι είτε σκούρα βιολετί είτε λευκά, τα φύλλα και τα άνθη είναι όλα σε μια βασική ροζέτα, ο στύλος (style) είναι συνδεδεμένος (και δεν τελειώνει με στρογγυλεμένες αποφύσεις), τα φύλλα-στελέχη έχουν τρίχες, οι οποίες δείχνουν προς τα κάτω και το φυτό εξαπλώνεται με στόλωνες (βλαστούς επάνω από το έδαφος). Αυτά τα πολυετή άνθη μπορούν να ωριμάσουν σε ύψος από 4 έως 6 ίντσες και να εξαπλωθούν από 8 έως 24 ίντσες. Το είδος μπορεί να βρεθεί κοντά στις άκρες των δασών ή σε ξέφωτα, είναι επίσης ένας κοινός "απρόσκλητος επισκέπτης" σε σκιερά γκαζόν ή και αλλού στους κήπους. Αρκετές ποικιλίες έχουν επιλεγεί για κηπευτική χρήση, εκ των οποίων η V. odorata 'Wellsiana" έχει κερδίσει το «Award of Garden Merit» από τη Βασιλική Φυτοκομική Κοινωνία (Royal Horticultural Society) .Το γλυκό άρωμα από αυτό το άνθος έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα δημοφιλές σε όλες τις γενιές, ιδιαίτερα στα τέλη της Βικτωριανής περιόδου και κατά συνέπεια, χρησιμοποιείται στην παραγωγή πολλών καλλυντικών μυρωδικών και αρωμάτων. Οι Γάλλοι είναι επίσης γνωστοί για το σιρόπι βιολέτας, το οποίο συχνά γίνεται από το εκχύλισμα των βιολετών. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, αυτό το Γαλλικό σιρόπι βιολέτας, χρησιμοποιείται για να κάνει τηγανίτες (scones) βιολέτας και marshmallows. Το άρωμα των ανθέων βιολέτας είναι διακριτικό, μόνο με μερικά άλλα άνθη να έχουν μια ελάχιστα παρόμοια οσμή. Οι αναφορές στις βιολέτες και τον επιθυμητό χαρακτήρα από το άρωμα, πηγαίνει πίσω στις κλασικές πηγές όπως του Πλινίου και του Ορατίου, όταν ήταν σε χρήση η ονομασία "Ίον ", για να περιγράψει αυτό το άνθος από το οποίο προέρχεται η ονομασία του οι ιονόνες (ionones) το διακριτικό χημικό συστατικό των ανθέων.
Το 1923 ο Poucher, γράφει ότι τα άνθη καλλιεργούνται ευρέως στην Ευρώπη και την Ανατολή για το άρωμα τους, τόσο με τα άνθη αλλά και τα φύλλα, να συλλέγονται ξεχωριστά και να εκχυλίζονται για το άρωμα και επίσης, τα άνθη, να συλλέγονται για χρήση σε προϊόντα ζαχαροπλαστικής γαληνικού σιροπιού και στην παραγωγή φαρμάκου. Υπάρχει κάποια αμφιβολία ως προς το κατά πόσον το αληθινό εκχύλισμα από το άνθος βιολέτας είναι ακόμα διαθέσιμο στο εμπόριο. Σίγουρα, ήταν στις αρχές του 20ού αιώνα, αλλά από τη στιγμή που ο Steffen Arctander έγραφε στα τέλη της δεκαετίας του 1950 και στις αρχές του 1960, η παραγωγή είχε «σχεδόν εξαφανιστεί». Ωστόσο, το απόλυτο άρωμα φύλλων βιολέτας, εξακολουθεί να χρησιμοποιείται ευρέως στη σύγχρονη αρωματοποιία. Τα φύλλα είναι βρώσιμα. Στη βοτανική ιατρική, η V. odorata έχει χρησιμοποιηθεί για μια ποικιλία αναπνευστικών παθήσεων, αϋπνία και δερματικές διαταραχές. Ωστόσο, δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία που να υποστηρίζουν την αποτελεσματικότητά της για οποιαδήποτε από αυτές τις χρήσεις. Το άνθος βιολέτας ήταν ένα από τα αγαπημένα στην αρχαία Ελλάδα και έγινε το σύμβολο της Αθήνας. Το άρωμα υπαινίσσετο το σεξ, οπότε η βιολέτα ήταν ένα εμβληματικό άνθος της Αφροδίτης και επίσης, του γιου της Πριάπου, της θεότητας των κήπων και της γονιμότητας. Ο Ίαμος ήταν γιος του Απόλλωνα και της νύμφης Ευάδνης. Εγκαταλείφθηκε από τη μητέρα του κατά τη γέννηση. Τον άφησε να κείτεται στα Αρκαδικά δάση σε ένα κρεβάτι από βιολέτες, όπου τρεφόταν από τα ερπετά, με μέλι. Τελικά, βρέθηκε από διερχόμενους βοσκούς, που τον ονόμασαν Ίαμο από το ιώδες (ίον) κρεβάτι. Η θεά Περσεφόνη και οι συντρόφισσές της, Νύμφες, μάζευαν σε ανοιξιάτικο λιβάδι, ανθοφόρους οφθαλμούς (μπουμπούκια) τριανταφυλλιάς, κρόκου, βιολέτας, ίριδας, κρίνου και δελφινίου (larkspur), όταν απήχθη από τον θεό Άδη. Η λατινική ονομασία του βοτάνου είναι Viola odorata (Ίον το εύοσμον) και ανήκει στην οικογένεια των Ιοειδών. Φύεται σε όλη την Ευρώπη και είναι κοινό μέσα σε φράκτες, δενδρόκηπους και παρτέρια. Το συναντούμε με τις ονομασίες Μενεξέ, Βιόλα, βιολέτα, Μανουσάκι, Γιούλι, Ίον το εύοσμο, Ίτσο.
Η λατινική ονομασία του βοτάνου είναι Viola odorata (Ίον το εύοσμον) και ανήκει στην οικογένεια των Ιοειδών. Φύεται σε όλη την Ευρώπη και είναι κοινό μέσα σε φράκτες, δενδρόκηπους και παρτέρια. Το συναντούμε με τις ονομασίες Μενεξέ, Βιόλα, βιολέτα, Μανουσάκι, Γιούλι, Ίον το εύοσμο, Ίτσο. Είναι πολυετής πόα που το ύψος της κυμαίνεται από 5-15 εκατοστά, σε μορφή τούφας,. Δεν έχει βλαστό αλλά παράγει πολλές παραφυάδες που έρπουν στο έδαφος, ριζοβολούν εύκολα και ανθίζουν τον επόμενο χρόνο. Ποδίσκοι λείοι. Φύλλα καρδιόσχημα χνουδωτά. Άνθη ιώδη και μερικές φορές λευκά ή ρόδινα, πολύ εύοσμα. Μερικές φορές διασταυρώνεται με άλλα είδη και παράγει υβρίδια. υπάρχουν περίπου 500 ποικιλίες του φυτού. Ο Ιπποκράτης συνιστούσε τη χρήση του μενεξέ, οι θεραπευτικές ιδιότητες του οποίου ήταν γνωστές από την αρχαιότητα. Ο Διοσκουρίδης αναφέρει το βότανο ως Ίον το πορφυρούν. Ο Θεόφραστος το ανέφερε ως Μέλαν Ίον και το κατέτασσε στα στεφανωματικά άνθη. Άλλοι το αναφέρουν ως Μελάνιον. Οι αρχαίοι Έλληνες το εκτιμούσαν τόσο ώστε την Αθήνα την ονόμαζαν Ιοστέφανον όχι γιατί υπήρχαν πολλοί μενεξέδες, αλλά γιατί ήταν όμορφες σαν τα Ία. Στην Αθήνα καλλιεργούσαν το φυτό από το 400 π.Χ. Ο Όμηρος αναφέρει ότι οι Αθηναίοι τα χρησιμοποιούσαν για να, μετριάσουν το θυμό, ενώ ο Πλίνιος συνιστούσε γιρλάντα από μενεξέδες για την πρόληψη των πονοκεφάλων και της ζάλης. Οι Ρωμαίοι έβαζαν στο κρασί τους μενεξέδες για το άρωμα τους και ο Οράτιος (65 έως 8 π.Χ) τους επέκρινε γιατί καλλιεργούσαν περισσότερο μενεξέδες παρά ελιές. Στη δεκαετία του ΄30 τα αέρια τμήματα του φυτού χρησιμοποιήθηκαν για τον καρκίνο του μαστού και των πνευμόνων και συμπεριλαμβάνονται ακόμη σε εναλλακτικές θεραπείες ιδιαίτερα μετά από χειρουργική επέμβαση για την πρόληψη δευτεροπαθών όγκων. Το αιθέριο έλαιο του φυτού το χρησιμοποιούν πάρα πολλά χρόνια στην αρωματοποιία και την παρασκευή καλλυντικών. Το κύριο αρωματικό στοιχείο του φυτού η ιονίνη παρασκευάστηκε για πρώτη φορά συνθετικά το 1893 και έκτοτε μειώθηκε σημαντικά η καλλιέργεια του φυτού. Στη Γαλλία το χρησιμοποιούν για την ανακούφιση από τους πονοκεφάλους μετά από ξενύχτι και οινοποσία καθώς και σε κομπρέσες για το κεφάλι για πονοκεφάλους και ημικρανίες. Συστατικά-χαρακτήρας: Όλο το φυτό και ιδιαίτερα το ρίζωμα περιέχει σαπωνίνες, σαλικυλικό μινθύλιο, αλκαλοειδή, φλαβονοειδή, αιθέριο έλαιο αποτελούμενο από μία εύοσμη ένωση την ιρόνη. Επίσης το υπόγειο μέρος του φυτού περιέχει ένα αλκαλοειδές, την οδορατίνη.
Τα σπέρματα του φυτού περιέχουν μία ουσία που ονομάζεται ιονίνη. Άνθιση συλλογή χρησιμοποιούμενα μέρη: Ο μενεξές ανθίζει Μάρτιο, Απρίλιο και Μάιο και μερικές φορές ανθίζει ξανά το φθινόπωρο. Για θεραπευτικούς σκοπούς χρησιμοποιούνται οι ρίζες, τα φύλλα και τα άνθη του φυτού, τα οποία συλλέγουμε Μάρτιο και Απρίλιο. Οι ρίζες συλλέγονται επίσης Σεπτέμβριο και Οκτώβριο. Θεραπευτικές ιδιότητες και ενδείξεις: Το βότανο δρα ως αποχρεμπτικό, εξομαλυντικό, αντιφλεγμονώδες, διουρητικό και αντινεοπλασματικό. Τα άνθη και το ρίζωμα είναι αποχρεμπτικά, αντιβηχικά και εμετικά σε μεγάλη δόση. Οι σαπουνώδεις ουσίες διευκολύνουν την αποβολή των φλεμάτων και τον βήχα. Το αλκαλοειδές οδορατίνη είναι υποτασικό και το αλκαλοειδές βιολίνη προκαλεί ναυτία και εμετό. Ο Μενεξές έχει χρησιμοποιηθεί εδώ και πάρα πολλά χρόνια για τη θεραπεία του βήχα και ιδιαίτερα για τη θεραπεία της βρογχίτιδας. Μπορεί ακόμη να χρησιμοποιηθεί για τη καταρροή του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος. Είναι ωφέλιμος σε δερματοπάθειες, όπως το έκζεμα και σε μια μακροπρόθεσμη αγωγή των ρευματισμών. Η ήπια ηρεμιστική του δράση το κάνει κατάλληλο για την αϋπνία και το άγχος. Το έγχυμα του φυτού χρησιμοποιείται ακόμη για λοιμώξεις του στόματος και του λαιμού. Δρα θετικά σε ουρικές λοιμώξεις. Τα φρέσκα φύλλα σε κατάπλασμα χρησιμοποιούνται για την ανακούφιση και επούλωση στις επώδυνες ραγάδες των θηλών του στήθους. Η φήμη του Μενεξέ σαν αντικαρκινικού βοτάνου είναι παλιά. Παίζει σαφή ρόλο σε μια ολιστική προσέγγιση στη θεραπεία του καρκίνου. Στις αγροτικές περιοχές χρησιμοποιούν το Μενεξέ σαν καθαρτικό. Στην ομοιοπαθητική συνιστούν το βάμμα του νωπού φυτού για να καταπραϋνθούν οι πόνοι των αυτιών, μερικές παθήσεις των ματιών και ο κοκίτης. Το ρίζωμα του μενεξέ είναι εμετικό και χρησιμοποιήθηκε μερικές φορές σε αντικατάσταση της ρίζας της Ιπεκακουάνας. Στην κινέζικη ιατρική η ρίζα του βοτάνου χρησιμοποιείται σε οιδήματα και παρωτίτιδα. Επίσης ο μενεξές μπορεί να βοηθήσει στο πρόβλημα του αλκοολισμού δημιουργώντας απέχθεια προς το ποτό. Αυτό γίνεται ως εξής. Ρίχνουμε ένα κουτάλι του φαγητού από το έγχυμα του φυτού σε μισό λίτρο ποτό στο οποίο υπάρχει εξάρτηση. Αυτή η μέθοδος προκαλεί έντονο εμετό και απέχθεια προς το ποτό. Η θεραπεία διαρκεί μερικές μέρες. Παρασκευή και δοσολογία: Παρασκευάζεται ως έγχυμα. Ρίχνουμε ένα φλιτζάνι βραστό νερό σε μία κουταλιά του τσαγιού βότανο και το αφήνουμε σκεπασμένο 10-15 λεπτά. Σουρώνουμε και πίνουμε δύο φορές την ημέρα. Τα άνθη του γίνονται και σιρόπι. Αποφεύγουμε τις πολύ υψηλές δόσεις του βοτάνου γιατί οι σαπωνίνες που περιέχει μπορεί να οδηγήσουν σε ναυτία και εμετό.
Πηγή : https://el.m.wikipedia.org/wiki/Ίον_το_εύοσμον
http://www.herb.gr/index.php.sample/catalog/product/view/id/714/s/menexes/category/24/
Το 1923 ο Poucher, γράφει ότι τα άνθη καλλιεργούνται ευρέως στην Ευρώπη και την Ανατολή για το άρωμα τους, τόσο με τα άνθη αλλά και τα φύλλα, να συλλέγονται ξεχωριστά και να εκχυλίζονται για το άρωμα και επίσης, τα άνθη, να συλλέγονται για χρήση σε προϊόντα ζαχαροπλαστικής γαληνικού σιροπιού και στην παραγωγή φαρμάκου. Υπάρχει κάποια αμφιβολία ως προς το κατά πόσον το αληθινό εκχύλισμα από το άνθος βιολέτας είναι ακόμα διαθέσιμο στο εμπόριο. Σίγουρα, ήταν στις αρχές του 20ού αιώνα, αλλά από τη στιγμή που ο Steffen Arctander έγραφε στα τέλη της δεκαετίας του 1950 και στις αρχές του 1960, η παραγωγή είχε «σχεδόν εξαφανιστεί». Ωστόσο, το απόλυτο άρωμα φύλλων βιολέτας, εξακολουθεί να χρησιμοποιείται ευρέως στη σύγχρονη αρωματοποιία. Τα φύλλα είναι βρώσιμα. Στη βοτανική ιατρική, η V. odorata έχει χρησιμοποιηθεί για μια ποικιλία αναπνευστικών παθήσεων, αϋπνία και δερματικές διαταραχές. Ωστόσο, δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία που να υποστηρίζουν την αποτελεσματικότητά της για οποιαδήποτε από αυτές τις χρήσεις. Το άνθος βιολέτας ήταν ένα από τα αγαπημένα στην αρχαία Ελλάδα και έγινε το σύμβολο της Αθήνας. Το άρωμα υπαινίσσετο το σεξ, οπότε η βιολέτα ήταν ένα εμβληματικό άνθος της Αφροδίτης και επίσης, του γιου της Πριάπου, της θεότητας των κήπων και της γονιμότητας. Ο Ίαμος ήταν γιος του Απόλλωνα και της νύμφης Ευάδνης. Εγκαταλείφθηκε από τη μητέρα του κατά τη γέννηση. Τον άφησε να κείτεται στα Αρκαδικά δάση σε ένα κρεβάτι από βιολέτες, όπου τρεφόταν από τα ερπετά, με μέλι. Τελικά, βρέθηκε από διερχόμενους βοσκούς, που τον ονόμασαν Ίαμο από το ιώδες (ίον) κρεβάτι. Η θεά Περσεφόνη και οι συντρόφισσές της, Νύμφες, μάζευαν σε ανοιξιάτικο λιβάδι, ανθοφόρους οφθαλμούς (μπουμπούκια) τριανταφυλλιάς, κρόκου, βιολέτας, ίριδας, κρίνου και δελφινίου (larkspur), όταν απήχθη από τον θεό Άδη. Η λατινική ονομασία του βοτάνου είναι Viola odorata (Ίον το εύοσμον) και ανήκει στην οικογένεια των Ιοειδών. Φύεται σε όλη την Ευρώπη και είναι κοινό μέσα σε φράκτες, δενδρόκηπους και παρτέρια. Το συναντούμε με τις ονομασίες Μενεξέ, Βιόλα, βιολέτα, Μανουσάκι, Γιούλι, Ίον το εύοσμο, Ίτσο.
Η λατινική ονομασία του βοτάνου είναι Viola odorata (Ίον το εύοσμον) και ανήκει στην οικογένεια των Ιοειδών. Φύεται σε όλη την Ευρώπη και είναι κοινό μέσα σε φράκτες, δενδρόκηπους και παρτέρια. Το συναντούμε με τις ονομασίες Μενεξέ, Βιόλα, βιολέτα, Μανουσάκι, Γιούλι, Ίον το εύοσμο, Ίτσο. Είναι πολυετής πόα που το ύψος της κυμαίνεται από 5-15 εκατοστά, σε μορφή τούφας,. Δεν έχει βλαστό αλλά παράγει πολλές παραφυάδες που έρπουν στο έδαφος, ριζοβολούν εύκολα και ανθίζουν τον επόμενο χρόνο. Ποδίσκοι λείοι. Φύλλα καρδιόσχημα χνουδωτά. Άνθη ιώδη και μερικές φορές λευκά ή ρόδινα, πολύ εύοσμα. Μερικές φορές διασταυρώνεται με άλλα είδη και παράγει υβρίδια. υπάρχουν περίπου 500 ποικιλίες του φυτού. Ο Ιπποκράτης συνιστούσε τη χρήση του μενεξέ, οι θεραπευτικές ιδιότητες του οποίου ήταν γνωστές από την αρχαιότητα. Ο Διοσκουρίδης αναφέρει το βότανο ως Ίον το πορφυρούν. Ο Θεόφραστος το ανέφερε ως Μέλαν Ίον και το κατέτασσε στα στεφανωματικά άνθη. Άλλοι το αναφέρουν ως Μελάνιον. Οι αρχαίοι Έλληνες το εκτιμούσαν τόσο ώστε την Αθήνα την ονόμαζαν Ιοστέφανον όχι γιατί υπήρχαν πολλοί μενεξέδες, αλλά γιατί ήταν όμορφες σαν τα Ία. Στην Αθήνα καλλιεργούσαν το φυτό από το 400 π.Χ. Ο Όμηρος αναφέρει ότι οι Αθηναίοι τα χρησιμοποιούσαν για να, μετριάσουν το θυμό, ενώ ο Πλίνιος συνιστούσε γιρλάντα από μενεξέδες για την πρόληψη των πονοκεφάλων και της ζάλης. Οι Ρωμαίοι έβαζαν στο κρασί τους μενεξέδες για το άρωμα τους και ο Οράτιος (65 έως 8 π.Χ) τους επέκρινε γιατί καλλιεργούσαν περισσότερο μενεξέδες παρά ελιές. Στη δεκαετία του ΄30 τα αέρια τμήματα του φυτού χρησιμοποιήθηκαν για τον καρκίνο του μαστού και των πνευμόνων και συμπεριλαμβάνονται ακόμη σε εναλλακτικές θεραπείες ιδιαίτερα μετά από χειρουργική επέμβαση για την πρόληψη δευτεροπαθών όγκων. Το αιθέριο έλαιο του φυτού το χρησιμοποιούν πάρα πολλά χρόνια στην αρωματοποιία και την παρασκευή καλλυντικών. Το κύριο αρωματικό στοιχείο του φυτού η ιονίνη παρασκευάστηκε για πρώτη φορά συνθετικά το 1893 και έκτοτε μειώθηκε σημαντικά η καλλιέργεια του φυτού. Στη Γαλλία το χρησιμοποιούν για την ανακούφιση από τους πονοκεφάλους μετά από ξενύχτι και οινοποσία καθώς και σε κομπρέσες για το κεφάλι για πονοκεφάλους και ημικρανίες. Συστατικά-χαρακτήρας: Όλο το φυτό και ιδιαίτερα το ρίζωμα περιέχει σαπωνίνες, σαλικυλικό μινθύλιο, αλκαλοειδή, φλαβονοειδή, αιθέριο έλαιο αποτελούμενο από μία εύοσμη ένωση την ιρόνη. Επίσης το υπόγειο μέρος του φυτού περιέχει ένα αλκαλοειδές, την οδορατίνη.
Τα σπέρματα του φυτού περιέχουν μία ουσία που ονομάζεται ιονίνη. Άνθιση συλλογή χρησιμοποιούμενα μέρη: Ο μενεξές ανθίζει Μάρτιο, Απρίλιο και Μάιο και μερικές φορές ανθίζει ξανά το φθινόπωρο. Για θεραπευτικούς σκοπούς χρησιμοποιούνται οι ρίζες, τα φύλλα και τα άνθη του φυτού, τα οποία συλλέγουμε Μάρτιο και Απρίλιο. Οι ρίζες συλλέγονται επίσης Σεπτέμβριο και Οκτώβριο. Θεραπευτικές ιδιότητες και ενδείξεις: Το βότανο δρα ως αποχρεμπτικό, εξομαλυντικό, αντιφλεγμονώδες, διουρητικό και αντινεοπλασματικό. Τα άνθη και το ρίζωμα είναι αποχρεμπτικά, αντιβηχικά και εμετικά σε μεγάλη δόση. Οι σαπουνώδεις ουσίες διευκολύνουν την αποβολή των φλεμάτων και τον βήχα. Το αλκαλοειδές οδορατίνη είναι υποτασικό και το αλκαλοειδές βιολίνη προκαλεί ναυτία και εμετό. Ο Μενεξές έχει χρησιμοποιηθεί εδώ και πάρα πολλά χρόνια για τη θεραπεία του βήχα και ιδιαίτερα για τη θεραπεία της βρογχίτιδας. Μπορεί ακόμη να χρησιμοποιηθεί για τη καταρροή του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος. Είναι ωφέλιμος σε δερματοπάθειες, όπως το έκζεμα και σε μια μακροπρόθεσμη αγωγή των ρευματισμών. Η ήπια ηρεμιστική του δράση το κάνει κατάλληλο για την αϋπνία και το άγχος. Το έγχυμα του φυτού χρησιμοποιείται ακόμη για λοιμώξεις του στόματος και του λαιμού. Δρα θετικά σε ουρικές λοιμώξεις. Τα φρέσκα φύλλα σε κατάπλασμα χρησιμοποιούνται για την ανακούφιση και επούλωση στις επώδυνες ραγάδες των θηλών του στήθους. Η φήμη του Μενεξέ σαν αντικαρκινικού βοτάνου είναι παλιά. Παίζει σαφή ρόλο σε μια ολιστική προσέγγιση στη θεραπεία του καρκίνου. Στις αγροτικές περιοχές χρησιμοποιούν το Μενεξέ σαν καθαρτικό. Στην ομοιοπαθητική συνιστούν το βάμμα του νωπού φυτού για να καταπραϋνθούν οι πόνοι των αυτιών, μερικές παθήσεις των ματιών και ο κοκίτης. Το ρίζωμα του μενεξέ είναι εμετικό και χρησιμοποιήθηκε μερικές φορές σε αντικατάσταση της ρίζας της Ιπεκακουάνας. Στην κινέζικη ιατρική η ρίζα του βοτάνου χρησιμοποιείται σε οιδήματα και παρωτίτιδα. Επίσης ο μενεξές μπορεί να βοηθήσει στο πρόβλημα του αλκοολισμού δημιουργώντας απέχθεια προς το ποτό. Αυτό γίνεται ως εξής. Ρίχνουμε ένα κουτάλι του φαγητού από το έγχυμα του φυτού σε μισό λίτρο ποτό στο οποίο υπάρχει εξάρτηση. Αυτή η μέθοδος προκαλεί έντονο εμετό και απέχθεια προς το ποτό. Η θεραπεία διαρκεί μερικές μέρες. Παρασκευή και δοσολογία: Παρασκευάζεται ως έγχυμα. Ρίχνουμε ένα φλιτζάνι βραστό νερό σε μία κουταλιά του τσαγιού βότανο και το αφήνουμε σκεπασμένο 10-15 λεπτά. Σουρώνουμε και πίνουμε δύο φορές την ημέρα. Τα άνθη του γίνονται και σιρόπι. Αποφεύγουμε τις πολύ υψηλές δόσεις του βοτάνου γιατί οι σαπωνίνες που περιέχει μπορεί να οδηγήσουν σε ναυτία και εμετό.
Πηγή : https://el.m.wikipedia.org/wiki/Ίον_το_εύοσμον
http://www.herb.gr/index.php.sample/catalog/product/view/id/714/s/menexes/category/24/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου