Το είδος Asparagus densiflorus ανήκει, όπως και το συγγενικό του εδώδιμο σπαράγγι, στην οικογένεια των λειριιδών. Τα ανοιχτά πράσινα φύλλα που μοιάζουν με βελόνες είναι παραβλαστήματα. Οι ευτραφείς ρίζες έχουν τη δυνατότητα να αποθηκεύουν νερό. Με την κατάλληλη φροντίδα μπορεί το φθινόπωρο να δώσει μικρούς κόκκινους στρογγυλούς καρπούς που όμως είναι δηλητηριώδεις. Το λατινικό του όνομα 'densiflorus' σημαίνει πυκνόφυτος. Το φυτό είναι κανονικά ενδημικό της Νοτιοανατολικής Αφρικής. Επειδή διατηρείται πολύ και μεγαλώνει γρήγορα, οι κηπουροί το προτιμούν σαν δρεπτή πρασινάδα. Μέσα στο σπίτι μπορείτε θαυμάσια να το βάλετε σε κρεμαστή γλάστρα. Το σπαράγγι προτιμά τα ημισκιερά μέρη. Δεν θέλει ποτέ ήλιο. Το καλοκαίρι βάλτε το σε μέρος ευάερο ή και σε υπαίθριο χώρο, προστατέψτε το όμως πάντα από την απευθείας ακτινοβολία. Τα μικρά του φύλλα ξεραίνονται εύκολα, γι' αυτό χρειάζονται πολύ νερό, ιδιαίτερα το καλοκαίρι. Μην αφήσετε ποτέ τη μπάλα χώματος να στεγνώσει. Λίπασμα μπορείτε να ρίχνετε μια φορά την εβδομάδα, το χειμώνα αραιώστε. Κάθε άνοιξη χρειάζεται αλλαγή γλάστρας, πιο σπάνια αν πρόκειται για μεγαλύτερο σε ηλικία φυτό. Το είδος Asparagus plumosa (ή Asparagus Setaceus) καλλιεργείται ως καλλωπιστικό φυτό ως επί το πλείστον για το αξιοσημείωτης ιδιομορφίας και ελκυστικότητας «αραχνοειδές» φύλλωμα του. Σε σχέση με την καλλιέργειά του θα πρέπει να επισημάνουμε ότι οι μέθοδοι πολλαπλασιασμού του είναι δύο: με σπόρο και με διαίρεση του ριζώματος. Σε ερασιτεχνικές και μικρής κλίμακας καλλιέργειες οι σπόροι μπορούν να συγκομισθούν το φθινόπωρο αφού ωριμάσουν επαρκώς και να χρησιμοποιηθούν ως πολλαπλασιαστικό υλικό. Ακολουθεί στέγνωμα, τοποθέτηση σε ένα χάρτινο φάκελο και αποθήκευση σε δροσερό και σκιερό μέρος μέχρι την άνοιξη όταν και θα γίνει η σπορά. Για μεγαλύτερες όμως κλίμακας καλλιέργειες είναι προτιμότερη η εξ ολοκλήρου προμήθεια του σπόρου ή τουλάχιστον η προμήθεια για κάλυψη την ελλείψεων από πιστοποιημένους οίκους σποροπαραγωγής. Με αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζεται η υψηλή βλαστική και φυτρωτική ικανότητα του σπόρου, όπως επίσης και η απαλλαγή του από παθογόνους μικροοργανισμούς. Η σπορά πραγματοποιείται τους μήνες Μάρτιο με Απρίλιο με 6-7 σπόρους (που θα διαχωριστούν ή αραιωθούν αργότερα) ανά ένα μικρό φυτοδοχείο μέσα στο θερμοκήπιο. Δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να αγνοηθεί το γεγονός, πως η θερμοκρασία δεν πρέπει να πέσει κάτω από τους 13 ºC.
Μετά την παρέλευση 20 με 30 ημερών τα σποριόφυτα φυτρώνουν και έπειτα από διάστημα 3 περίπου μηνών και αφού έχουν φτάσει στο ύψος των 10 εκατοστών γίνεται η μεταφύτευση τους σε μεγαλύτερα φυτοδοχεία. Υπάρχει η δυνατότητα επιλογής έτοιμων ριζωμάτων από εταιρίες που διακινούν ανάλογο πολλαπλασιαστικό υλικό, που παρέχει μεν το πλεονέκτημα εξοικονόμησης χρόνου και διευκόλυνσης των καλλιεργητικών εργασιών, από την άλλη δε αυξάνεται το κόστος παράγωγης. Σε διαφορετική περίπτωση γίνεται σκάψιμο σε φυτά για να βγουν από το έδαφος με ακέραιο το ριζικό σύστημα τους. Ο δίσκος στο ρίζωμα αυξάνει οριζόντια και προς τα επάνω με αποτέλεσμα τα παλαιοτέρα και κατώτερα ριζώματα να ξηραίνονται και να νεκρώνονται. Αφού λοιπόν αφαιρεθούν, με τη χρήση κοφτερών μαχαιριών γίνεται η κοπή των νέων ριζωμάτων με την προϋπόθεση να διαθέτουν μεγάλες και σαρκώδεις ρίζες και να φέρουν 2-5 οφθαλμούς που είναι ευδιάκριτοι στην πάνω επιφάνεια τους. Με αυτό τον τρόπο είναι εφικτός ο μελλοντικός πολλαπλασιασμός περισσοτέρων φυτών ασπάραγγου. Τονίζεται πως η όλη διαδικασία λαμβάνει χώρα τους μήνες Φεβρουάριο και Μάρτιο και με τη θερμοκρασία απαραίτητα πάνω από τους 13 ºC, που θα επιτρέπει στις ρίζες να ανακάμψουν μέσα σε διάστημα 3 έως 4 εβδομάδων. ΟΙ αποστάσεις φύτευσης των ριζωμάτων είναι περίπου 35 εκατοστά επί της γραμμής και 1-2 μέτρα μεταξύ των γραμμών (μικρότερη από την απόσταση στο εδώδιμο σπαράγγι). Αν και το συγκεκριμένο είδος ασπάραγγου θεωρείτε ανθεκτικό στη ξηρασία, αντιδρά καλύτερα όταν το χώμα παραμένει υγρό. Για αυτό ενδείκνυται η άρδευση τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα τόσο κατά την περίοδο της έντονης βλαστικής αύξησης όσο και κατά τους θερμούς καλοκαιρινούς μήνες. Στην εν΄λόγω εποχή συνίσταται επίσης ο περιοδικός ψεκασμός του διακοσμητικού φυλλώματος για να διατηρείτε η ατμοσφαιρική υγρασία σε υψηλά επίπεδα. Κατά τους χειμερινούς μήνες η άρδευση είναι περισσότερο περιορισμένη και πραγματοποιείται μια φορά κάθε εβδομάδα είναι επαρκής (αναφορικά βεβαίως για την θερμοκηπιακή καλλιέργεια). Νωρίς την άνοιξη και πριν αρχίσει να παρατηρείται η βλαστική ανάπτυξη ενδείκνυται βασική λίπανση με ένα πλήρες και ισορροπημένο λίπασμα όπως αυτό με σύσταση 10-10-10 (N-P-K). Στη συνέχεια και κατά τη διάρκεια της ταχείας βλαστικής αύξησης η τάση είναι να λιπαίνεται η καλλιέργεια κάθε δυο εβδομάδες.
Υπάρχει ο γενικός κανόνας για συνολική λίπανση με 100 κιλά πλήρους λιπάσματος ανά στρέμμα και έτος. Η εφαρμογή κλαδέματος περίπου στα 2/3 του φυτού κάθε πέντε χρόνια έχει ευεργετική επίδραση καθώς ελέγχεται η βλαστική ανάπτυξη και ανανεώνεται το φύλλωμα του φυτού. Η συγκεκριμένη καλλιεργητική φροντίδα μπορεί να επισπευτεί αν παρατηρηθεί «οργιώδης» βλάστηση. Διάφορες ασθένειες, προκαλούν προβλήματα στο είδος Asparagusplumosa, που ανήκουν τόσο στους παθογόνους μύκητες όπως: η στιγμάτωση των φύλλων (Cercosporaasplanii), η σκωρίαση (Pucciniaasparagi) και η φουζαρίωση που προκαλείται από είδη του γένους Fusarium (ασθένεια γνωστή με την ονομασία crownrot), όσο και σε παθογόνα βακτήρια όπως: η βακτηριακή στιγμάτωση των φύλλων (Pseudomonasasplenii) και ο καρκίνος του στελέχους (Agrobacacteriumtumefaciens). Από τις παραπάνω ασθένειες η φουζαρίωση εγκυμονεί το σοβαρότερο κίνδυνο για την καλλιέργεια. Τα συμπτώματα παρουσιάζονται στα φύλλα τα οποία αρχικά ξεραίνονται και σταδιακά, καθώς εξελίσσεται η ασθένεια καταρρέουν και νεκρώνονται. Σε συνθήκες έντονης υγρασίας στο βλαστό του φυτού είναι πιθανόν να εμφανιστεί η άσπρη εξάνθηση του μύκητα. Για την αντιμετώπιση της είναι αναγκαία η απομάκρυνση των μολυσμένων φυτών και η προληπτική απολύμανση του εδάφους με χημικά μέσα όπως η χλωροπικρίνη. Μετά την προσβολή ουσιαστικά είναι αδύνατη η αντιμετώπιση της ασθένεια με χημικά μέσα. Μεγάλη ποικιλότητα παρατηρείται και στους εχθρούς που έχει αναφερθεί ότι προσβάλουν το συγκεκριμένο διακοσμητικό φυτό. Ενδεικτικά αναφέρονται οι αφίδες, οι νηματώδεις του φυλλώματος , οι θρίπες, οι ψευδόκοκκοι, τα κοκκοειδή και ο κόκκινος τετράνυχος. Τα δυο τελευταία επιφέρουν προβλήματα άξια αναφοράς. Πιο συγκεκριμένα τα κοκκοειδή (Ψωριάσεις) είναι καστανά έντομα η εμφάνιση των οποίων συνοδεύεται από κίτρινα στίγματα στα φύλλα ιδιαίτερα ανάμεσα στα νευρά. Αυτά τα έντομα συνηθίζουν να βρίσκονται στην κάτω επιφάνεια των φύλλων και στου βλαστούς. Οπότε εάν η προσβολή είναι σχετικά μικρή είναι εύκολη η απομάκρυνση τους με βαμβάκι βουτηγμένο σε οινόπνευμα ή σε διάλυμα θερινού πολτού 1 % με νερό. Αν η προσβολή είναι σοβαρή και σε πολλά φυτά γίνεται ψεκασμός με ειδικά εντομοκτόνα(Dichlorvos, Resmethrin). Όσον αφορά τον κόκκινο τετράνυχο (red spider mite) η προσβολή του συνοδεύεται από μικρές τρύπες στα φύλλα τα όποια τελικά κιτρινίζουν και πέφτουν στο έδαφος. Συνίσταται η χρήση κατάλληλου ακαρεοκτόνου (π.χ. Abamectin, Fenazaquin) και η αύξηση της ατμοσφαιρικής υγρασίας κοντά στην προσβεβλημένη περιοχή.
Πηγή : https://www.pemptousia.gr/2014/10/ta-mistika-tis-kalliergias-tou-kallo/
http://www.fytokomia.gr/permalink/3255.html
Μετά την παρέλευση 20 με 30 ημερών τα σποριόφυτα φυτρώνουν και έπειτα από διάστημα 3 περίπου μηνών και αφού έχουν φτάσει στο ύψος των 10 εκατοστών γίνεται η μεταφύτευση τους σε μεγαλύτερα φυτοδοχεία. Υπάρχει η δυνατότητα επιλογής έτοιμων ριζωμάτων από εταιρίες που διακινούν ανάλογο πολλαπλασιαστικό υλικό, που παρέχει μεν το πλεονέκτημα εξοικονόμησης χρόνου και διευκόλυνσης των καλλιεργητικών εργασιών, από την άλλη δε αυξάνεται το κόστος παράγωγης. Σε διαφορετική περίπτωση γίνεται σκάψιμο σε φυτά για να βγουν από το έδαφος με ακέραιο το ριζικό σύστημα τους. Ο δίσκος στο ρίζωμα αυξάνει οριζόντια και προς τα επάνω με αποτέλεσμα τα παλαιοτέρα και κατώτερα ριζώματα να ξηραίνονται και να νεκρώνονται. Αφού λοιπόν αφαιρεθούν, με τη χρήση κοφτερών μαχαιριών γίνεται η κοπή των νέων ριζωμάτων με την προϋπόθεση να διαθέτουν μεγάλες και σαρκώδεις ρίζες και να φέρουν 2-5 οφθαλμούς που είναι ευδιάκριτοι στην πάνω επιφάνεια τους. Με αυτό τον τρόπο είναι εφικτός ο μελλοντικός πολλαπλασιασμός περισσοτέρων φυτών ασπάραγγου. Τονίζεται πως η όλη διαδικασία λαμβάνει χώρα τους μήνες Φεβρουάριο και Μάρτιο και με τη θερμοκρασία απαραίτητα πάνω από τους 13 ºC, που θα επιτρέπει στις ρίζες να ανακάμψουν μέσα σε διάστημα 3 έως 4 εβδομάδων. ΟΙ αποστάσεις φύτευσης των ριζωμάτων είναι περίπου 35 εκατοστά επί της γραμμής και 1-2 μέτρα μεταξύ των γραμμών (μικρότερη από την απόσταση στο εδώδιμο σπαράγγι). Αν και το συγκεκριμένο είδος ασπάραγγου θεωρείτε ανθεκτικό στη ξηρασία, αντιδρά καλύτερα όταν το χώμα παραμένει υγρό. Για αυτό ενδείκνυται η άρδευση τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα τόσο κατά την περίοδο της έντονης βλαστικής αύξησης όσο και κατά τους θερμούς καλοκαιρινούς μήνες. Στην εν΄λόγω εποχή συνίσταται επίσης ο περιοδικός ψεκασμός του διακοσμητικού φυλλώματος για να διατηρείτε η ατμοσφαιρική υγρασία σε υψηλά επίπεδα. Κατά τους χειμερινούς μήνες η άρδευση είναι περισσότερο περιορισμένη και πραγματοποιείται μια φορά κάθε εβδομάδα είναι επαρκής (αναφορικά βεβαίως για την θερμοκηπιακή καλλιέργεια). Νωρίς την άνοιξη και πριν αρχίσει να παρατηρείται η βλαστική ανάπτυξη ενδείκνυται βασική λίπανση με ένα πλήρες και ισορροπημένο λίπασμα όπως αυτό με σύσταση 10-10-10 (N-P-K). Στη συνέχεια και κατά τη διάρκεια της ταχείας βλαστικής αύξησης η τάση είναι να λιπαίνεται η καλλιέργεια κάθε δυο εβδομάδες.
Υπάρχει ο γενικός κανόνας για συνολική λίπανση με 100 κιλά πλήρους λιπάσματος ανά στρέμμα και έτος. Η εφαρμογή κλαδέματος περίπου στα 2/3 του φυτού κάθε πέντε χρόνια έχει ευεργετική επίδραση καθώς ελέγχεται η βλαστική ανάπτυξη και ανανεώνεται το φύλλωμα του φυτού. Η συγκεκριμένη καλλιεργητική φροντίδα μπορεί να επισπευτεί αν παρατηρηθεί «οργιώδης» βλάστηση. Διάφορες ασθένειες, προκαλούν προβλήματα στο είδος Asparagusplumosa, που ανήκουν τόσο στους παθογόνους μύκητες όπως: η στιγμάτωση των φύλλων (Cercosporaasplanii), η σκωρίαση (Pucciniaasparagi) και η φουζαρίωση που προκαλείται από είδη του γένους Fusarium (ασθένεια γνωστή με την ονομασία crownrot), όσο και σε παθογόνα βακτήρια όπως: η βακτηριακή στιγμάτωση των φύλλων (Pseudomonasasplenii) και ο καρκίνος του στελέχους (Agrobacacteriumtumefaciens). Από τις παραπάνω ασθένειες η φουζαρίωση εγκυμονεί το σοβαρότερο κίνδυνο για την καλλιέργεια. Τα συμπτώματα παρουσιάζονται στα φύλλα τα οποία αρχικά ξεραίνονται και σταδιακά, καθώς εξελίσσεται η ασθένεια καταρρέουν και νεκρώνονται. Σε συνθήκες έντονης υγρασίας στο βλαστό του φυτού είναι πιθανόν να εμφανιστεί η άσπρη εξάνθηση του μύκητα. Για την αντιμετώπιση της είναι αναγκαία η απομάκρυνση των μολυσμένων φυτών και η προληπτική απολύμανση του εδάφους με χημικά μέσα όπως η χλωροπικρίνη. Μετά την προσβολή ουσιαστικά είναι αδύνατη η αντιμετώπιση της ασθένεια με χημικά μέσα. Μεγάλη ποικιλότητα παρατηρείται και στους εχθρούς που έχει αναφερθεί ότι προσβάλουν το συγκεκριμένο διακοσμητικό φυτό. Ενδεικτικά αναφέρονται οι αφίδες, οι νηματώδεις του φυλλώματος , οι θρίπες, οι ψευδόκοκκοι, τα κοκκοειδή και ο κόκκινος τετράνυχος. Τα δυο τελευταία επιφέρουν προβλήματα άξια αναφοράς. Πιο συγκεκριμένα τα κοκκοειδή (Ψωριάσεις) είναι καστανά έντομα η εμφάνιση των οποίων συνοδεύεται από κίτρινα στίγματα στα φύλλα ιδιαίτερα ανάμεσα στα νευρά. Αυτά τα έντομα συνηθίζουν να βρίσκονται στην κάτω επιφάνεια των φύλλων και στου βλαστούς. Οπότε εάν η προσβολή είναι σχετικά μικρή είναι εύκολη η απομάκρυνση τους με βαμβάκι βουτηγμένο σε οινόπνευμα ή σε διάλυμα θερινού πολτού 1 % με νερό. Αν η προσβολή είναι σοβαρή και σε πολλά φυτά γίνεται ψεκασμός με ειδικά εντομοκτόνα(Dichlorvos, Resmethrin). Όσον αφορά τον κόκκινο τετράνυχο (red spider mite) η προσβολή του συνοδεύεται από μικρές τρύπες στα φύλλα τα όποια τελικά κιτρινίζουν και πέφτουν στο έδαφος. Συνίσταται η χρήση κατάλληλου ακαρεοκτόνου (π.χ. Abamectin, Fenazaquin) και η αύξηση της ατμοσφαιρικής υγρασίας κοντά στην προσβεβλημένη περιοχή.
Πηγή : https://www.pemptousia.gr/2014/10/ta-mistika-tis-kalliergias-tou-kallo/
http://www.fytokomia.gr/permalink/3255.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου