Χωρίς ιδιαίτερες διακυμάνσεις σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια διαμορφώνεται ο «χάρτης» της παραγωγής πρόβειου και γίδινου γάλακτος στην Ελλάδα (2018), σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, όπως αυτά προκύπτουν απ' το επίσημο μητρώο αγοραστών-μεταποιητών, συνεταιρισμών συγκέντρωσης γάλακτος καθώς και μητρώο παραγωγών γάλακτος που τηρεί ο ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ. Η αιγοπροβατοτροφία (μικρά μηρυκαστικά) αποτελεί παραδοσιακά έναν από τους δυναμικότερους κλάδους στη χώρα μας, συμβάλλοντας κατά 18% περίπου στο συνολικό αγροτικό εισόδημα. Η παραγωγική αυτή κατεύθυνση στηρίχθηκε στους άφθονους φυσικούς πόρους και προσαρμόστηκε στις ιδιαίτερες κλιματολογικές και εδαφολογικές συνθήκες της πατρίδας μας. Περιττό, βεβαίως, να σημειώνουμε ότι η αιγοπροβατοτροφία αποτελεί βασικό πυλώνα στήριξης της οικονομίας στην περιφέρεια, αφού τόσο το κρέας όσο κυρίως το αίγειο και πρόβειο γάλα αποτελεί μια από τις κυριότερες πηγές του αγροτικού εισοδήματος των κατοίκων των ορεινών και μειονεκτικών περιοχών. Αξίζει να σημειωθεί ότι ίσως το δυνατότερο σημείο του τομέα είναι η υψηλή ποιότητα των παραγόμενων, ως αποτέλεσμα μιας σειράς παραμέτρων που χαρακτηρίζουν την Ελληνική πραγματικότητα, όπως το εκτατικό σύστημα εκτροφής, οι εγχώριες φυλές και οι χορηγούμενες ζωοτροφές.
Στην Ε.Ε η εκτροφή προβάτων και αιγών γίνεται κύρια για το κρέας τους, ενώ στη χώρα ?ας γίνεται για το γάλα τους. Χαρακτηριστικά αναφέρετε ότι το 95% των ζώων στην Ελλάδα αρμέγεται. Σε πολύ μεγάλο ποσοστό στη χώρα μας και στο νομό μας εφαρμόζεται σύστημα ποιμενικής - εκτατικής εκτροφής, ένα σύστημα που χαρακτηρίζεται από χαμηλές εισροές και στηρίζεται στη μετακίνηση των ζώων για την εξεύρεση τροφής (βόσκηση). Η αιγοπροβατοτροφία ασκείται σε μεγάλο ποσοστό (85% των ζώων και 80 % των εκμεταλλεύσεων περίπου) στις ορεινές και μειονεκτικές περιοχές της χώρας οι οποίες αποτελούν το 85% του συνόλου της επιφάνειάς της, αξιοποιώντας κατ? αυτόν τον τρόπο εκτάσεις που από τη φύση τους δεν προσφέρονται για εντατική εκμετάλλευση, όπως ορεινές, ημιορεινές, με έντονη κλίση, με φτωχή βλάστηση κ.λ.π. Τα τελευταία χρόνια, παρατηρείται, μια τάση για ανάπτυξη της συστηματικής - σταβλισμένης αιγοπροβατοτροφίας σε ορισμένες πεδινές περιοχές. Οι μονάδες αυτού του τύπου, που ιδρύονται, κυρίως από νέους αγρότες και από παλαιούς προοδευτικούς κτηνοτρόφους, διαθέτουν ζώα καλών αποδόσεων, εγχώριων (Χίου, Φριζάρτα, Σκοπέλου) ή ξένων φυλών (Lacaune). Σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία, αυτά που αφορούν στις παραδώσεις γάλακτος το 2017, τα οποία και επικαιροποιήθηκαν στις 30/11/2017 από τον αρμόδιο Οργανισμό του ΥπΑΑΤ, η Λάρισα διατηρεί την πρωτοκαθεδρία στην παραγωγή πρόβειου γάλακτος, όπως ισχύει και για το γίδινο. Ακολουθεί η Αιτωλοακαρνανία, η Λέσβος, η Αχαΐα και η Ηλεία.
Αρχές Δεκεμβρίου (2018) οι παραγωγοί αγελαδινού γάλακτος, μέσω της Ένωσης Φυλής Χολστάιν Ελλάδος, ανακοίνωσαν ότι οι γαλακτοβιομηχανίες τούς ζήτησαν να μειώσουν την παραγωγή τους κατά 10-15%. Στην ίδια ανακοίνωση εκφράζουν την απορία τους για τη συγκεκριμένη απαίτηση, δεδομένου ότι η Ελλάδα δεν καλύπτει ούτε το 50% των αναγκών της σε γάλα. Η ανακοίνωση θίγει δύο βασικά ζητήματα: το μέγεθος της ελληνικής αγελαδοτροφίας και το ποσοστό ελληνικού γάλακτος που χρησιμοποιούν οι εγχώριες γαλακτοβιομηχανίες. Θα θεωρούσε κανείς ότι αυτά τα δύο αλληλοσυνδέονται, αλλά ίσως να μην είναι ακριβώς έτσι. Έχει ενδιαφέρον να δούμε αυτά τα θέματα πιο αναλυτικά.
Οι Έλληνες αγελαδοτρόφοι-γαλακτοπαραγωγοί γνώρισαν ραγδαία μείωση πληθυσμού στην πρόσφατη ιστορία μας. Από 24.309 παραγωγοί το 1995, απομένουν μόλις 2.484 το 2018. Βέβαια, η παραγωγή αγελαδινού γάλακτος όλα αυτά τα χρόνια παρέμεινε περίπου στα ίδια επίπεδα, μεταξύ 600 και 750 χιλιάδες τόνους κατ’ έτος. Στην πραγματικότητα, αυτό που συνέβη τα τελευταία 20 με 30 χρόνια είναι ότι μειώθηκαν δραστικά οι μικροπαραγωγοί δυναμικότητας μικρότερης των 20 αγελάδων, ενώ αυξήθηκαν οι μεγάλες μονάδες δυναμικότητας 100-200 αγελάδων.Η παραπάνω εξέλιξη του αριθμού αγελαδοτρόφων δείχνει σωστή οικονομοτεχνικά. Οι μεγάλες επιχειρήσεις μπορούν να παράγουν με μικρότερο κόστος ανά μονάδα προϊόντος, που είναι και το ζητούμενο. Εντούτοις, η πορεία προς τη δημιουργία εκτροφών μεγάλης δυναμικότητας οδήγησε εκτός κλάδου το μεγαλύτερο αριθμό παραγωγών και συνέβαλε στην αποψίλωση της ελληνικής επαρχίας από ανθρώπινο δυναμικό. Σε μια προσεκτικότερη αγροτική πολιτική θα έπρεπε να ενισχυθούν οι μικροπαραγωγοί προς μια ήπια αύξηση της παραγωγής τους, ώστε αφενός να είναι βιώσιμοι και αφετέρου να παραμένουν οικογενειακή επιχείρηση.
Τη δεκαετία του ’80 η Ευρωπαϊκή Ένωση επέβαλε την ποσόστωση στο αγελαδινό γάλα. Έκτοτε, ο αγελαδοτροφικός μας τομέας μοιραία δρομολογήθηκε να περιοριστεί, ώστε κυρίως να καλύπτει την παρασκευή γιαουρτιού και τις εγχώριες ανάγκες για φρέσκο γάλα. Δύο πρόσφατες παρεμβάσεις της πολιτείας διατάραξαν ακόμα και αυτό το αυστηρό πλαίσιο: η νομοθετική κατοχύρωση του γάλακτος υψηλής παστερίωσης το 2014 και η τροποποίηση του κώδικα τροφίμων και ποτών για το γιαούρτι το 2016. Οι δύο παραπάνω παρεμβάσεις επιβλήθηκαν από τους «δανειστές» και επέτρεψαν στα εισαγόμενα γάλατα και προϊόντα γάλακτος να αποσπάσουν τμήμα της εγχώριας αγοράς φρέσκου παστεριωμένου γάλακτος και να χρησιμοποιηθούν για παρασκευή ελληνικού γιαουρτιού. Η κατάσταση επιδεινώθηκε με τη μείωση της αγοράς φρέσκου παστεριωμένου γάλακτος, καθώς η οικονομική κρίση έστρεψε τους καταναλωτές προς το φθηνότερο, εισαγόμενο γάλα μακράς διαρκείας (UHT). Παράλληλα, οι γαλακτοβιομηχανίες, έχοντας πρόσβαση στο οικονομικότερο εισαγόμενο γάλα, αντιμετωπίζουν τους εγχώριους παραγωγούς ως εμπόδιο στο κέρδος τους και πιέζουν για περαιτέρω μείωσή τους.
Η απευθείας διάθεση φρέσκου παστεριωμένου γάλακτος από συνεταιρισμούς αγελαδοτρόφων είναι μια κίνηση απεξάρτησης των παραγωγών από τις γαλακτοβιομηχανίες. Προσφέρει ποιοτικό προϊόν στον καταναλωτή και διασφαλίζει αξιοπρεπή ανταμοιβή στον παραγωγό. Η πολιτεία πρέπει να ενισχύσει αυτή την τάση. Επιπλέον, η πολιτεία μπορεί να προστατεύσει τον Έλληνα αγελαδοτρόφο με εφαρμογή αυστηρών μέτρων ιχνηλάτησης του ελληνικού γάλακτος στα διάφορα εμπορικά προϊόντα. Η στήριξη της ελληνικής πρωτογενούς παραγωγής αποτελεί εθνική ανάγκη δεν είναι πάντα το ζητούμενο η φθηνότερη παραγωγή. Το 2015 δημιουργήθηκε στην Κίνα μια εκτροφή με 100.000 αρμεγόμενες αγελάδες και ετήσια παραγωγή γάλακτος 800 χιλιάδες τόνους! Τέτοιες εκτροφές είναι εκτός ανταγωνισμού για οποιαδήποτε βοοτροφική ευρωπαϊκή μονάδα. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι τα ευρωπαϊκά κράτη θα εγκαταλείψουν την παραγωγή γάλακτος. Είναι ζήτημα διασφάλισης της ανεξαρτησίας τους αλλά και θέμα ασφαλείας για αποφυγή ανεξέλεγκτων μελλοντικών διατροφικών σκανδάλων.
Πηγή :
https://www.e-ea.gr/2018/01/%CE%BF-%CF%87%CE%AC%CF%81%CF%84%CE%B7%CF%82-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CF%80%CE%B1%CF%81%CE%B1%CE%B3%CF%89%CE%B3%CE%AE%CF%82-%CE%B3%CE%AC%CE%BB%CE%B1%CE%BA%CF%84%CE%BF%CF%82-%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%B5/http://www.ktiniatrikanea.com/i-elliniki-paragogi-ageladinoy-galaktos-2/