Στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας, και συγκεκριμένα στην περιοχή του σημερινού Χορτιάτη, αναφέρονται από τον Ξενοφώντα και άλλα άγρια ζώα, όπως λιοντάρια, λύγκοι, πάνθηρες και αρκούδες. Πρόκειται όμως για θηρία των οποίων ο ζωτικός τους χώρος είναι ευρύς και μάλλον θα διέτριβαν και στον μακεδονικό Όλυ μπο και τη γύρω περιοχή του. Στην Όσσα, μεταξύ άλλων ζώων, διαπιστώθηκε και αφθονία οστών διαφορετικών ειδών ελαφιών. Ο Αιλιανός, στο Περὶ ζῴων ἰδιότητος, μεταφέρει την πληροφορία του Θεόφραστου ότι στον Μακεδονικό Όλυμπο δεν υπήρχαν λύκοι, «Ἀκούω δὲ Θεοφράστου λέγοντος καὶ ἐν τῷ Μακεδονικῷ Ὀλύμπῳ τοῖς λύκοις ἄβατα εἶναι». Την ίδια πληροφορία επαναλαμβάνει αργότερα ο Πλίνιος Σεκούνδος, «In Olympo Macedoniae monte non sunt lupi nec in Creta insula.». Λύκος ωστόσο παριστάνεται σε ταφικό ανάγλυφο των ύστερων ρωμαϊκών χρόνων, που βρέθηκε στο χωριό Κολοκούρι, ΝΔ της Κατερίνης. Το ανάγλυφο αποσπασματικά σωζόμενο διαρθρώνεται σε τρεις ζώνες. Στη μεσαία παριστάνεται τράγος μάλλον και λύκος. Άγριος λύκος έπνιξε τον Ανθέα στον Πηνειό, που είχε μόλις σωθεί από ναυάγιο στις εκβολές του, σύμφωνα με το επίγραμμα του Αντιπάτρου του Θεσσαλονικέα. Ο Πολύβιος κάνοντας λόγο για τα βασιλικά κυνήγια στη Μακεδονία, τους φυλασσόμενους παραδείσους, παραδίδει ότι σ’ αυτούς υπήρχαν όλα τα είδη των θηρίων. Η έλευση των Ρωμαίων στην Πιερία θα σηματοδότησε αλλαγές στη διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος και ενδεχομένως θα συνέβαλε στον εμπλουτισμό της ήδη υπάρχουσας πανίδας με νέα είδη και νέες καλλιέργειες. Χοίροι απεικονίζονται σε πήλινα ειδώλια από το Δίον και θυσία χοίρου παριστάνεται σε ένα ανάγλυφο.
Πέρδικα αποδίδεται νατουραλιστικά στο έμβλημα του ψηφιδωτού δαπέδου της οικίας του Ζωσά, ενώ σε παρακείμενο χώρο επίσης διακοσμημένο με ψηφιδωτό δάπεδο δύο πολύχρωμα παραδείσια πουλιά πίνουν νερό από κάνθαρο. Από τα ιερά κυρίως προέρχονται πτηνόμορφα πήλινα ειδώλια και ένα χάλκινο από το αγροτικό ιερό των κλασικών χρόνων στη Ρητίνη. Πήλινα ειδώλια πουλιών ως εξαρτήματα ενός παιδικού παιχνιδιού, που θα ήταν αναρτημένο πάνω από την κούνια του μωρού, βρέθηκαν σε αποθέτη στο Σεβαστείο της αρχαίας αγοράς του Δίου. Δεν έλειπαν και τα κατοικίδια ζώα, όπως οι σκύλοι. Ένας σκύλος, ο Μουλίων, που ήταν δηλαδή οδηγός των μουλαριών, χαράχτηκε στον επιτύμβιο βωμό του μικρού Παύλου ως το αγαπημένο του ζώο. Χάλκινο αναθηματικό ειδώλιο κυνηγόσκυλου προέρχεται από το αγροτικό ιερό στη Ρητίνη. Ταφική στήλη, ΜΔ 2600, παριστάνει νέο κυνηγό με το κυνηγόσκυλό του, από το Κίτρος του 4ου αι. π.Χ.. Μεγάλος σκύλος απεικονίζεται ανάγλυφα ανάμεσα στα πόδια της μαρμάρινης κλίνης του μακεδονικού τάφου του Κορινού (Πύδνας), σήμερα στο Μουσείο του Λούβρου. Ιππέας και σκύλος παριστάνεται και σε άλλη επιτύμβια στήλη, ΜΔ , από τον Κούκο. Ένα μαύρο κυνηγετικό σκυλί απεικονίζεται γραπτά ως επίσημα σε κυκλική επίσης γραπτή ασπίδα στον προθάλαμο του τάφου της Κατερίνης. Σκύλος ορμά στον κυνηγό Μαριανό Κωνωπά, στον επιτύμβιο βωμό του. Υποζύγια και άλογα αναφέρονται ως μέρος της διατροφής των πολιορκημέ νων στην Πύδνα από τον Κάσσανδρο, όπου είχε καταφύγει η Ολυμπιάδα. Και με τον όρο υποζύγια εννοούνται τα βόδια, οι ημίονοι και οι ίπποι.
Η μακρά κτηνοτροφική παράδοση των Μακεδόνων και ο ποιμενικός αρχικά τρόπος ζωής τους φαίνεται και από τους ιδρυτικούς μύθους του μακεδονικού κράτους και της δυναστείας των Τημενιδών. Θεούς-βοσκούς, όπως ο Απόλλων και ο Ερμής και βασιλείς-βοσκούς τοποθετούν οι πηγές στα βοσκοτόπια της περιοχής. Οι Μακεδόνες, νομάδες αρχικά κτηνοτρόφοι, ζούσαν στην περιοχή γύρω από τον Όλυμπο. Αργότερα κατέλαβαν την κάτω Μακεδονία, διώχνοντας τους Πίερες Θράκες, που μετακινήθηκαν προς το Παγγαίο, πέρα από τον Στρυμόνα, στην λεγόμενη πιερική πεδιάδα. Πράγματι η Πιερία διέθετε και ορεινά και θερινά βοσκοτόπια, λόγω της τοπιογραφίας της. Αφ’ ετέρου τα έλη του ποταμού Βαφύρα παρείχαν άφθονη νομή για το μακεδονικό ιππικό του εκάστοτε βασιλιά, που προσερχόταν στο Ιερό του Διός Ολυμπίου με διάφορες αφορμές. Κατά τη σύναψη της συμμαχίας του Περσέα με τον Γένθιο, το 168 π.Χ., η οποία έγινε παρουσία όλου του εντυπωσιακά παρατεταγμένου Μακεδονικού ιππικού, που αριθμούσε περί τους 4.000 ιππείς, λίγο πριν τη μάχη της Πύδνας. Ο μεγάλος αριθμός των αλόγων, που μπορούσαν να βρουν νομή στα έλη του Βαφύρα, είναι ενδεικτικός και της μεγάλης έκτασής τους. Αλλά και ο ρωμαϊκός στρατός, την παραμονή της μάχης της Πύδνας προμηθεύεται από τους γύρω αγρούς καυσόξυλα και ζωοτροφές. Ο Leake μας πληροφορεί ότι στο δάσος της πεδιάδας του Δίου έβοσκαν τα μεγάλα κοπάδια προβάτων του Πασά, που συγκεντρώνονταν εκεί από τα βουνά. Εντός της πόλης του Δίου εντοπίστηκε στάβλος (stabulum) ανάμεσα στο κτήριο, που ταυτίστηκε με το Πραιτώριο, και στις δύο ταβέρνες, που βρίσκονται δυτικά του. Μεταξύ των δύο αυτών κτιριακών συγκροτημάτων μεσολαβεί στενόμακρος διάδρομος, που θα εξυπηρετούσε προφανώς τη στάθμευση των υποζυγίων των ταξιδιωτών. Στα ευρήματα της πανεπιστημιακής ανασκαφής του Δίου συγκαταλέγονται και εξαρτήματα από την ιπποσκευή των αλόγων, χαλινοί-υποστόμια (18-25).
Πηγή : Η αγροτική ζωή στην αρχαία Πιερία. Αρχαιολογικά τεκμήρια
Συγγραφέας ΙΩΑΝΝΑ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΟΥ Εκδόσεις Κορνηλία Σφακιανάκη
«Ενυάλιο Κληροδότημα στη μνήμη Λάμπρου Ενυάλη
(Φιλιππούπολη 1848 - Αθήνα 1932) Διδακτορικές διατριβές»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου